ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Η ΣΟΦΙΑ ΜΙΜΙΛΙΔΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ
«…Αυτή την ψυχή τη λέω αθωότητα. Κι αυτή τη χίμαιρα, δικαίωμά μου.»
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή με την ποίηση και πώς αποφάσισες να ασχοληθείς;
Η πρώτη μου επαφή με την ποίηση ήταν στο γυμνάσιο, με κάποιο ποίημα του Καβάφη, αν δεν κάνω λάθος. Τότε ήταν που συνειδητοποίησα τη δύναμή της και αποφάσισα να μελετήσω σπουδαίους Έλληνες και ξένους ποιητές, ανακαλύπτοντας σιγά σιγά τους θησαυρούς της.
Δεν μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς το πώς αποφάσισα να ασχοληθώ με το γράψιμο. Ήταν ένα καλοκαίρι που είχα διαβάσει αρκετά και άρχισα κατά μία έννοια να σκέφτομαι ίσως κι εγώ «ποιητικά». Επηρεασμένη πάντα από τη δύσκολη πολιτική κατάσταση στην οποία βρισκόταν ήδη η Ελλάδα και την ανάγκη μου να διοχετεύσω με κάποιον τρόπο τους εφηβικούς μου προβληματισμούς, ξεκίνησα τις δικές μου «δοκιμές» πάνω στην ποίηση, όπως θα μπορούσε να τις χαρακτηρίσει κανείς, χωρίς να ξέρει κανείς γι’ αυτό. Κάποια στιγμή μας ανακοίνωσαν στο σχολείο την έναρξη ενός πανελλήνιου ποιητικού διαγωνισμού και αποφάσισα μόνη μου να στείλω ένα ποίημα που είχα γράψει. Μετά από κάποιους μήνες ήρθε ειδοποίηση στο σχολείο ότι είχα λάβει το πρώτο βραβείο. Έτσι με τον καιρό γράφοντας όλο και περισσότερο και έχοντας παράλληλα την ενθάρρυνση ανθρώπων που έτυχε να διαβάσουν τα ποιήματά μου, συμμετείχα και σε άλλους διαγωνισμούς έχοντας διάφορες διακρίσεις.
Τι είναι για σένα η ποίηση;
Είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς τη σημασία της ποίησης για τον ίδιο, χωρίς να μιλήσει «ποιητικά». Η ποίηση, όπως συμβαίνει και με τη ζωγραφική, αποτελεί για μένα μια ανάγκη για απόλυτη έκφραση ελευθερίας. Η απόπειρα κάποιου είτε να γράψει είτε ακόμα και να διαβάσει ποίηση, μπορεί να παρομοιαστεί, κατά τη γνώμη μου, με την απόπειρα ενός επικίνδυνου, αλλά και ταυτόχρονα τόσο μαγικού πετάγματος στο υπερβατικό και το άπιαστο. Ο ποιητής είναι αυτός, ο οποίος εθισμένος σε αυτές τις πτήσεις, δοκιμάζει να πετάξει φορώντας τα κέρινα φτερά που του δανείζει ο Λόγος. Αυτά την ίδια στιγμή που τον φέρνουν όλο και πιο κοντά στην αγκαλιά του φωτός, τον απειλούν με τον κίνδυνο να γκρεμιστεί απότομα, χαρίζοντάς του ένα βαρύ μανδύα από μελανιές και εγκαύματα. Εκείνος όμως αγαπά και επιδεικνύει με υπερηφάνεια τα τραύματά του, που είναι τα ίδια του τα ποιήματα, εφόσον μπόρεσε και πέταξε αληθινά και γενναία, προσδοκώντας το επόμενο πέταγμα.
Πώς γράφει κανείς ποίηση;
Δεν υπάρχει κάποια φόρμουλα για το πώς γράφει κανείς. Για μένα τουλάχιστον, δεν πρόκειται για κάποιο πάρεργο, κάποιο χόμπι που μπορεί κανείς να ασχολείται καθημερινά και οποιαδήποτε στιγμή. Είναι απλώς μια βαθύτερη ανάγκη που προκύπτει από κάποιο πολύ έντονο συναίσθημα, από κάτι που μπορεί να σε βαραίνει, να σε προβληματίζει έντονα χωρίς να σε αφήνει να ηρεμήσεις και θες απεγνωσμένα να το μετουσιώσεις σε λόγια, να το ξορκίσεις για να βρεις γαλήνη.
Πριν ένα χρόνο περίπου, κυκλοφόρησε η πρώτη σου ποιητική συλλογή από τις εκδόσεις Ιωλκός. Πώς νιώθεις ως πρωτοεμφανιζόμενη, δεδομένου του νεαρού της ηλικίας σου και τι είναι για σένα οι «Απορίες Αθωότητας»;
Είμαι σαφώς πολύ χαρούμενη και ενθουσιασμένη γι’ αυτό. Σε ένα τέτοιο βήμα, βέβαια, δε θα μπορούσε να λείπει το άγχος και η ανασφάλεια. Είναι περίεργο το συναίσθημα να ξέρεις ότι οποιοσδήποτε μπορεί κατά κάποιον τρόπο «να σε διαβάσει», από τη στιγμή που η ποίηση συνιστά την απόλυτη απογύμνωση της ψυχής, αλλά και ταυτόχρονα υπέροχο το ότι κάποιος μπορεί να βρει έστω και ένα ελάχιστο κομμάτι του εαυτού του μέσα σε αυτά που γράφεις.
Οι «Απορίες Αθωότητας» είναι το ξεκίνημα ενός νέου κύκλου στη ζωή μου, που συμπεριλαμβάνει όλες μου τις «δοκιμές» πάνω στην ποίηση κατά την περίοδο της εφηβείας μου. Αφορά κυρίως τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς των νέων ανθρώπων που έχουν την ανάγκη να ονειρεύονται, αναζητώντας με αγωνία και επιμονή την ελπίδα, σε μια τόσο παράλογη εποχή όπως αυτή. Ο τίτλος προέρχεται από το ομώνυμο ποίημα της συλλογής, το οποίο συνιστά και ένα από τα πρώτα ποιήματα που έγραψα.
Ποιες είναι οι προσδοκίες σου όσον αφορά την ποίηση;
Από την ποίηση ως γραφή δεν προσδοκώ τίποτα. Νομίζω πως η πλειοψηφία αυτών που γράφουν το κάνουν για τον εαυτό τους και μόνο. Αυτή είναι η ουσία. Σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να πω πως αισθάνομαι ποιήτρια, είμαι ακόμη πολύ άπειρη και λίγη για τέτοιους χαρακτηρισμούς, απ’ όλες τις απόψεις. Το βρίσκω πολύ αντιποιητικό για κάποιον που αγαπά και σέβεται τόσο την ποίηση να αποζητά τέτοιους τίτλους. Μακάρι η ποίηση να συνεχίσει να μου προσφέρει τα «δώρα» της, μέσα από τη δημιουργία και μέσω αυτής να δέχομαι όλη αυτή την αγάπη, η οποία ξεπέρασε κάθε προσδοκία για μένα μέσα από τη συλλογή. Αλλά ακόμη κι αν δεν ξαναγράψω ποτέ, ξέρω καλά πως δε θα σταματήσω να είμαι αναγνώστρια. Από εκεί που περιμένω πολλά και έχω τόσα να μάθω είναι από την ποίηση ως ανάγνωση, ενέργεια που δεν τελειώνει ποτέ.
Η μεγαλύτερη ευχή μου για την ποίηση είναι να αρχίσει να ελκύει όσο το δυνατόν περισσότερο το ευρύ κοινό και κυρίως τους νέους ανθρώπους. Δεν είμαι της άποψης ότι η ποίηση αφορά «τους λίγους». Δεν πρέπει να γράφεται και ως τέτοια.
Αν μπορούσα να πω κάτι που κατάλαβα μέσα από την εμπειρία μου με την ποίηση θα ήταν ότι οι νέοι άνθρωποι δεν πρέπει να φοβούνται να εκφράζουν το φως και το σκοτάδι που έχουν μέσα τους, όχι μόνο μέσα από το γράψιμο αλλά και με κάθε μορφή τέχνης και όχι με σκοπό να εντυπωσιάσουν τους άλλους, αλλά για τη δική τους προσωπική γαλήνη. Όλοι μπορούν να αγαπήσουν την ποίηση γιατί μέσα της θα μπορέσουν να ανακαλύψουν πολλούς θησαυρούς και καταφύγια από την πεζή πραγματικότητα και τις «αλυσίδες» της.
«…Στα ξημερώματα της ζωής μου,
οι κουρτίνες του κόσμου ήταν κλειστές
με λίγες μόνο χαραμάδες να μου χαμογελούν
και τη φωνή της Ποίησης να μου ψιθυρίζει κρυφά
να μην σταματώ να ζωγραφίζω αγγέλους,
να παλεύω τις αλυσίδες
κι ας μη σπάσουν ποτέ.»
(από το ποίημα της συλλογής «Δεν ξέρω/Δεν απαντώ»)
Τα χρόνια της κρίσης, το ξαφνικό πέρασμα από την εφηβεία στην ενηλικίωση, η πρώτη γνωριμία με τον έρωτα, οι ματαιωμένες προσδοκίες, τα αδιέξοδα, τα όνειρα και οι πραγματικότητες είναι τα βασικά θέματα της ποιητικής συλλογής.
Οι «Απορίες αθωότητας» γυρεύουν απαντήσεις κι ας ξέρουν από πριν πως δε θα τις έχουν. Λανθάνοντα νοήματα υπάρχουν για να μείνουν για πάντα κρυμμένα κι ανάμεσά τους κόμματα, οι μικρές γρατζουνιές της Ποίησης…
Είδα μια μέρα όμορφους τους ανθρώπους
– ήμουν παιδί.
Είπα μια μέρα πως τους σιχαίνομαι
– ήμουν έφηβη.
Έμεινα να παλεύω ανάμεσα στα δύο
– ίσως και να μεγάλωσα
*Η Σοφία Μιμιλίδου γεννήθηκε στην Έδεσσα το 1995. Είναι φοιτήτρια του τμήματος Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.Ξεκίνησε ν’ ασχολείται ενεργά με την ποίηση στην ηλικία των δεκαέξι ετών, γνωρίζοντας πολλές διακρίσεις σε Πανελλήνιους Λογοτεχνικούς Διαγωνισμούς Ποίησης.Διακρίσεις-Βραβεία: Μαθητικοί Διαγωνισμοί:*2012 από τον Μορφωτικό Όμιλο Πετρούπολης (1ο βραβείο), από τον Σύνδεσμο Εκδοτών Βορείου Ελλάδας (1ος έπαινος),*2013 από Ελληνο-Αυστραλιανό Πολιτιστικό Σύνδεσμο Μελβούρνης (2ο βραβείο), από Δήμο Σκοπέλου (Διαγωνισμός ΚαισάριοςΔαπόντες) (2ο βραβείο), από τον Σύνδεσμο Εκδοτών Βορείου Ελλάδας (1ο βραβείο), από Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης και Δήμο Ν. Σμύρνης (ειδικό βραβείο), από τον Πειραϊκό σύνδεσμο και το περιοδικό “Μανδραγόρας” (1ο βραβείο),
Διαγωνισμοί Ενηλίκων: *2013 από EarthPoetryandLiteraryFestival (βραβείο 5ης θέσης), *2015 από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών (έπαινος), από την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών (1ο βραβείο), από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Αρτέμιδος-Σπάτων (Διαγωνισμός Βραυρώνια 2015) (έπαινος), Οι «Απορίες Αθωότητας» είναι η πρώτη της ποιητική συλλογή.
Oι «Απορίες Αθωότητας» στις πρώτες 10 ποιητικές συλλογές των Public Awards 2017 - Ψηφοφορία για το κοινό μέχρι Κυριακή 21-5-2017: