Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

"Η δίκη των εκτελεστών της ΟΥΛΕΝ" - Φρίξος: Αν διαβάσουμε ιστορία θα μάθουμε ότι το τσεκούρι δεν είναι μόνο εργαλείο για κοπή ξύλων

Αποκαλυπτικές είναι οι αναφορές των ε­φημερίδων της εποχής σχετικά με τη δίκη των εκτελεστών της Ελένης Παπαδάκη: «Την 9.30' πρωινήν της χθες επανελήφ&η εις το κακουργοδικείον η διακοπείσα τη νύκτα του Σαββά­του δίκη των I. Κουκούτση, Π. Τζογανάκη, Στ. Λιόλιου, Βλ. Μακαρώνα, I. Κεφαλά, Χρ. Λοριττή, Ζαχ. Λιόλιου, Θ. Ταμπακοπούλου και Ν. Ταμπακοπούλου, κατηγορουμένων διά την εκτέλεσιν των 37 ανδρών της χωροφυλακής εις τα διϋλιστήρια της Ούλεν κατά τη νύκτα της 9ης προς την 10ην Δεκεμβρίου του 1944.
 
Μετά την εξέτασιν των μαρτύρων της υπε­ρασπίσεως Γ. Σπανοπούλου, Εμμ. Γκανιού και Στ. Μπιρμπίλη ήρχισαν αι απολογίαι των κατη­γορουμένων.
Πρώτος απελογήθη ο I. Κουκούτσης, διοι­κητής του τμήματος των ελασιτών που απετέλουν την φρουράν των διυλιστηρίων της Ούλεν κατά τη διάρκειαν του Δεκεμβριανού κι­νήματος. Ούτος ηρνήθη ότι μετέσχεν εις τας εκτελέσεις. Ισχυρίζεται ότι ταύτας ενήργησεν εν αγνοία του η πολιτοφυλκή η οποία ετέλει υπό τας διαταγάς ενός καπετάν Ορέστη. Αυτός την νύκτα του εγκλήματος ευρίσκετο εις το γραφείον της φρουράς όπου του έφε­ραν τον διασωθέντα χωροφύλακα Αθανασό­πουλο ν.
 
Πρόεδρος: Ποιος έφερε τον Αθανασόπουλο στο γραφείο σου;
Κατηγορούμενος: Ενας Δημητρακόπουλος που ανήκε στην πολιτοφυλακή. Μου είπε να τον κρατήσω ως την άλλη μέρα που 3α μου έ­φερναν σημείωμα διά την απόλυσίν του. Πράγμα που έγινε την επομένην.
Ο Κουκούτσης εν συνεχεία λέγει ότι από τον Αθανασόπουλον, επληροφορήθη ότι μέ­χρι της στιγμής εκείνης είχαν εκτελεσθή 18 χωροφύλακες. Ισχυρίζεται ότι λίγο αργότερα έφυγε από την Ούλεν διά να μεταφέρη εις το νοσοκομείον της Νέας Ιωνίας έναν σκοπόν που ελιποθύμησε. Οταν επέστρεψε άρχισε να ξημερώνη. Τότε πήγε στον Θάλαμο και τον βρήκε ένας αντάρτης ονόματι Μπάμπης ο ο­ποίος του ζήτησε λίγο οινόπνευμα γιατί είχε κόψει το δάχτυλο του. Εκ των υστέρων έμαθε ότι ο Μπάμπης αυτός ετραυματίσθη με το ίδιο του το μαχαίρι καθ' ήν στιγμήν έσφαζε τους χωροφύλακας. Τας εκτελέσεις τας έμαθε την άλλη μέρα όταν είδε διαφόρους της πολιτοφυλακής να κουβαλάνε μέσα σε κουβέρτες και σε τσουβάλια, πράγματα ανήκοντα εις τους χωροφύλακας. 
 
Πρόεδρος: Ποιος τους εξετέλεσε; 
Κουκούτσης: Ο Τζογανάκης και ο Στεφανής Λιόλιος τους οποίους εξηνάγκασε προς τούτο ο Ορέστης απειλώντας τους με το αυτόματο.
Πρόεδρος: Πώς εσύ αφού ήσουνα διοικητής της φρουράς δει/ ήξερες ότι 9α γίνουν εκτελέσεις;
Κατηγορούμενος: Η πολιτοφυλακή έκανε ό,τι ήθελε. Και αυτός που ήταν επικεφαλής της ο καπετάν Ορέστης διέτασοε. Εμαθα ότι έγινε αργότερα στρατοδικείο από τους ελασίτες και τον εκτελέσανε για τα έκτροπα που έκανε. 
 
Πρόεδρος: Πώς τους σκοτώνανε; 
Κατηγορούμενος: Ο Τζογανάκης μου είπε ότι ο Ορέστης τους έδωσε το τσεκούρι. Χτύπαγε ο Τζογανάκης με την ανάποδη του τσεκουριού στο πίσω μέρος του κεφαλιού τον εκτελούμενο. Υστερα τον πέρνανε δύο της πολιτοφυλακής και τον πηγαίνανε πιο πέρα όπου τους έσφαζε αποτελειώνοντάς τους ο αντάρτης Μπάμπης. Ετσι εκτελεστήκανε όλοι οι χωρο­φύλακες. Ο Στέφ. Λιόλιος εξετέλεσε τον τε­λευταίο. Τους πέρνανε έναν-έναν από το το στρατόπεδο, τους λέγανε ότι θα πάνε γι' ανά­κριση, τους γδύνονε κι ύστερα τους παραδίνανε για εκτέλεση.
 
Καλείται και αρχίζει απολογούμενος ακο­λούθως ο Πέτρ. Τζογανάκης. Ούτος λέει ότι κατετάγη στον ΕΛΑΣ ένα μήνα πριν φύγουν οι Γερμανοί από την Αθήνα και ότι ήθελε ν' αγωνισθή για τη λαοκρατία και όχι να γίνουν αυτά που έγιναν. Στην Ούλεν πήγε μαζί με την άλλη φρουρά για να φυλάξουνε το νερό.
 
- Μια μέρα, συνεχίζει, εκάλεσε ο Κουκού­τσης εμένα, τον Στέφ. Λιόλιο, τον Μακαρώνα και δύο άλλους αντάρτες του βουνού, τον Θω­μά και τον Μπάμπη και μας είπε ν' ανοίξουμε ένα λάκκο 90 πόντους βάθος και δύο μέτρα φάρδος. Σκάψαμε και τον ανοίξαμε τον λάκ­κο. Ηταν 9 Δεκεμβρίου. Κατά τις 8 το βράδυ ήρθε ο Ορέστης με πέντε πολιτοφύλακες. Μού είπε: Τώρα θα φέρουνε έναν- έναν αυ­τούς που έχουν καταδικασθή εις θάνατο από το λαϊκό δικαστήριο. Θα κάνης ό,τι σε διατά­ξω. Εναν-έναν θα τον φέρνουνε εδώ και θα του δίνουν διαταγή να καθήση για να βγάλη τα παπούτσια του. Τότε εσύ θα τον κτυπάς στο πίσω μέρος του κεφαλιού καθώς θα σκύβη με την ανάποδη του τσεκουριού. Αν δεν το κά­νεις, θα σε εκτελέσω εσένα. Μου είπε ακόμη ότι ήταν προδότες και όργανα των Ες-Ες. Και μούδωκε το τσεκούρι. 
Πρόεδρος: Πώς γινόταν η εκτέλεσις; 
Τζογανάκης: Επαιρναν έναν έναν από το κρα­τητήριο. Τον πηγαίνανε στον Ορέστη. Αυτός με άλλους πολιτοφύλακες τον έγδυναν. «Γδύσου, του λέγανε για να φας ένα ξύλο αντάρτι­κο». Υστερα τον ωδηγούσανε στο μέρος που βρισκόμουνα εγώ. Δηλαδή καμιά δεκαριά μέ­τρα πιο δω από το λάκκο. Εκεί του λέγανε: «Βγάλε τα παπούτσια σου».
 
Καθώς έσκυβε αυτός να βγάλη τα παπού­τσια του εγώ που βρισκόμουνα πίσω του τον χτύπαγα με το τσεκούρι στο κεφάλι. Σωριαζό­τανε κάτω. Τότε τον έπαιρναν δύο πολιτοφύλακες. Ο ένας από τα πόδια, ο άλλος από τους ώμους και τον πηγαίναμε κοντά οτον λάκκο. Εκεί τον παραλάβαινε ο Μπάμπης και του έ­κοβε τον λαιμό με το μαχαίρι. Υστερα τον ρίχνανε στο λάκκο.
Πρόεδρος: Εσύ πόσους σκότωσες με το τσε­κούρι.
Τζογανάκης: Εικοσιοχτώ. 
Πρόεδρος: Μόνος; 
Τζογανάκης: Μόνος. 
Πρόεδρος: Ο Μακαρώνας; 
Τζογανάκης: Αυτός τους έφερνε από το κρα­τητήριο. Δεν τους σκότωνε. 
Πρόεδρος: Ο Στέφανος Λιόλιος; 
Τζογανάκης: Αυτός βρισκότανε κοντά μου. Εί­χε λιποθυμήσει από αυτά που έβλεπε και είχε πέσει χάμω. Μετά από μένα πήρε το τσεκούρι ο αντάρτης ο Θωμάς και σκότωσε τους άλλους εκτός από τον τελευταίο που τον σκότω­σε ο Λιόλιος. Αυτός ο τελευταίος είχε τρελλαθή από τον φόβο του και εστριφογύριζε. Τότε τον πιάσανε οι πολιτοφύλακες και τον κρατήσανε ακίνητο για να τον χτυπήσει ο Λιόλιος. Ο σκοτωμός αυτός κράτησε από τις 8 το βράδυ μέχρι τις 5 το πρωί.Πρόεδρος: Τον Κασόλα τον αξιωματικό ποιος τον σκότωσε;
Τζογανάκης: Εγώ χωρίς να τον ξέρω. Τον φέ­ρανε πρώτο πρώτο.
Εισαγγελεύς: Το θύμα καταλάβαινε ότι επρό­κειτο να εκτελεστή;
Τζογανάκης: Οχι, Γιατί ήταν σκοτεινά. Κι εγώ είχα κρυμμένο το τσεκούρι για να μη το βλέπη.
Εισαγγελεύς:Σού ξέφυγε ποτέ το τσεκούρι; 
Τζογανάκης: Οχι. Με το χτύπημα έπεφτε αμέ­σως κάτω και τον παίρνανε. 
Εισαγγελεύς: Δε βογγάγανε; 
Τζογανάκης: Οχι.
 
Εις σχετικήν ερώτησιν του κ. εισαγγελέως ο κατηγορούμενος ομολογεί ότι πριν από τους τριάντα εφτά χωροφύλακες είχανε εκτε­λέσει 4 πολίτες. Απ' αυτούς ο Μακαρώνας εξετέλεσε 2 και από τους άλλους, τον ένα αυ­τός και τον άλλο ο Στέφ. Λιόλιος. 
Εισαγγελεύς: Και τους αστυφύλακες ποιος τους εξετέλεσε;
Τζογανάκης: Εγώ. Λίγες μέρες πριν απ' τους χωροφύλακες εσκότωσα και τους 15 αστυφύλακες.
 
Εν συνεχεία ο Τζογανάκης λέγει ότι η καλλιτέχνις του Εθνικού Θεάτρου Ελένη Παπαδάκη εξετελέσθη από τον Μακαρώνα. Εις σχετικός ερωτήσεις των κ.κ. συνέδρων και ε­νόρκων, λέγει ότι τους φόνους τους διέπραξε διότι διετάχθη, αν ηρνείτο θα τον σκότωνε ο Ορέστης και οι πολιτοφύλακές του.
 
Καλείται ακολούθως και απολογείται ο Βλ. Μακαρώνας. Αρνείται ότι έλαβε μέρος στο άνοιγμα του λάκκου. Ομολογεί ότι αυτός μόνο έπαιρνε τους υπό εκτέλεσιν από το κρατητήριο και τους πήγαινε στους εκτελεστάς. 
 
Πρόεδρος: Εσύ δεν χτύπησες κανένα; 
Μακαρώνας: Οχι.
 
Πρόεδρος: Την Παπαδάκη εσύ την σκότωσες; 
Μακαρώνας: Μάλιστα. Εγώ την σκότωσα. Μου δώσανε να τη χτυπήσω με το τσεκούρι. Δεν μπόρεσα όμως και την σκότωσα με το πιστόλι. Δεν θυμάμαι πόσες σφαίρες της έρριξα. Μία ή δύο. Την εκτέλεσι αυτή την έκανα γιατί με α­πείλησε και με εξανάγκασε ο Ορέστης. 
Πρόεδρος: Πόσους ωδήγηοες στους εκτελε­στός;
 
Κατηγορούμενος: Εφτά χωροφύλακες. Στην εκτέλεσι των αστυφυλάκων δεν έλαβα μέρος.
 
Απολογείται κατόπιν ο Στέφ. Λιόλιος, ο ο­ποίος ομολογεί ότι σκότωσε έναν χωροφύλα­κα και έναν πολίτη. Ελαβε μέρος στο άνοιγμα των λάκκων κατόπιν διαταγής του Μακαρώνα ο οποίος ήταν επιλοχίας. Ο πρώτος εκτελε­σθείς την νύκτα της 9ης προς την 10ην Δε­κεμβρίου ήταν ο Κασόλας. Μόλις τον φέρανε, ο Ορέστης του είπε:
«Γδύσου, για να φας ένα ξύλο αντάρτικο». Γδύθηκε. Υστερα τον πήγανε πιο κάτω και του είπανε να βγάλη τα παπούτσια του. Καθώς έ­σκυψε, τον χτύπησε με το τσεκούρι ο Τζογανάκης.
 
Πρόεδρος: Πόσους σκότωσε ο Τζογανάκης;
Κατηγορούμενος: 35 χωροφύλακες και 15 α­στυφύλακες. Τους χτύπαγε με το τσεκούρι. Κατόπιν ο Μπάμπης ο αντάρτης τους έπαιρνε και τους έκοβε το κεφάλι με το μαχαίρι. Εμέ­να μου ήρθε λιποψυχία και έπεσα χάμω. Γία τον τελευταίο ήρθε ο Ορέστης και με σήκωσε με τις κλωτσιές. Μου έδωσε το τσεκούρι και αναγκάστηκα να χτυπήσω.
 
Καλούνται και απολογούνται ακολούθως οι κατηγορούμενοι I. Κεφάλας και Χ. Λουρι- τζής. Αυτοί αρνούνται ότι έλαβαν μέρος εις τας εκτελέσεις. Στη φρουρά της Ούλεν απεσπάσθησαν μετά την 20 Δεκεμβρίου του 1944. Εις το σημείον αυτό ώραν 2.30'μ.μ. διεκόπη η δίκη. Την 11η πρωινήν της σήμερον επανελήφθη εκ νέου και ήρχισεν απολογούμενος ο Ζαχαρίας Λιόλιος».
 
Εφημερίδα «Ακρόπολις».