Θεμελιωτής της δικαστικής ανεξαρτησίας στη χώρα μας είναι ο
Ελευθέριος Βενιζέλος. Με επιμονή του μεγάλου Χανιώτη πολιτικού, σε μια
προσπάθεια καταπολέμησης των
αυθαίρετων έως τότε απολύσεων δικαστικών, στο Σύνταγμα
του 1911 (άρθρο 88) περιελήφθη η δικαστική ισοβιότης. Βάσει αυτής οι δικαστές
δεν μπορούσαν να απομακρυνθούν πριν την συμπλήρωση του 65ου έτους
της ηλικίας τους με ανώτατο όριο συνταξιοδότησης το 75ο. Ωστόσο,
συνεπεία του Εθνικού Διχασμού του 1915, από το 1917 εκκίνησαν οι βίαιες
απομακρύνσεις αντιβενιζελικών δικαστικών λειτουργών, οι δε αυθαίρετες απολύσεις
συνεχίστηκαν και κατά τις επόμενες δεκαετίες, μέχρι το 1952. Τότε στο
αναθεωρηθέν άρθρο 88 το όριο της υποχρεωτικής τους αποχώρησης ανήλθε στο 70ο
έτος μέχρι και τη μείωσή του δύο δεκαετίες αργότερα.
Στο ισχύον Σύνταγμα του 1975 το όριο της υποχρεωτικής
συνταξιοδότησης των ανωτάτων δικαστικών λειτουργών έχει διαμορφωθεί στο 67ο
έτος της ηλικίας τους. Περί του συγκεκριμένου ζητήματος εστιάζεται τις
τελευταίες ημέρες ο δημόσιος διάλογος, ύστερα από την πρόταση της προέδρου του
Αρείου Πάγου προς τον πρωθυπουργό για επανεξέταση του εν λόγω ορίου. Πιο
συγκεκριμένα, η κ. Θάνου έθεσε προς τον κ. Τσίπρα την εξέταση μιας ενδεχόμενης
νομοθετικής ρύθμισης, με την οποία θα παρατεινόταν η θητεία των ανωτέρων
δικαστών κατά τρία χρόνια, φθάνοντας το 70ο έτος. Άμεσα πάντως η
πρότασή της έγινε αποδέκτης πανταχόθεν πυρών.
Οι επικριτές της Προέδρου του Αρείου Πάγου θεωρούν παντελώς
αντισυνταγματική την σκέψη της, καθότι αντιβαίνει στην προαναφερθείσα
συνταγματική διάταξη. Κάποιοι εξ’ αυτών, σαφώς πιο αυστηροί, κάνουν λόγο ακόμα
και για «θεσμική εκτροπή», καταλογίζοντας στην ανωτάτη δικαστικό λειτουργό
υφέρπουσες επιδιώξεις παραμονής στην ηγεσία του Αρείου Πάγου και μετά το πέρας
της έως σήμερα θητείας της. Αμφότεροι πάντως εστιάζονται αποκλειστικά στο
γράμμα του Καταστατικού Χάρτη της χώρας, παραβλέποντας το πνεύμα του.
Όπως προεκτέθηκε, ήδη από την πρώτη
βενιζελική περίοδο, το πνεύμα του συντακτικού νομοθέτη επικεντρώθηκε στη
διασφάλιση της δικαστικής ανεξαρτησίας. Ως εκ τούτου, στον Θεμελιώδη Νόμο του
1911 ορίστηκε ένα εξαιρετικά υψηλό όριο αποχώρησης των δικαστικών λειτουργών,
αναλογιζόμενος κανείς ότι το τότε προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα μόλις και μετά
βίας ξεπερνούσε τα 40 έτη, ενώ το 2015 βάσει του ΟΟΣΑ έφθασε στα 81,4 έτη.
Τοιουτοτρόπως, η διατήρηση του σημερινού ορίου της συνταξιοδότησης των ανωτάτων
δικαστών φαλκιδεύει την ίδια την προσωπική τους ανεξαρτησία. Διότι λόγω της
πείρας, της γνώσης, ακόμη και της σοφίας που μπορεί να έχει συσσωρεύσει ένας
δικαστικός λειτουργός μέχρι και την συνταξιοδότησή του, είναι εύλογη η εκ
μέρους του διεκδίκηση μιας άλλης μορφής σταδιοδρομίας, ως μέλος π.χ. μιας
Ανεξάρτητης Αρχής ή μιας υπουργικής επιτροπής. Θέσεων, δηλαδή, προσφερόμενων
από την εκάστοτε εκτελεστική εξουσία, η διεκδίκηση των οποίων αδιαμφισβήτητα
δύναται να φαλκιδεύει την δικαστική ανεξαρτησία1 και αν μη τι άλλο το πνεύμα του Συντάγματος.
Συνεπώς, παρά τις όποιες προσωπικές
φιλοδοξίες της Προέδρου του Αρείου Πάγου, τα επιχειρήματα των επικριτών της περί
θεσμικής εκτροπής στερούνται ουσιαστικού περιεχομένου. Τούτο διότι θα μπορούσαν
κάλλιστα να διεκδικούν την περαιτέρω θωράκιση της δικαστικής ανεξαρτησίας δια
της συνταγματικής οδού, κυρίως σε ό,τι αφορά την επιλογή της ηγεσίας της
δικαιοσύνης, επιμένοντας στην αναγκαιότητα άμεσης αναθεώρησης των σχετικών
διατάξεων· του άρθρου 90 εν ολίγοις, διαμέσου της μεταφοράς της αρμοδιότητας
προαγωγής των ανωτάτων δικαστικών λειτουργών από το Υπουργικό Συμβούλιο σ’ ένα
παντελώς ανεξάρτητο όργανο. Της στείρας κριτικής, άλλωστε, πάντοτε προκρίνεται
η γόνιμη και εποικοδομητική αντιπολίτευση, κοινοβουλευτική ή μη.
1 Παντελής Αντ. (2007), Εγχειρίδιο Συνταγματικού Δικαίου, β’ έκδοση, εκδόσεις Λιβάνη, σελ. 397-398
Νίκος Σπ. Ζέρβας,
Υπ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Συγγραφέας του βιβλίου «Πρωθυπουργοκεντρισμός. Η δεσπόζουσα θέση του
αρχηγού της Κυβέρνησης στο πολιτικό μας σύστημα» (εκδ. Μπατσιούλας, 2014)