Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Και τώρα, αγωνία για την Καταλονία

Ευχαριστούμε πάρα πολύ τον αποστολέα του μηνύματος.... ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΖΩΝΗ
24/09/2014

Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Διαρκούν ακόμη οι στεναγμοί ανακούφισης μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Σκωτία.
Όπου βρεθείς κι’ όπου σταθείς, σε οποιαδήποτε περιοχή του κόσμου και κυρίως της Ευρώπης, η Σκωτία, ο κίνδυνος που διέτρεξε να αποσχιστεί από το Ηνωμένο Βασίλειο και επομένως από την ΕΕ και η απόφαση των Σκοτσέζων υπέρ του «όχι», αποτελούν το δεύτερο θέμα συζήτησης μετά το φλέγον θέμα της αποτρόπαιης δράσης του λεγόμενου «Ισλαμικού Κράτους».
Το θέμα δεν τελείωσε με το αποτέλεσμα της κάλπης. Το Λονδίνο πρέπει τώρα να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του για περισσότερη αυτονομία, αλλά και η Σκωτία, ακριβώς λόγω του διχαστικού 55% - 45%, πρέπει να επουλώσει τις πληγές της διαίρεσης, καθώς σε διαφορετικά στρατόπεδα βρέθηκαν ακόμη και τα μέλη των ίδιων οικογενειών.
Η ίδια η Βασίλισσα Ελισάβετ, σε ένα από τα σπάνια μηνύματά της, απηύθυνε έκκληση για ψυχική ενότητα, υπογραμμίζοντας τις
διαφωνίες μεταξύ φίλων, συγγενών και γειτόνων, και παραπέμποντας στις δημοκρατικές αξίες και στη δυνατότητα όλων να έχουν τη γνώμη τους, κατανοώντας ωστόσο και τα συναισθήματα των άλλων.
Αναζητείται, όπως φάνηκε και από το βασιλικό μήνυμα, «η Σκωτία που ενώνει».
Θετική εξέλιξη θεωρείται και η απόφαση του Σκοτσέζου εθνικιστή πρωθυπουργού Άλεξ Σάλμοντ να παραιτηθεί και από την πρωθυπουργία και από την ηγεσία του Εθνικού Κόμματος, έστω και υπογραμμίζοντας πως «για την Σκωτία το όνειρο δεν θα πεθάνει ποτέ».
Προς το παρόν, το ζήτημα διευθετήθηκε «για μια γενιά», η βρετανική λίρα ανατιμήθηκε και οι παραγωγοί του περίφημου σκωτσέζικου ουίσκι ύψωσαν ενθουσιασμένοι τα ποτήρια τους, καθώς ήσαν σίγουροι πως χωρίς την βοήθεια του Ηνωμένου Βασιλείου η Σκωτία δεν θα μπορούσε ποτέ να υποστηρίξει το προϊόν στις διεθνείς αγορές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ουίσκι είναι το δεύτερο σημαντικότερο εξαγόμενο προϊόν της Σκωτίας μετά το πετρέλαιο, καθώς πέρσι οι εξαγωγές ουίσκι είχαν αποφέρει κέρδη ύψους 5,4 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι το γεγονός ότι πολλοί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δεν έκρυβαν την ανησυχία τους, προβλέποντας ότι σε περίπτωση απόσχισης της Σκωτίας, τα διαλυτικά φαινόμενα στην ΕΕ θα ήσαν κατακλυσμιαία και καταστροφικά για την Ευρώπη, παρομοιάζοντας μάλιστα ένα τέτοιο ενδεχόμενο με τη διάλυση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Και βέβαια, μετά το «δόξα τω Θεώ», βρισκόμαστε ξανά πίσω στο «βοήθα Παναγιά».
Την περασμένη εβδομάδα, το κοινοβούλιο της Καταλονίας ενέκρινε με μεγάλη πλειοψηφία, τον νόμο που επιτρέπει τη διεξαγωγή μιας «διαβούλευσης» για την ανεξαρτησία της περιοχής από την Ισπανία, παρακάμπτοντας έτσι τις αντιρρήσεις που εξέφραζε η Μαδρίτη για τη διενέργεια του δημοψηφίσματος που θέλει να προκηρύξει για την 9η Νοεμβρίου ο Καταλανός πρόεδρος Αρτούρ Μας.
Σύμφωνα με το νόμο, επιτρέπεται στην τοπική κυβέρνηση να οργανώνει «λαϊκές διαβουλεύσεις» που, ωστόσο, δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα.
Βέβαια, αυτό δεν εξευμένισε τη Μαδρίτη και αναμένεται τώρα η ισπανική κυβέρνηση να προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο ζητώντας την ακύρωση του νόμου.
Ο Αρτούρ Μας διακηρύσσει σε όλους τους τόνους πως παρά την απόρριψη της ανεξαρτησίας εκ μέρους των Σκωτσέζων, η διαδικασία προς την ανεξαρτησία της Καταλονίας «συνεχίζεται».
«Το λέω διότι αν κάποιος πιστεύει ότι η νίκη του “όχι” στη Σκωτία μπορεί να ρίξει μια σκιά στη διαδικασία στην Καταλονία, πλανάται», υπογράμμισε.
Και πρόσθεσε:
«Αν (σ.σ. στη Σκωτία) είχε κερδίσει το “ναι”, οι συνέπειες του δημοψηφίσματος αυτού σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα ήταν πιο προφανείς. Δεν είχαμε το προηγούμενο αυτό με τη Σκωτία, ίσως το πρώτο παράδειγμα να είναι η Καταλονία».
Από την πλευρά του, ο Ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι δηλώνει πως «οι φιλοδοξίες για ανεξαρτησία τορπιλίζουν το ευρωπαϊκό πνεύμα», επειδή «η Ευρώπη δημιουργήθηκε για να ολοκληρωθούν τα κράτη και όχι για να κατατεμαχισθούν».
Άλλωστε, οι Βρυξέλλες έχουν καταστήσει σαφές πως ένα κράτος που θα γεννιόταν με απόσχιση από ένα κράτος μέλος, θα έβγαινε αυτομάτως από την ΕΕ και θα έπρεπε να αρχίσει μια μακρά ενταξιακή διαδικασία.
Και χωρίς αμφιβολία, αυτό είναι σήμερα το τελευταίο που χρειάζεται η ΕΕ, αλλά και τα κράτη-μέλη της.