Το 117ο φύλλο της εφημερίδας «ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ» κυκλοφορεί αυτό το διάστημα από τον
Σύνδεσμο Καταφυγιωτών Θεσσαλονίκης «ΤΑ ΠΙΕΡΙΑ».
Είναι μια ενημερωτική έκδοση, έχει πλούσια ύλη και αποτελεί το έντυπο μέσο πληροφόρησης των μελών του για τα Καταφυγιώτικα δρώμενα. Επίσης, φιλοξενεί και διάφορα άρθρα που αναφέρονται στην ιστορία του πανέμορφου τόπου καταγωγής τους.
Την επιμέλειά του έχει η δραστήρια πρόεδρος του Συνδέσμου συμπολίτισσά μας Μαρίτσα Αρ. Σφήκα, που εδώ και χρόνια κατοικεί στη Θεσσαλονίκη, όπου εργαζόταν σε ανώτερες θέσεις σε υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών.
Σε ένα από τα τελευταία φύλλα δημοσιεύθηκε μια ανταπόκριση από την Κατερίνη του αείμνηστου δημοσιογράφου Φ. Λεμονόπουλου που είχε φιλοξενηθεί στις σελίδες της «Μακεδονίας» στις 12 Αυγούστου 1933.
*
Εφημερίς «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», 12-08-1933
ΜΙΑ ΑΝΑΒΑΣΙΣ ΕΙΣ ΤΑ ΠΙΕΡΙΑΚΑΙ ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ ΣΤΟ ΚΑΤΑΦΥΓΙ
ΚΑΤΕΡΙΝΗ, Αύγουστος (του ανταποκριτού μας). – Κάθε καλοκαίρι, οι Κατερινιώται εξέρχονται για παραθερισμό στα διάφορα ωραία και μαγευτικά χωριά των Πιερίων ορέων, στην Άνω Μηλιά, το Λειβάδι, το Λιτόχωρο, Αγιοδημήτρη, Κοκινοπλό και το Καταφύγι.
Εφέτος εν συγκρίσει με άλλες χρονιές, εξαιρετική κίνηση παρουσίασε η Άνω Μηλιά η οποία ομολογουμένως συγκεντρώνει φυσική ωραιότητα και μαγείαν, περισσοτέραν από τα άλλα κέντρα. Το μόνον που εμποδίζει τους Κατερινιώτας να συγκεντρωθούν όλοι εκεί είναι ότι δεν έχει συγκοινωνίαν αυτοκινήτου μέχρι την Άνω Μηλιά. Πολλάκις ετονίσθη ότι εάν ο δρόμος αυτό εγίνετο, η Άνω μηλιά θα ήτο εφάμιλλος με το «Νταβός» της Ελβετίας, διότι, αφ΄ενός μεν με τα κρύα και χωνευτικά νερά της, και αφ΄ετέρου με το έξοχον ξηρόν κλίμα που έχει λόγω της τοποθεσίας της μέσα εις τα πεύκα και τα έλατα θα συνεδύαζε το άπαντον δι΄ένα παραθεριστήν. Η αδράνεια λοιπόν αυτή των Μηλιωτών καθιστά αν όχι αδύνατον , δύσκολον τον παραθερισμόν των Κατερινιωτών.
Ως επληροφορήθημεν, η Κοινότης εψήφισεν έν σεβαστόν κονδύλιον δια τον δρόμον. Με το ποσόν τούτο και με την προσωπικήν εργασίαν θα δυνηθούν εφέτος να αποτελειώσουν τον δρόμον . Και ούτω, όχι μόνον οι Κατερινιώται αλλά και πολλοί ξένοι από όλα τα μέρη της Ελλάδος θα επισκεφθούν την Μηλιά για κέντρο παραθερισμού, το οποίον εις ύψος 1060 μ.και επί των υψηλοτέρων κορυφογραμμών των Πιερίων.
Μια ομάς ορειβατών (για να μη είπωμεν αλπινιστών) εξ Αικατερίνης, απαρτιζομένη από την δ)δα Αλεξ. Ιασονίδου, τους κ.κ. Γεώρ. Ιασονίδην, Αιμ. Ξανθόπουλον, διευθυντήν της «Ηχούς των Πιερίων», Χαρ. Λεμονόπουλον, Ηλ. Ηλιάδην, Αριστ. Ζογγουρίδην και τον υποφαινόμενον, ξεκινήσασα δια την Άνω Μηλιάν, αφού εκάθησε μερικάς ημέρας, διοργάνωσε μίαν εκδρομήν δια τας υψηλάς κορυφάς των Πιερίων, ήτοι την Αβδέλλαν και το Φλάμπουρο, δια να καταλήξη εις το ωραίον και φιλόξενο χωριό, το Καταφύγι.
Την παρελθούσαν Τετάρτην, οι εκδρομείς με τα χαράματα εγκαταλείπουν την Άνω Μηλιάν και φθάνουν η ώρα 9 π.μ. εις ύψος 1900 μέτρων εις την Αβδέλλαν. Εκεί, κατόπιν ολιγοώρου αναπαύσεως, ξεκινούν δια την υψηλοτέραν κορυφήν των Πιερίων, ήτοι δια το μαγευτικό Φλάμπουρο εις ύψος 2100 μέτρων. Εκεί αφού εγευματίσαμεν και ανεπαύθημεν ολίγον, ανεχωρήσαμε δια το Καταφύγι.
Εις το Καταφύγι φθάσαμε το βραδάκι και με την δύσιν του ηλίου. Το ωραιότερο και μαγευτικώτερο θέαμα της δύσεως του ηλίου ειμπορεί να απολαύση κανείς από το Φλάμπουρο. Τα χρυσά σύννεφα που έκρυπταν τον ζωογόνον ήλιον, και αι χρυσαί ακτίνες του, αι οποίαι έπεφταν εις τα βουνά και τον κάμπον της Κοζάνης, του Σαρανταπόρου κα του Αλιάκμονος, προς στιγμήν μας επλήρωασαν τας καρδίας χαράς και συγκινήσεως και άθελα για μια στιγμή ησθάνθημεν τον Δημιουργόν του κόσμου εις την λαμπράν και απερίγραπτον εκείνην φύσιν. Η μεγαλειότης του Θεού εκεί γίνεται κατάδηλος.
Καταφύγι, ένα χωριό εις ύψος 1410 μέτρων. Μπορεί κανείς να το ονομάση χωρίς να υπερβάλη μικρή Ελβετία. Οι κάτοικοι του χωριού αυτού ως επί το πλείστον ασχολούνται με την υλοτομίαν. Έχει περί τα 700-800 σπίτια και περί του 3500 κατοίκους. Περί τους 500 άνδρες έχει στην ξενητειά και οι λοιποί άνδρες είναι διασκορπισμένοι εις όλα τα μέρη της Ελλάδος. Άνθρωποι εργατικοί, φιλήσυχοι και απεριγράπτως φιλόξενοι. Τα προϊόντα που παράγουν είναι, ως επί το πλείστον, βρώμη και σίκαλι. Το καλοκαίρι έχουν περί τους 300 παραθεριστάς λόγω του εξόχου κλίματος. Τον χειμώνα ελαχίστους άνδρας βρίσκει κανείς, διότι κατέρχονται εις τας πόλεις και εργάζονται. Τα κορίτσια των Καταφυγιωτών εν συγκρίσει με τους άνδρας, είναι είς έναντι δέκα και τουτο λόγω των μεταναστεύσεων. Το Καταφύγι έχει πολύ ωραία και αξιοθέατα μέρη. Το βράδυ αφού συνεκεντρώθημεν εις το καφενείον του χωρίου και αφού μας προσέφεραν οι φιλόξενοι καταφυγιώτες αναψυκτικά, μας εφιλοξένησαν εις τα σπίτια των. Σημειωτέον ότι ούτε ξενοδοχεία, ούτε εστιατόρια, ούτε και φούρνοι υπάρχουν. Αλλά και εδώ πάλιν πρέπει να τονίσωμεν την αδιαφορίαν και την εγκληματικήν αδράνειαν των κυβερνώντων, οι οποίοι δεν εφρόντισαν να κτίσουν ένα δρόμον. Διότι χωριό άνευ συγκοινωνίας είναι καταδικασμένον εις τον μαρασμόν. Εάν υπήρχε εις και μόνον δρόμος Καταφυγίου - Κατερίνης, διαφορετική θα ήτο η κατάστασις του χωρίου αυτού από απόψεως παραγωγής, κοινωνικής, κλπ.
Το πρωί της Πέμπτης αφού επεσκέφθημεν όλα τα μέρη του χωρίου, οι φίλοι (Διδάσκαλοι) Αστέρ. Κοκόλης, Κ. Τσικόπουλος, Φ. Παπαδημητρίου, και οι Παύλος Κουρμάνος, Ευάγ. Πατσούρας, Ν. Βαβατσούλας και Γρ. Δέκος προς τιμήν μας παρέθεσαν γεύμα εις το εξοχικόν καφενείον του Παρπαγιάννη Τσούτσου, εις το οποίον παρεκάθησαν αι δ)δες Ελένη Πατσούρα, και αι αδελφαί Πατσούρα Πελαγία, Κοκόλη, Ελευθερία, Άρτεμις και Μαίρη Βαβατσούλα. Εκεί μας έψησαν έν αρνί και με το αθάνατο κρασί του Καταφυγίου το οποίον ονομάζουν «ζωίτσα» -διότι όντως δίνει ζωήν- μας επεριποιήθησαν αφάνταστα. Της ιδίας περιποιήσεως ετύχαμεν και εις τα σπίτια τα οποία επεσκέφθημεν.
Τες δυό βραδυές που εφιλοξενήθημεν εις τα σπίτια των Αστ. Κοκόλη, Κ. Τσικοπούλου, Παύλ. Κουρμάνη και Αστ. Παπαλέξη, την περιποίησιν που ετύχαμεν αδυνατούμεν να περιγράψωμεν. Το ευχαριστώ θα είναι η ολιγωτέρα ένδειξις αγάπης και εκτιμήσεως προς τους φίλους μας. Την Παρασκευήν το πρωί με χαρές και τραγούδια μας προέπεμψαν δια το Φλάμπουρο, όπου κάμνοντες την ιδίαν διαδρομήν, κατά το βράδυ εφθάσαμε εις την Άνω Μηλιάν. Το όντι είχαν δίκαιο να ωνομάσουν το χωριό αυτό Καταφύγι, διότι εκεί πραγματικά βρίσκει κανείς το καταφύγιόν του από απόψεως αγάπης, εκτιμήσεως και φιλοξενείας.
Αι εντυπώσεις των εκδρομέων αφαντάστως απερίγραπτοι.