στη μάνα
από την Πρώτη Ποιητική Συλλογή
¨υποχρέωση τιμής¨
του Αγγελου Αγγελίδη
Τα καρδιοχτύπια σου για μας…….,
έφτιαχναν το ρυθμό μας.
Ρυθμό ζωής, ρυθμό χαράς,
ρυθμό…., απ΄ το ρυθμό σας.
Οι έγνοιες σου ατέλειωτες……,
γίναν στο κουμπαρά μας, δύναμη
ατελείωτη.
Όπως οι στάλες της βροχής,
που θάλασσες θα γίνουν.
Πολλά κατάλαβα θαρρώ…, με δύναμη το λέω
κι εύκολα μα και δύσκολα στο διάβα της
ζωής.
Όμως αυτό που άλυτο θα είναι ίσως για πάντα
το παρακάτω αίνιγμα……., Μάνα μου λατρεμένη.
Πώς….. ;
αν και λίγες οι σπουδές και λίγα τα
βιβλία
από μια τύχη άσχημη κι αιτία των πολέμων,
στη
νόησή σου έβαλες βαθειά και ριζωμένα
το βάρος, την αξία της, της μόρφωσης νωρίς ;
Στο άλλο πάλι αίνιγμα….. κι εκεί δεν έχω γνώση.
Πώς… ; μέσα από φτώχεια δύσκολη, παλατιανά
να ζούμε ;
Πώς… ; αν και όλα λιγοστά, μας φαίνονταν
περίσσεια ;
Πώς… ; αν και λίγες οι δραχμές, έφταναν γι
άλλες μέρες ;
Μεγάλη η κληρονομιά… κι ίσως η πιο μεγάλη,
όταν σου μάθουν οι γονείς… δουλειά κι οικονομία.
Ποτέ δεν τις φοβήθηκες τις απειλές των
άλλων.
Ούτε σε εξουσίες δύστροπες έδειξες χαρακτήρα.
Αυτό που ήταν δίκαιο για όλους τους
ανθρώπους,
αυτό πιστ΄ ακολούθησε κι η συμπεριφορά σου.
Τα μίσησες τα ψέματα
και τ΄ άδικα τα λόγια.
Αρνήθηκες απόλυτα τις μαύρες κλίκες κι
άγνωστες
τις άσωτες
φατρίες.
Αρνήθηκες συμμετοχή ...
σε σχόλια ύπουλων σκοπών και σε πληροφορίες,
της κοινωνίας μάστιγες
στο δρόμο των αιώνων.
Ούτε κι η περιέργεια….. το νίκησε, το ήρεμο
μυαλό σου.
Ούτε μια φαντασία άρρωστη, σε έσπρωξε σε
λάθη.
Ούτε τα πάθη τα πολλά σαν των πολλών
ανθρώπων
κατάφεραν το πνεύμα σου να βγάλουν απ΄ το
δρόμο.
Από ένα δρόμο δύσκολο με ανηφοριές και
μπόρες
μα με σημάδια θετικά προς το τελείωμά του.
Με πίστη και υπομονή με πλήρη
αυτογνωσία
να φτιάξεις με τα χέρια σου, χρυσή υστεροφημία.
Ανέγγιχτη κι Αλώβητη.
Αιώνια
Δοξασμένη.