Σχολή.
Στα εγκαίνια της έκθεσης, παραβρέθηκαν η οικογένεια του, πολλοί συναγωνιστές, φίλοι, συντοπίτες του, εκπρόσωπος του Πολιτιστικού Συλλόγου Σταθμού
και ο ιερέας της συνοικίας του Σταθμού π. Κυριάκος.
Εισηγητές για την κοινωνική,
πολίτικη και καλλιτεχνική προσφορά του Ανέστη
Δομακίδης ήταν:
Ο Νίκος Σαλπιστής εκ μέρους
της Λαϊκής Επιτροπής και ο σχολικός σύμβουλος Νίκος Γραίκος Δρ
Ιστορίας της Τέχνης Α.Π.Θ .
Για την οργάνωση της
έκθεσης δούλεψαν η πολιτιστική ομάδα της ¨Λαϊκής
Επιτροπής Κατερίνης¨ και ο Νίκος Γραίκος.
Η έκθεση θα
διαρκέσει μέχρι και τις 22-1-2017 και
θα είναι ανοικτή στο κοινό από τις 10
π.μ. μέχρι τις 2 μ.μ. και από τις 6 μ.μ. μεχρι τις 9 μ.μ.
Ο Ανέστης Δομακίδης , αυτοδίδακτος λαϊκός ζωγράφος γεννήθηκε το 1945 και
κατοικούσε στη συνοικία του Σταθμού. Το επάγγελμά του ήταν ελαιοχρωματιστής και
ήταν παντρεμένος και πατέρας τριών παιδιών.
Συμμετείχε στη ¨Λαϊκή Επιτροπή Κατερίνης
¨, ήταν υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος στο ψηφοδέλτιο της ¨Λαϊκής Συσπείρωσης¨
στο Δήμο Κατερίνης, συνεπής αγωνιστής στις κινητοποιήσεις και εκδηλώσεις του
ΠΑΜΕ, του ΚΚΕ, της ¨Λαϊκής Επιτροπής Κατερίνης ¨ ενάντια στα διόδια, στα
χαράτσια και στην επίθεση κατά των εργατικών δικαιωμάτων αλλά και συμμέτοχος
στην εκδήλωση της λαϊκής αλληλεγγύης.
Έφυγε από κοντά μας τον Αύγουστο του
2016.
--------------------------
Η σημερινή εκδήλωση της Λαϊκής Επιτροπής
Κατερίνης είναι μια εκδήλωση τιμής για τον Ανέστη Δομακίδη που έφυγε από κοντά
μας πριν από ενάμιση χρόνο, για την κοινωνική και πολιτική του προσφορά και για
την καλλιτεχνική του δημιουργία.
Τιμούμε στο πρόσωπό του όλους
αυτούς που αγωνίζονται για μια δίκαιη κοινωνία, χωρίς την εκμετάλλευση ανθρώπου
από άνθρωπο.
Ο Ανέστης Δομακίδης ήταν βιοπαλαιστής ,
κατάγονταν από ποντιακή -προσφυγική οικογένεια και έμενε στη συνοικία του
Σταθμού.
Αλήθεια γιατί να αναφερθούμε σε έναν
ελαιοχρωματιστή που τελείωσε μόνο το δημοτικό;
Γιατί θέλουμε να αναδείξουμε
τους απλούς ανθρώπους του μόχθου που δημιουργούν τον κοινωνικό
πλούτο και παρόλο που τους φυλακίζει η θέση τους στην κοινωνία, βρίσκουν
τρόπους να ξεφύγουν από το συνηθισμένο, να απογειωθούν και να
δημιουργήσουν.
Είναι πολύ χαρακτηριστικό το απόσπασμα
από το ποίημα του Μπρεχτ ¨Ερωτήσεις ενός εργάτη που διαβάζει¨.
Ποιος έχτισε τη Θήβα την εφτάπυλη;
Στα βιβλία δε βρίσκεις παρά των βασιλιάδων τα ονόματα.
Oι βασιλιάδες κουβαλήσαν τ’ αγκωνάρια;
…… Tο Bυζάντιο το χιλιοτραγουδισμένο
μόνο παλάτια είχε για τους κατοίκους του;
Aκόμα και στη μυθική Aτλαντίδα,
τη νύχτα που τη ρούφηξε η θάλασσα,
τ’ αφεντικά βουλιάζοντας, μ’ ουρλιαχτά τους σκλάβους τους καλούσαν.
O νεαρός Aλέξανδρος υπόταξε τις Iνδίες.
Mοναχός του;
O Kαίσαρας νίκησε τους Γαλάτες.
Δεν είχε ούτ’ ένα μάγειρα μαζί του;
…..Kάθε σελίδα και μια νίκη.
Ποιος μαγείρεψε τα νικητήρια συμπόσια;
Κάθε δέκα χρόνια κι ένας μεγάλος άντρας.
Ποιος πλήρωσε τα έξοδα;
Αυτό άλλωστε δεν λέει και ο ποιητής μας Γιάννης Ρίτσος στο ποίημα του ¨οι γειτονιές
του κόσμου¨;
Κι έτσι που να χαμογελάνε οι άλλοι
και να λένε:
"Τέτοια ποιήματα- (πίνακες)
σου φτιάχνω εκατό την ώρα".
Αυτό θέλουμε κι εμείς.
Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε
για να ξεχωρίσουμε, αδελφέ μου,
απ’ τον κόσμο.
Εμείς τραγουδάμε
για να σμίξουμε τον κόσμο.
και να λένε:
"Τέτοια ποιήματα- (πίνακες)
σου φτιάχνω εκατό την ώρα".
Αυτό θέλουμε κι εμείς.
Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε
για να ξεχωρίσουμε, αδελφέ μου,
απ’ τον κόσμο.
Εμείς τραγουδάμε
για να σμίξουμε τον κόσμο.
Συνηθίζεται όταν αναφερόμαστε σε
ανθρώπους που έφυγαν από τη ζωή να μιλάμε με τρόπο θετικό για αυτούς.
Και αυτό γίνεται γιατί μας λείπει η
θετική τους πλευρά και προσπαθούμε να καλύψουμε την απουσία τους με την αναφορά
μας σε αυτή.
Ένας άλλος λόγος είναι γιατί ίσως
θέλουμε αυτή η πλευρά να αναπαραχθεί από τους μεταγενέστερους. Ίσως και γιατί
ο άλλος κουβαλά πάντα ένα κομμάτι από τη δική μας ζωή που χάθηκε .
Ανατρεπτικός και ανήσυχος, ανεψιός του περίφημου αντάρτη Δομακίδη .
Μια τάση φυγής από την πιεστική
πραγματικότητα, που σε όλους μας ως ένα βαθμό υπάρχει εκδηλώνονταν στον Ανέστη
με τη ζωγραφική και την καλλιτεχνική δημιουργία.
Η ζωγραφική ήταν ένας τρόπος να πει να
εκφράσει την πραγματικότητα που ίσως δεν μπορούσε να πει με λόγια, άλλωστε δεν
παίζει και ένα τέτοιο ρόλο η τέχνη, αυτόν δηλαδή της έκφρασης της σκέψης, των
συναισθημάτων, της αισθητικής, του κοινωνικού ενδιαφέροντος;
Οσο περνούσε ο καιρός ο Ανέστης, γιατί
ήταν άνθρωπος που άκουγε αρκεί να έβρισκες τον τρόπο του, καταλάβαινε , και το
έκανε πράξη, ότι μόνο η συλλογική προσπάθεια, οι συλλογικοί αγώνες για το δίκιο
και την ισότητα των ανθρώπων δικαιώνουν την ύπαρξή μας.
Η επιλογή αυτή δεν εκδηλώνονταν
από τον τιμώμενο μόνο με την αλληλοβοήθεια, την ανιδιοτελή προσφορά και το
συνεχές ενδιαφέρον για την πορεία του κινήματος.
Εκδηλώνονταν με τη συνεπή παρουσία
του στα συλλαλητήρια του ΠΑΜΕ, στις δομές αλληλεγγύης της λαϊκής επιτροπής,
στις διαμαρτυρίες στη ΔΕΗ για τα χαράτσια και τις διακοπές ρεύματος για τα
λαϊκά νοικοκυριά, στα διόδια στη Λεπτοκαρυά, στις πολιτικές συγκεντρώσεις και
τις εκδηλώσεις τιμής για τους μαχητές του ΕΛΑΣ και του ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ
ΕΛΛΑΔΑΣ, στο μοίρασμα του Ριζοσπάστη και στην οικονομική εξόρμηση του ΚΚΕ, στο
ψηφοδέλτιο της Λαϊκής συσπείρωσης για τις δημοτικές εκλογές.
Δεν είναι στις προθέσεις μας να αγιοποιήσουμε
τον τιμώμενο. Όμως, όταν τελειώσει ο χρόνος μας σε αυτήν τη γη και βάζουμε τα
θετικά και τα αρνητικά μας στη ζυγαριά, τα θετικά για τον Ανέστη είχαν πολύ
μεγαλύτερο βάρος.
Η καλλιτεχνική δημιουργία ήταν ένας
τρόπος να περάσει στην αθανασία με το έργο του, γιατί τι άλλο μένει από τις
πράξεις μας και το έργο μας μετά την απώλεια;
Έτσι κι ο Ανέστης ζει μέσα στους πίνακες
του, τα χρώματα, τα πινέλα και τα προσχέδιά του, ζει από την αισθητική απόλαυση
που προσφέρει σήμερα σε μας.
Έτσι λοιπόν θα είναι μαζί μας.
Και όταν έρθετε στη διαδήλωση του
ΠΑΜΕ ψάξτε ανάμεσα στους διαδηλωτές.
Κάπου εκεί θα δείτε έναν κόκκινο
μπερέ, είναι ο Ανέστης Δομακίδης, ο σύντροφός μας
Νίκος Σαλπιστής
Η ζωγραφική ως τοπική πολιτισμική και
κοινωνική μαρτυρία
Αναδρομική έκθεση
ζωγραφικής του Ανέστη Δομακίδη (1945 – 2016)
Ο Ανέστης Δομακίδης γεννήθηκε
το 1945 στην Κατερίνη από Πόντιους πρόσφυγες γονείς. Ήταν, κατά βάση,
αυτοδίδακτος ζωγράφος με πηγαίο ταλέντο. Ξεκίνησε τη ζωγραφική σε νεαρή ηλικία και
συνέχισε να ζωγραφίζει μέχρι το τέλος της ζωής του,παράλληλα με το κύριο
επάγγελμα του ελαιοχρωματιστή, που ασκούσε μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 2006.
Απεβίωσε το 2016 στην Κατερίνη.
Η ζωγραφική του
Δομακίδη χαρακτηρίζεται από τη λαϊκότροπη πραγμάτευση και την προσπάθεια
υιοθέτησης των νατουραλιστικών κανόνων. Θεματικά ήταν προσανατολισμένη στην
τοπιογραφία, στην απεικόνιση των καθημερινών ασχολιών των ανθρώπων του λαού
κυρίως της παλαιότερης εποχής και στον μόχθο των αγροτών και των εργατών.
Χαρακτηριστικά θέματα που ζωγράφισε ο Δομακίδης ήταν πιερικά τοπία της περιοχής
της Αγίας Κόρης Ολύμπου και του Αγίου Δημητρίου Ολύμπου, του Λιτοχώρου, του
Κάστρου του Πλαταμώνα και του Παλαιού Παντελεήμονα, τοπία άλλων περιοχών της
Ελλάδος, όπως της Κέρκυρας, αταύτιστα παραθαλάσσια ή παραποτάμια τοπία,
γεωργοκτηνοτροφικά επαγγέλματα, εσωτερικά σπιτιών με καθημερινές οικογενειακές
ασχολίες, καφενεία, τρένα και τοπία της περιοχής του Σιδηροδρομικού Σταθμού
Κατερίνης, τοπία της Παλιάς Θεσσαλονίκης κ.ά. Η φυσιολατρία, η νοσταλγία για
τις απλές αξίες της παλαιότερης εποχής, η αγάπη για την καθημερινότητα των
ανθρώπων του λαού αποτελούσαν ανεξάντλητες πηγές έμπνευσης για τον ζωγράφο.
Παράλληλα ενδιαφερόταν και για θέματα πολιτικού και κοινωνικού περιεχομένου, όπως
η φτώχεια, ο αφοπλισμός, το Πολυτεχνείο, η εκμετάλλευση των εργατών και για
θέματα που εξέφραζαν τον προσωπικό του προβληματισμό και τα οράματά του για μια
καλύτερη ζωή, όπως το νόημα της κοινωνικής αδικίας, ο ρόλος του Θεού στην
ιστορία κ.ά. Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι δεν ασχολήθηκε με θέματα της
Εθνικής Αντίστασης, γιατί ως νεότερος δεν πρόλαβε να ζήσει τα
γεγονότα.
Ο ζωγράφος μας
ασχολήθηκε κυρίως με τη ζωγραφική του τελάρου. Ενδιαφέρθηκε, όμως, και για άλλα
είδη εικαστικής αναπαράστασης, όπως την τοιχογραφία με πλαστικά χρώματα, το
γύψινο πατιναρισμένο ανάγλυφο, τη γελοιογραφία και την κατασκευή πινακίδων
καταστημάτων.
Ο Δομακίδης ζωγράφιζε
συνεχώς στο εργαστήριο του σπιτιού του στη συνοικία του Σιδηροδρομικού Σταθμού
της Κατερίνης. Όπως προαναφέραμε ήταν αυτοδίδακτος, ωστόσο, σύμφωνα με τις
μαρτυρίες των οικείων του, στην ηλικία των δεκατεσσάρων χρόνων μαθήτεψε κοντά
στον γνωστό Κατερινιώτη ζωγράφο Νίκο Πιπερίδη ή Πίπερ με τον οποίο είχε κάποια
μακρινή συγγένεια. Από αυτόν έμαθε και την τέχνη του ελαιοχρωματιστή. Σύμφωνα
με τις ίδιες μαρτυρίες, λίγο αργότερα μετακόμισε για ένα περίπου χρόνο στην
Αθήνα, όπου συνέχισε να εργάζεται ως ελαιοχρωματιστής και παράλληλα μαθήτεψε σε
άγνωστο ζωγράφο, ο οποίος είχε το εργαστήριό του σε κεντρικό σημείο της πόλης
στην «οδό Ακαδημίας».
Βελτίωνε τις
καλλιτεχνικές του γνώσεις περισσότερο με βάση την εμπειρία παρά με τη
συστηματική μαθητεία ή τη χρήση τεχνικών εγχειριδίων του εμπορίου. Στο σωζόμενο
ανεπεξέργαστο αρχείο του σπιτιού του δεν βρέθηκε σχετικό υλικό ούτε εικονογραφημένα
βιβλία τέχνης. Τα λίγα βιβλία που υπάρχουν στη βιβλιοθήκη του είναι κατά βάση
πολιτικές και λογοτεχνικές εκδόσεις. Ωστόσο, ανάμεσα στα διάφορα προσχέδια με
μολύβι των έργων του, βρέθηκαν καρτποστάλ, σελίδες από εικονογραφημένα
ημερολόγια, διαφημιστικά τουριστικά φυλλάδια και φωτογραφικά αποκόμματα από
περιοδικά και εφημερίδες, κυρίως με τοπία, τα οποία χρησιμοποιούσε ως
εικονογραφικά πρότυπα.
Ο τρόπος δουλειάς του
ήταν κοινός με πολλούς άλλους ζωγράφους της λαϊκής πραγμάτευσης. Αγαπούσε την
αναπαράσταση και τον νατουραλισμό. Αρχικά εμπνεόταν από το θέμα του είτε από
φωτογραφίες είτε από προσωπική εμπειρία. Ωστόσο, δεν ζωγράφιζε από φυσικού,
αλλά από μνήμης ή χρησιμοποιώντας ως πρότυπα φωτογραφίες που τραβούσε ο ίδιος ή
έβρισκε σε διάφορα έντυπα. Στις περισσότερες περιπτώσεις αρχικά πραγματοποιούσε
πολύ συνοπτικές σπουδές της σύνθεσης με απλό μολύβι ή στυλό διαρκείας.
Η χρωματική κλίμακα
των έργων του εξαρτιόταν από το θέμα. Στις τοπιογραφίες του κυριαρχούν τα
φωτεινά κίτρινα, οι διάφορες αποχρώσεις του καφέ, του γκρίζου, του πορτοκαλί
και του πράσινου και σπανίως το λουλακί και το κόκκινο, ενώ στα εσωτερικά του
κυριαρχούν οι σκούροι τόνοι. Χρησιμοποιούσε πλαστικά χρώματα και ελαιογραφίες
του εμπορίου που άπλωνε στη ζωγραφική επιφάνεια με πινέλα και μερικές φορές με
σπάτουλα. Ζωγράφιζε συνήθως πάνω σε πανί που προετοίμαζε και τελάρωνε ο ίδιος
και μερικές φορές σε χαρτιά και λεπτά χάρτμπορτ.
Στη διαχρονική εξέλιξη
της τέχνης του παρατηρούμε μια τάση βελτίωσης των τεχνικών χαρακτηριστικών στο
σχέδιο, στην απόδοση της ανατομίας και στην νατουραλιστική απόδοση. Γενικά, οι
συνθέσεις του ήταν απλές, επικεντρωμένες στο κύριο θέμα και προσανατολισμένες
στη νατουραλιστική απόδοση με κάποια αστάθεια στη διαρρύθμιση των
ζωγραφικών αντικειμένων και των αναλογιών. Ωστόσο, κάποιες λεπτομέρειες των
έργων τις πραγματεύεται με καλλιτεχνική επιδεξιότητα και φυσιοκρατική ακρίβεια,
όπως για παράδειγμα το μοτίβο του κάρου που το σέρνει γαϊδουράκι, το οποίο
χρησιμοποιούσε πανομοιότυπα σε αρκετούς πίνακες.
Ο Δομακίδης δεν είναι
ευρύτερα γνωστός ζωγράφος στην πατρίδα του την Κατερίνη. Τον γνώριζε, όμως,
καλά η κοινωνία της συνοικίας του Σιδηροδρομικού Σταθμού, οι φίλοι και οι
σύντροφοί του, γιατί είχε την ανοιχτή διάθεση να θέσει τις καλλιτεχνικές του
δυνάμεις στην υπηρεσία της κοινωνίας. Είναι χαρακτηριστικές οι τοιχογραφίες του
στο 8ο Δημοτικό Σχολείο Κατερίνης, στο σπίτι του και τα πανό
που κατασκεύαζε για διάφορες πολιτικές εκδηλώσεις. Στις αρχές, επίσης, της
δεκαετίας του ΄80 δημοσίευε πολιτικές γελοιογραφίες στην τοπική εφημερίδα
«Ολύμπιον Βήμα».
Φαίνεται ότι
ενδιαφερόταν για την προβολή των έργων του. Το 1984 ο Πολιτιστικός Σύλλογος
Σταθμού Κατερίνης οργάνωσε προς τιμή του ατομική έκθεση. Μάλλον το 2001
οργάνωσε ατομική έκθεση σε αίθουσα της Χ.Α.Ν. Θεσσαλονίκης. Είχε συμμετάσχει
επίσης σε διάφορες ομαδικές εκθέσεις που οργανώθηκαν στη Κατερίνη κυρίως τη
δεκαετία του ΄80, όπως στο «Πολιτιστικό Πανηγύρι» του Πολιτιστικού Συλλόγου
Σταθμού τη δεκ. ΄80, στην «Πολιτιστική Άνοιξη» της Νομαρχίας Πιερίας το 1989
κ.ά.
Η τέχνη του Δομακίδη
δεν μπορεί να εκτιμηθεί με βάση την καλλιτεχνική της αξία, αλλά ως σημαντική
μαρτυρία, για τις πολιτισμικές νοοτροπίες και τις αναπαραστάσεις των ανθρώπων
της μετεμφυλιακής γενιάς του, που εμφορούνταν από προοδευτικές ιδέες.
Τηρουμένων των αναλογιών το έργο του θα μπορούσε να ενταχθεί στην παράδοση
πολλών άλλων αριστερών καλλιτεχνών του 20ου αιώνα που
εμπνεύστηκαν από το λαϊκό μόχθο και τους λαϊκούς αγώνες. Από την ευρύτερη
περιοχή αναφέρουμε ενδεικτικά τις περιπτώσεις του Δημήτρη Κατσικογιάννη
και του Δημήτρη Οικονομίδη από την Καρυά Ολύμπου, οι οποίοι, όμως, συμμετείχαν
στους αγώνες της Εθνικής Αντίστασης και εμπνεύστηκαν θεματικά από αυτήν,
ωστόσο, διέθεταν ακαδημαϊκότερη καλλιτεχνική παιδεία. Ο Δομακίδης μεγαλωμένος
σε λαϊκή και αριστερή οικογένεια τα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια δεν είχε την
άνεση να αναπτύξει τις καλλιτεχνικές του δεξιότητες σε ακαδημαϊκό επίπεδο ούτε
να ασχοληθεί με την τέχνη συστηματικότερα, όπως πιθανώς θα ήθελε. Ήταν ένας
λαϊκός άνθρωπος, που αγαπούσε την εργασία και ζωγράφιζε για την προσωπική
ευχαρίστηση κι όχι για βιοπορισμό. Η ζωγραφική ήταν γι΄ αυτόν μια ευφρόσυνη
δραστηριότητα κι ένας τρόπος να
εκφράζει την αγάπη του για τη φύση και τους λαϊκούς ανθρώπους, συνυφασμένη με
την καθημερινότητα, την προσωπική του αντίληψη για τη ζωή και τις αριστερές του
ιδέες. Ήταν, όμως, και μια ψυχολογική ανάγκη έκφρασης των προσωπικών του
οραμάτων, απρόβλεπτων μερικές φορές, όπως τα σύντομα ταξίδια που έκανε σε
ανύποπτο χρόνο, στο τέλος της ζωής του, στη μακρινή Κούβα και στο Βόρειο
Βιετνάμ, ωστόσο, εμποτισμένων από την ευαισθησία του για μια κοινωνία ισότητας
και δικαίου. Αποτελεί, έτσι, χαρακτηριστική περίπτωση ανθρώπου που μέσα από την
καθημερινή βιοπάλη βρήκε το σθένος να παλέψει τα ταξικά του εμπόδια και να
εκφράσει τις ιδέες του αξιοποιώντας το κρυμμένο, αλλά δυνατό καλλιτεχνικό του
ταλέντο.
Γι΄ αυτό η αναδρομική
έκθεση που οργανώνει, μετά τον πρόσφατο θάνατό του, η «Λαϊκή Επιτροπή
Κατερίνης» και οι φίλοι του στην Αστική Σχολή Αικατερίνης από 17 έως 21
Ιανουαρίου 2018, αποτελεί μια ευκαιρία να αναστοχαστούμε τη λαϊκή, πολιτιστική
φυσιογνωμία της νεότερης ιστορίας της πόλης μας της Κατερίνης, αλλά και να
χαρούμε την πηγαία και αυθόρμητη αξία των έργων του βιοπαλαιστή και ζωγράφου
Ανέστη Δομακίδη.
Νικόλαος Γραίκος, Δρ Ιστορίας
της Τέχνης Α.Π.Θ.