Τετάρτη 15 Νοεμβρίου 2017

Δήλωση-Παρέμβαση Β.ΝΟΥΛΕΖΑ Δικηγόρου, για την υπόθεση Σώρρα Αρτέμη

Έχει αθωωθεί αιτιολογημένα & αμετάκλητα ο Αρτ.Σώρρας για την διασπορά ψευδών ειδήσεων'
Απαράδεκτη η δεύτερη δίωξη λόγω συνδρομής δεδικασμένου.
Παραβιάζεται και το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά & πολιτικά δικαιώματα(που κυρώθηκε στήν Ελλάδα με τόν Ν.2462/97)και η Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του ΟΗΕ.
.
Δέν μπορεί να παραβιασθεί το ουσιαστικό δεδικασμένο.Υφίσταται κώλυμα για νέα δίωξη.
Κατ΄άρθρον 57 παρ.;ΚΠΔ"Αν κάποιος καταδικαστεί αμετάκλητα η αθωωθεί ή έχει πάψει ποινική δίωξη εναντίον του .δέν μπορεί να ασκηθεί και πάλι σε βάρος δίωξη για τήν ίδια πράξη,ακόμη και αν δοθεί σε αυτή διαφορετικός νομικός χαρακτηρισμός
Σκοπός του ουσιαστικού ποινικού δεδικασμένου είναι η ασφάλεια τού δικαίου,η διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης και τάξης ,μια δεσμευτικότητα για τις πράξεις της δικαιοδοτικής λειτουργίας,η αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων και η προστασία του ατόμου.
Στήν περίπτωση του Αρτ.Σώρρα με την με αριθμό 67650/2013 απόφαση του Η.Μον.Πλημ.Αθηνών έχουμε ύπαρξη δεδικασμένου και πιο συγκεκριμένα Αμετάκλητη δικαστική απόφαση,ταυτότητα προσώπου ,ταυτότητα πράξης.
Η επιχειρούμενη παράτυπα και ακύρως παραβίαση του δεδικασμένου θεμελιώνει τόν λόγο αναιρέσεως τού άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.ΣΤ΄ΚΠΔ.
Η νέα δίωξη και η ακολουθηθείσα διαδικασία συνεπώς με βάση τα προλεχθέντα πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη λόγω του αμετάκλητου της πρώτης απόφασης.
Μόνον το δεδικασμένο των πολιτικών Δικαστηρίων δέν είναι δεσμευτικό για το ποινικό Δικαστήριο κατ΄άρθρον 57 ΚΠΔ.
Αν επαναδικασθεί για τήν ίδια υπόθεση παραβιάζεται ευθέως το δεδικασμένο , το Σύνταγμα αλλά και οι διατάξεις της ΕΣΔΑ και δημιουργείται μείζον ηθικό και νομικό θέμα με ευθύνη της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου.
Η παραβίαση λοιπόν του ποινικού δεδικασμένου με αμετάκλητη απόφαση είναι λόγος αναιρέσεως που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από τόν Αρειο Πάγο και πρέπει να προκύπτει από την προσκομιδή της αποφάσεως στην οποίαν θεμελιώνεται και βεβαιώσεως ότι αυτή είναι αμετάκλητη.
Οι αυτοτελείς ισχυρισμοί μεταξύ των οποίων πρέπει να απαντά το Δικαστήριο επί ποινής ακυρότητας,μεταξύ των οποίων λογίζεται και εκείνος περί συνδρομής δεδικασμένου και να εκτείνεται η αιτιολογία της απόφασης, πρέπει να περιλαμβάνουν με σαφήνεια τό σύνολο των στοιχείων πού τούς απαρτίζουν.
Η τυχόν νέα απόφαση του Μον.ΠλημΑθηνών της 15.11.2017 είναι αναντίρρητα αναιρετέα κατα άρθρον 510 παρ.1 ΣΤ ΚΠΔ,διότι παραβίασε το δεδικασμένο που υφίσταται από την αθωωτική απόφαση του Η΄Μον.Πλημ Αθηνών του 2013.
Αν η νέα κατηγορία συγκροτείται εξ αντικειμένου από τα αυτά περιστατικά,δηλ.από τα ίδια κατα τόν χρόνο και τόν τόπο της τελέσεως ιστορικά γεγονότα,από τα οποία απαρτίζεται κατα τα ουσιώδη αντικειμενικά στοιχεία αυτής,τότε πρόκειται για ταυτότητα πράξης)ΑΠ629/77Ποιν.Χρ ΚΖ΄693,ΑΠ 327/77Ποιν ΧρΚΖ/674,Εφ Αθ 224/79 Ποιν Χρ. Λ'683,Μπουρόπουλος ,άρθρ.57 ΚΠΔ)
Κωλύεται η άσκηση δεύτερης ποινικής δίωξης εφ΄όσον υπάρχει ταυτότητα αντικειμένου και άραγε η δεύτερη ποινική δίωξη κηρύσσεται απαράδεκτη..
Το δεδικασμένο καλύπτει όχι μόνον την κατηγορία που εισάγεται,για εκδίκαση στο ακροατήριο αλλά και όλες ακόμα τίς σιωπηρά συνεισαγόμενες κατηγορίες πού προέρχονται από την τυχόν επιτρεπτή μεταβολή του νομικού χαρακτηρισμού της αρχικής κατηγορίας, υπό την προϋπόθεση της μη μεταβολής αυτής,γιατί στήν αντίθετη περίπτωση προκύπτει απόλυτη ακυρότητα κατ΄άρθρον 171 παρ1 β΄ΚΠΔ που αποτελεί λόγο αναιρέσεως.
Απο τις διατάξεις τών άρθρων 27 επ.,46,57 επ.και 321ΚΠΔ προκύπτει ότι ναι μέν το Δικαστήριο μπορεί και πρέπει να αποφαίνεται μόνο για την πράξη για την οποίαν ασκήθηκε ποινική δίωξη από τον Εισαγγελέα και όχι για άλλην,πλήν όμως όταν η πράξη για την οποίαν καταδικάσθηκε ο κατηγορούμενος δέν είναι διάφορη από εκείνη για την οποίαν ασκήθηκε ποινική δίωξη κατα χρόνο,τόπο και λοιπές ιστορικές συνθήκες ,τότε δέν επέρχεται ανεπίτρεπτη μεταβολή της κατηγορίας και δέν ιδρύεται λόγος αναίρεσης από τό άρθρο 510 παρ.1θ ΚΠΔ.
Εν ολίγοις συμπερασματικά δέν μπορεί να διωχθεί για τις ίδιες αξιόποινες πράξεις και να τιμωρηθεί για αυτές ο Αρτ Σώρρας που κηρύχθηκε αθώος το 2013.
Ο Εισαγγελέας ΑΠ έχει την δικονομική δυνατότητα και ευρεία εξουσία χωρίς χρονικούς περιορισμούς και δεν περιστέλλεται επι αθωωτικών αποφάσεων ,να ζητήσει την αναίρεση υπέρ του νόμου οποιασδήποτε αποφάσεως οποιουδήποτε ποινικού Δικαστηρίου για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας,εσφαλμένης εφαρμογής ποινικής διατάξεως η υπέρβασης εξουσίας ,με στόχο την διόρθωση εσφαλμένων αποφάσεων λόγω της ιδιότητας και της δυνατότητας το γενικής εποπτείας χάριν της ενότητας της νομολογίας και της ενιαίας ερμηνείας των εν ισχύει νόμων, όμως η Αναίρεση υπέρ του Νόμου κατα τα άρθρα 484,503 ΚΠΔ κατα αμετακλήτου καταστάσης αποφάσεως ,ως μη δυνάμενη να επηρεάσει το διατακτικό αυτών ,δεν αποτελεί γνήσιο ένδικο μέσον , αλλά ιδιόρρυθμη Προσφυγή με την οποίαν σκοπείται ή άρση νομικού σφάλματος
.Η εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών δέν είναι λόγος αναίρεσης διότι δεν εξετάζονται στην αναιρετική δίκη αυτα ,γίνονται ανέλεγκτα όπως τα δέχθηκε το Δικαστήριο ουσίας.η αναιρετική δίκη επαναλαμβάνω αφορά μόνον ζητήματα ερμηνείας του Νόμου.
Η εκδοθείσα επι της ασκηθείσης Αναίρεσης απόφαση της Ολ ΑΠ δέν επηρεάζει ουδόλως τό κύρος της απόφασης του 2013,και άραγε δέν έχει έννομες συνέπειες για τους διαδίκους και σε αντίθεση με την κανονική Αναίρεση δέν αναπέμπεται στα Δικαστήρια ουσίας για να εκδικαστεί εκ νέου.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια οιονεί πανηγυρική διακήρυξη ότι η αναιρετέα απόφαση ήταν εσφαλμένη ,χωρίς περαιτέρω έννομες συνέπειες για τους διαδίκους,για τούς οποίους εξακολουθεί να υφίσταται το δ ε δ ι κ α σ μ έ ν ο.
Β.ΝΟΥΛΕΖΑΣ
Δικηγόρος ,Μέλος της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων.
Συνήγ.υπεράσπισης Αρτ .Σώρρα