Του Σ.Ν.Σάκκου, ομοτ.καθηγ.Παν/μιου
Τα Ευαγγέλια δεν αναφέρουν πότε έγινε η ανάσταση του Χριστού.
Το μόνο που μας πληροφορούν είναι ότι το πρωί «της μίας σαββάτων», δηλαδή το πρωί της δίκης μας Κυριακής ημέρας, οι μυροφόρες βρήκαν κενό το μνήμα και οι άγγελοι τις απηύθυναν το μήνυμα ότι ο Χριστός ηγέρθη.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της ευαγγελικής ιστορίας ο Χριστός πρέπει να αναστήθηκε το πρωί της Κυριακής, την 4η φυλακή της νύχτας, δηλαδή μεταξύ 3 και 6 η ώρα. Πράγματι, ο Κύριος πέθανε πάνω στο σταυρό στις 3 περίπου το απόγευμα της Παρασκευής. Αφού έμεινε τρεις μέρες στον άδη, όπως λένε οι προφητείες, πρέπει η παραμονή του στο τάφο να πήρε και ώρες από την Κυριακή· οπότε έχουμε Παρασκευή, Σάββατο και μέρος της Κυριακής στον άδη με τους νεκρούς, και Κυριακή χαράματα η Ανάσταση.
Πριν ακόμη oι μυροφόρες φθάσουν στο μνήμα, ο Ιησούς Χριστός είχε αναστηθεί, ενώ οι ρωμαίοι στρατιώτες φύλαγαν έναν άδειο τάφο! Ο σεισμός, που έγινε αργότερα και αποκύλισε το λίθο του τάφου, δεν ήταν για να αναστηθεί ο Κύριος, αλλά για να διαπιστωθεί η Ανάσταση.
Πριν ακόμη oι μυροφόρες φθάσουν στο μνήμα, ο Ιησούς Χριστός είχε αναστηθεί, ενώ οι ρωμαίοι στρατιώτες φύλαγαν έναν άδειο τάφο! Ο σεισμός, που έγινε αργότερα και αποκύλισε το λίθο του τάφου, δεν ήταν για να αναστηθεί ο Κύριος, αλλά για να διαπιστωθεί η Ανάσταση.
Η σωστότερη ώρα για να γιορτάζουμε την Ανάσταση είναι, λοιπόν, πρωί-πρωί την Κυριακή. Ο εορτασμός κατά τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου και ιστορικά δεν στέκεται αλλά και πρακτικά δεν εξυπηρετεί. Τη νυκτερινή αυτή ώρα τα πλήθη, οι αδιάφοροι και τυπικοί χριστιανοί, παίρνουν τη λαμπάδα τους και το κόκκινο αυγό και στέκονται από μια συνήθεια στο προαύλιο του ναού, μέχρι να ακουστεί το «Χριστός ανέστη».
Και μόλις αρχίσει ο Όρθρος και ακουστεί το «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού», σαν για να επιβεβαιώσουν την προφητεία, σηκώνονται και φεύγουν στο σπίτι τους. Τρέχουν να απολαύσουν τη μαγειρίτσα, περιφρονώντας το θείο τραπέζι με το μόσχο το σιτευτό. Αλλά και για τους πιστούς η ώρα αυτή είναι κόπος και ταλαιπωρία. Κουρασμένοι και νυσταγμένοι δεν μπορούν να απολαύσουν τη μεγάλη γιορτή.
Για να ‘ναι λαμπρή η ήμερα του Πάσχα, όπως Λαμπρή την ονόμαζαν οι παλαιότεροι, πρωί-πρωί πρέπει να χτυπούν οι καμπάνες, όπως τα Χριστούγεννα. Καθώς μάλιστα ιδιαίτερα ευνοεί και η εποχή, μέσα στην ανοιξιάτικη ατμόσφαιρα θα χαίρονται και θ’ απολαμβάνουν πραγματικά οι πιστοί στην αναστάσιμη ακολουθία τη Λαμπρή τους.