Η τοπική Αυτοδιοίκηση, ως πρωτογενές κύτταρο της δημοκρατίας και ένα από τα τρία συντεταγμένα βάθρα του Δημοκρατικού μας Πολιτεύματος, έχει
μια ιστορία αγώνων που είναι συνδεδεμένη με τη ζωή, τη λειτουργία, τις ανάγκες και τις προσδοκίες αυτού του τόπου. Όλοι αυτοί, οι ιστορικά και πολιτικά δικαιωμένοι αγώνες, προβάλλουν το αίτημα της δημιουργίας ενός αποκεντρωμένου κράτους που είναι αναγκαίο να εξασφαλίσει θεσμικά διακριτές και σαφείς αρμοδιότητες στους δήμους τόσο σε σχέση με το ίδιο όσο και σε σχέση με τον δεύτερο βαθμό αυτοδιοίκησης.
μια ιστορία αγώνων που είναι συνδεδεμένη με τη ζωή, τη λειτουργία, τις ανάγκες και τις προσδοκίες αυτού του τόπου. Όλοι αυτοί, οι ιστορικά και πολιτικά δικαιωμένοι αγώνες, προβάλλουν το αίτημα της δημιουργίας ενός αποκεντρωμένου κράτους που είναι αναγκαίο να εξασφαλίσει θεσμικά διακριτές και σαφείς αρμοδιότητες στους δήμους τόσο σε σχέση με το ίδιο όσο και σε σχέση με τον δεύτερο βαθμό αυτοδιοίκησης.
Η λειτουργική, οικονομική και διοικητική αυτονομία της Τ.Α. είναι θεμελιώδης προϋπόθεση για την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας, αλλά και όρος εκ των ων ουκ άνευ για την παροχή ίδιων δικαιωμάτων στους πολίτες με ίσες δυνατότητες και ευκαιρίες. Άλλωστε μόνο η Τ.Α. μπορεί να πετύχει την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στον σχεδιασμό και στη διοίκηση των υποθέσεων της τοπικής κοινωνίας και στη λήψη αποφάσεων που καθορίζουν με τις δικές τους επιλογές και ευθύνες το μέλλον τους.
Το όραμα, λοιπόν, για ένα σύγχρονο, ευέλικτο, αποκεντρωμένο σύστημα διοίκησης και αυτοδιοίκησης, είναι ώριμο, καθολική απαίτηση των πολιτών και αναγκαιότητα των καιρών, καθώς έτσι μόνο είναι δυνατό να αξιοποιηθεί η δυναμική της τοπικής κοινωνίας και να αναβαθμιστεί ο ρόλος και οι δυνατότητές της. Επομένως, για την επίτευξη του στόχου αυτού προβάλλει η ανάγκη ενός ρωμαλέου και μαχητικού κινήματος στην Τ.Α. το οποίο θα κάμψει τις αντιστάσεις του συγκεντρωτικού συστήματος, ώστε να κλείσει ο κύκλος του απαρχαιωμένου μοντέλου της κεντρικής διοίκησης εξουσίας. Οι εκσυγχρονιστικές και αναπτυξιακές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, οι ευρείς ορίζοντες στο περιβάλλον της Ε.Ε και η κοινή βούληση προσδιορίζουν τη διέξοδο για ισχυρούς και αποτελεσματικούς περιφερειακούς θεσμούς, επιτελικό κράτος και γενικά ένα ευέλικτο και αποδοτικό διοικητικό σύστημα που ανταποκρίνεται στις σύνθετες ανάγκες και απαιτήσεις.
Μια ισχυρή τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να θεμελιώσει ισότιμα την ανάπτυξη με βάση τις αντικειμενικές συνθήκες, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και τις δυνατότητες της κάθε περιοχής. Και αυτό γιατί έχει το προνόμιο να προχωρήσει με συναινέσεις μέσα από έναν ευρύ κοινωνικό διάλογο με όλους τους φορείς και θεσμικούς εταίρους, έτσι ώστε να εξανθρωπίσει την άσκηση της εξουσίας με αποφάσεις που παίρνουν φορείς και πολίτες και όχι οι μηχανισμοί και αδιαφανείς διαδικασίες. Αν μέσα από καθαρές κοινωνικές και πολιτικές επιλογές αναζητήσουμε την πραγματική στήριξη, συγκατάθεση και συναίνεση των πολιτών, μπορούμε να πετύχουμε σε πολλά επίπεδα. Παράλληλα απελευθερώνεται το κράτος από τη μέριμνά του για τα τοπικά και περιφερειακά προβλήματα. Έτσι μπορεί να μείνει απερίσπαστο, ώστε να καινοτομεί, να δίνει κατευθύνσεις και να προγραμματίζει στη βάση μακροοικονομικών και σχεδιασμών και στόχων.
Βεβαίως, ο αγώνας για τη διεύρυνση και κατοχύρωση των κατακτήσεων, για μια ανεξάρτητη οικονομικά και διοικητικά Τ.Α. δεν είναι εύκολος. Και αυτό γιατί υπάρχουν δυνάμεις που αντιστρατεύονται την πορεία αποκέντρωσης της εξουσίας και των δομών της. Είναι φανερό ότι καθώς δε θέλουν να χάσουν τα προνόμια ενός αυταρχικού, παραδοσιακού μοντέλου άσκησης της εξουσίας, δηλαδή του πελατειακού συγκεντρωτικού κράτους, προβάλλουν διαρκώς προσχήματα και αντιστάσεις. Υπόγειες δυνάμεις και ποικιλώνυμα εξουσιαστικά και διοικητικά πλοκάμια επιζητούν τη συρρίκνωση και αποδυνάμωση της Τ.Α. και αρνούνται δυστυχώς την εκχώρηση ουσιαστικών αρμοδιοτήτων και πόρων. Έτσι, όμως, ο δήμος δεν μπορεί να χαράξει αυτοδύναμη στρατηγική και μεταβάλλεται σ’ ένα προέκταμα και φυσικό συνεχιστή της διαχείρισης της κεντρικής εξουσίας με όλες τις παθογένειες και αδυναμίες του κεντρικού συστήματος διοίκησης.
Εμείς, ωστόσο, οφείλουμε να επιμείνουμε στην ενίσχυση της Τ.Α., να θωρακίσουμε και να παγιώσουμε σύγχρονα σχήματα οργάνωσης της αυτοδιοικητικής λειτουργίας. Και αυτό γιατί η πορεία ενίσχυσης της πρωτοβάθμιας αυτοδιοίκησης συνδέεται με την τύχη της τοπικής μας κοινωνίας, την ανάπτυξη και μετατροπή της σε έναν αυτόνομο πόλο δημιουργίας και εξέλιξης.
Για να γίνει όμως πράξη η νέα φυσιογνωμία του αυτοδιοικητικού συστήματος, χρειάζεται επανασύσταση του Καλλικράτη σε θεσμικό επίπεδο, ώστε πραγματικά οι ΟΤΑ να έχουν, όπως προβλέπει το σύνταγμα, διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια. Η χρηματοδότηση της τοπικής ανάπτυξης μπορεί να προκύψει από τους κεντρικούς αυτοτελείς πόρους (ΚΑΠ), από τα ειδικά προγράμματα της Τ.Α. και από τα περιφερειακά επιχειρησιακά προγράμματα του ΕΣΠΑ. Είναι αναγκαία η στήριξη των μικρών δήμων και ο επανακαθορισμός των ΚΑΠ για τη στήριξή τους. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι να προσδιοριστούν με σαφήνεια αρμοδιότητες και πόροι σε τομείς, όπως η υγεία, η παιδεία, τα λιμενικά ταμεία σε σχέση με τον β’ βαθμό Αυτοδιοίκησης. Η αυτονομία αυτή θα επιτρέψει τον προγραμματισμό μας με βάση τις πραγματικές ανάγκες μας. Αλλιώς θα λιμνάζουν διαχρονικά βασικά προβλήματα που μειώνουν την αποτελεσματικότητα και χρησιμότητα του θεσμού. Απαιτείται παραχώρηση είσπραξης μόνιμων πόρων, ώστε να εξασφαλιστεί η οικονομική μας αυτοδυναμία. Η σαφής θεσμική αποτύπωση μπορεί να εδραιώσει την αποκέντρωση και την περιφερειακή συγκρότηση. Τέλος, ο έλεγχος μπορεί να γίνεται από ανεξάρτητη αρχή, όπως επιτάσσει ο Ν. 3852/2010 του Καλλικράτη.
Ο αγώνας για μια άλλη ποιότητα λειτουργίας και οργάνωσης της αυτοδιοικητικής ζωής πρέπει να είναι ο πρωταρχικός μας στόχος. Η υπέρμετρη παρεμβατικότητα του κράτους, που καταργεί την διοικητική μας αυτοτέλεια και η οικονομική μας εξάρτηση από αυτό, που δεν αφήνει περιθώρια για προγραμματισμό και παραγωγή έργου, είναι αγκυλώσεις που ακυρώνουν τη λειτουργία μας. Παράλληλα το τέρας της γραφειοκρατίας εξαιτίας της ανεπάρκειας προσωπικού και μέσων είναι μεγάλο πρόβλημα στην προσπάθεια βελτίωσης των υπηρεσιών εξυπηρέτησης των δημοτών μας. Πράγματι, η δυσκίνητη γραφειοκρατία και η απερίγραπτη ταλαιπωρία του πολίτη είναι το σύγχρονο όνειδος, που δεν προσβάλλει μόνο την αξιοπρέπεια του πολίτη αλλά και το κύρος των θεσμών και της δημοκρατίας. Σοβαρή τομή μπορεί να αποτελέσει η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, που θα διευκολύνουν και θα απλουστεύσουν τις διαδικασίες εξυπηρέτησης και θα διαμορφώσουν μια άλλη ποιότητα και σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στην τοπική αυτοδιοίκηση και τους δημότες της. Οι ευεργετικές αυτές τομές θα κάνουν τη διοίκηση πιο ανθρώπινη, ευέλικτη και αποδοτική.
Η πορεία προς τον εκσυγχρονισμό και την αποκέντρωση – το γνωρίζουμε καλά- δεν είναι εύκολη ούτε αυτονόητη, είναι όμως μονόδρομος. Ωστόσο, η Τ.Α., με βαθιές ρίζες στην κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου, μπορεί και πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες, που θα οδηγήσουν στη διεύρυνση και εμβάθυνση των κατακτήσεων, σε ένα νέο προσανατολισμό την κοινωνία μας, στο δρόμο της ανάπτυξης, του εκσυγχρονισμού και του εξανθρωπισμού. Χρειάζεται ριζική αλλαγή της φιλοσοφίας για τον ρόλο της αυτοδιοίκησης στη χώρα μας. Με όρους διαφάνειας, αξιοκρατίας, ίσης μεταχείρισης και εμπιστοσύνης θα διαμορφώσουμε τις συνθήκες για το ποιοτικό άλμα της ανασυγκρότησης και του εκσυγχρονισμού της αυτοδιοικητικής λειτουργίας. Νέες αντιλήψεις και οικονομικά εργαλεία με γνώμονα την οικονομική αυτοτέλεια των ΟΤΑ, με ισχυροποίηση του θεσμικού και κοινωνικού τους ρόλου και περιορισμό της κρατικής παρεμβατικότητας, θα μετατρέψουν την Τ.Α. σε θεμελιώδη μοχλό κοινωνικής συνοχής και ανάπτυξης. Κυρίως όμως θα πετύχουμε την βιώσιμη ανάπτυξη και την αναβάθμιση της ποιότητας της ζωής των δημοτών μας που δοκιμάζονται σκληρά και προσβλέπουν με ελπίδα στην Τ.Α. για να ανακουφιστούν από τα ποικίλα προβλήματά τους.
Ευάγγελος Β. Λαγδάρης