Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Ερώτηση του βουλευτή Πιερίας του ΣΥΡΙΖΑ Στέργιου Καστόρη, για το νέο νόμο περί απασχόλησης συνταξιούχων αναπηρίας

Η μη έγκαιρη αποστολή ερμηνευτικών εγκυκλίων
καθιστά ανενεργούς νέους νόμους



Τα προβλήματα που δημιουργούνται στην καθημερινότητα των πολιτών από τη μη έγκαιρη αποστολή ερμηνευτικών εγκυκλίων, που αφορούν στην εφαρμογή των νόμων, αναδεικνύει ο βουλευτής Πιερίας του ΣΥΡΙΖΑ Στέργιος Καστόρης, με αφορμή τις ασαφείς διατάξεις του νέου νόμου περί απασχόλησης συνταξιούχων με αναπηρία.

Σε ερώτηση, που κατέθεσε στη Βουλή στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου και την οποία απευθύνει στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ο βουλευτής Πιερίας επισημαίνει το παράδοξο εφαρμογής, εκ μέρους των υπηρεσιών, παλαιότερου νόμου του 2010 που ρυθμίζει θέματα απασχόλησης συνταξιούχων αναπηρίας, παρόλο που έχει ψηφιστεί και δημοσιευτεί σε ΦΕΚ (στις 12.5.2016) νέος νόμος. Κι αυτό γιατί οι υπηρεσίες αδυνατούν να ερμηνεύσουν τις νέες διατάξεις και αναμένουν εγκύκλιο που να τις αποσαφηνίζει.

Στην ερώτηση, την οποία συνυπογράφουν και άλλοι 13 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Καστόρης αναφέρει αναλυτικά:

Σύμφωνα με το νέο νόμο 4387/2016, στους συνταξιούχους που αναλαμβάνουν εργασία από 12.5.2016 (ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου) οι ακαθάριστες κύριες και επικουρικές συντάξεις καταβάλλονται μειωμένες κατά 60%, όσο διάστημα διαρκεί η απασχόλησή τους. Υποχρέωση του συνταξιούχου πριν να αναλάβει εργασία, είναι να το δηλώσει στους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, ειδάλλως του παρακρατείται το σχετικό ποσό εντόκως (20§5 Ν.4387/2016).
Στο προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς (αρ. 16§4 Ν.3863/2010) υπήρχαν διαφορετικές ρυθμίσεις για τους συνταξιούχους λόγω γήρατος και διαφορετικές για τους συνταξιούχους με αναπηρία. Για τους τελευταίους υπήρχε η πιθανότητα διακοπής της σύνταξης, σε περίπτωση που από την εργασία τους κέρδιζαν περισσότερα από έναν υγιή εργαζόμενο.

Στο νέο νόμο δε γίνεται διάκριση των δύο κατηγοριών συνταξιούχων (γήρατος και αναπηρίας), ως εκ τούτου οι Υπηρεσίες του ΙΚΑ, τόσο οι τοπικές όσο και οι περιφερειακές, δηλώνουν άγνοια για το πώς αντιμετωπίζονται πλέον οι περιπτώσεις αυτές και απαντούν σε σχετικά ερωτήματα πολιτών ότι αναμένεται εγκύκλιος για το θέμα.
Μέχρι τότε, τους καλούν να δηλώσουν γραπτώς την πρόθεσή τους για ανάληψη εργασίας, όπως υποχρεούνται εκ του νόμου, χωρίς όμως να τους απαντούν με βεβαιότητα για την τύχη της σύνταξής τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί περίπτωση συνταξιούχου με αναπηρία, η οποία επιθυμεί να απασχοληθεί ως αναπληρώτρια μειωμένου ωραρίου στην εκπαίδευση. Αν υποθέσουμε ότι δηλώνει την πρόθεσή της να εργαστεί ταυτόχρονα με την έκδοση της σχετικής πρόσκλησης και η απάντηση περί της τύχης της σύνταξής της εκδίδεται ένα μήνα μετά, δεν είναι σε θέση να λάβει απόφαση εντός τριών-τεσσάρων ημερών, όπως ισχύει στις περιπτώσεις αυτές, εάν θα πρέπει να αποδεχθεί τη θέση. Το ίδιο ισχύει βέβαια και σε όλες τις περιπτώσεις που η σύμβαση εργασίας πρέπει να καταρτισθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Δεδομένου του ότι ο νέος νόμος επιφέρει σημαντικές αλλαγές, είναι πρόδηλη η αναγκαιότητα να αποσαφηνιστεί το ζήτημα με την ενημέρωση των αρμόδιων Υπηρεσιών, οι οποίες, όπως μας έγινε γνωστό, ελλείψει εγκυκλίου, εφαρμόζουν τα μέχρι πρότινος ισχύοντα (!), δηλαδή τον προηγούμενο νόμο του 2010.
Ο συνταξιούχος που επιθυμεί να απασχοληθεί, δικαιούται να λαμβάνει εκτός από σαφή ΚΑΙ έγκαιρη απάντηση περί της τύχης της σύνταξής του, καθώς εάν μεσολαβεί μεγάλο χρονικό διάστημα, δε μπορεί να σταθμίσει τα οφέλη από την εργασία του σε σχέση με την περικοπή του εισοδήματός του, ώστε να αποφασίσει, πολλές φορές μέσα σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα, εάν θα συνάψει τη σύμβαση εργασίας ή όχι.
Με βάση τα παραπάνω ερωτάται ο κ. Υπουργός

προτίθεται να αποστείλει σε σύντομο χρονικό διάστημα εγκύκλιο που να καθιστά σαφές αν η γενική διατύπωση «συνταξιούχος» αφορά και τις δυο κατηγορίες (γήρατος-αναπηρίας), ή αν για τους συνταξιούχους αναπηρίας προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση και ποια  είναι  αυτή;