Παρασκευή 10 Ιουνίου 2016

Συλλεκτικό: Παρανομίες Τραπεζών…. (Α΄ Μέρος)

Τίτλος: Παρανομίες Τραπεζών….
Αποστολή από: Ορφέας στις Φεβρουάριος 09, 2009, 12:01:37
Χρεώσεις και πρακτικές των τραπεζών που έχουν κριθεί παράνομες και καταχρηστικές από τα δικαστήρια και τις οποίες ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΡΝΟΥΜΑΣΤΕ :

    Οι παρακάτω πρακτικές και χρεώσεις των τραπεζών κρίθηκαν παράνομες από τα δικαστήρια :       Απόφαση Δικαστηρίου
    Για τις καταθέσεις
Είσπραξη προμήθειας για κατάθεση σε λογαριασμό τρίτου προσώπου                          711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Επιβολή εξόδων κίνησης σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου (ή τρεχούμενους) μετά την 4η πράξη κάθε μήνα   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Επιβολή εξόδων τήρησης και παρακολούθησης στους λογαριασμούς καταθέσεων   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Μονομερής μεταβολή από την πλευρά της τράπεζας για τους όρους των λογαριασμών καταθέσεων   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Επιβολή εξόδων αδράνειας (0,6 ή 1 €) σε λογαριασμούς που δεν κινούνται για πάνω από 1,5 χρόνο   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Ο υπολογισμός των τόκων των ποσών των καταθέσεων σε μεταγενέστερη ημερομηνία από αυτή που γίνεται η κατάθεση   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
    Για τις πιστωτικές κάρτες
Μονομερής αύξηση του επιτοκίου της πιστωτικής κάρτας, χωρίς συγκεκριμένα κριτήρια που αναφέρονται στη σύμβαση   1219/2001, Άρειος Πάγος
Μονομερής αύξηση της συνδρομής της κάρτας   1219/2001, Άρειος Πάγος
Είσπραξη προμήθειας για την ανάληψη μετρητών μέσω πιστωτικής κάρτας   1219/2001, Άρειος Πάγος
Για τα στεγαστικά και λοιπά δάνεια
Είσπραξη εξόδων χρηματοδότησης για τη χορήγηση του δανείου   5253/2003, Εφετείο Αθηνών
Είσπραξη εξόδων φακέλου   5253/2003, Εφετείο Αθηνών
Μονομερής αύξηση του επιτοκίου στα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο χωρίς κάποιο λογικό κριτήριο. Παράνομη είναι επίσης η απαίτηση της τράπεζας για επιστροφή του δανείου αν δεν αποδεχθεί ο πελάτης την προσαρμογή του επιτοκίου   5253/2003, Εφετείο Αθηνών
Επιβολή εξόδων 50 € σε δανειολήπτες για να πάρουν βεβαίωση οφειλών   711/2007 κ 961/2007, Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών
Η καταγγελία της σύμβασης του δανείου από τη μεριά της τράπεζας σε περίπτωση καθυστέρησης οποιασδήποτε δόσης   5253/2003, Εφετείο Αθηνών
Ο υπολογισμός των τόκων του δανείου με βάση το έτος των 360 ημερών αντί για τις 365 ή 366 μέρες με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη επιβάρυνση του δανειολήπτη   430/2005, Άρειος Πάγος
Η επιβολή χρονικού περιθωρίου (π.χ. 30 ημερών) στον πελάτη για να αμφισβητήσει τις χρεώσεις του, αλλιώς θεωρείται ότι τις κάνει δεκτές   1219/2001, Άρειος Πάγος
  
   Τι μπορώ να κάνω;
1. Να αρνηθώ την επιβολή των παραπάνω όρων και εξόδων
2. Να διαμαρτυρηθώ εγγράφως στην Τράπεζα ζητώντας να μου επιστραφούν τα χρήματα που έχουν κρατηθεί παράνομα και να μην ισχύσουν οι καταχρηστικοί όροι
3. Να στείλω την έγγραφη διαμαρτυρία μου – στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή (Υπ. Ανάπτυξης) τηλ. 1520, fax 2103842642, 210-3829640,  Πλ. Κάνιγγος, 10181και e-mail : info@efpolis.gr  – στο Συνήγορο του Καταναλωτή Λ.Αλεξάνδρας 144, 114 71 Τηλ.: 210 6460612, 210 6460862, Fax.: 210 6460414, E-mail: grammateia@synigoroskatanaloti.gr
4. Να επικοινωνήσω με την επιτροπή Ακρίβεια-stop της περιοχής μου για να αντιδράσουμε έμπρακτα στην αυθαιρεσία και την τοκογλυφία των τραπεζιτών!
Τίτλος: Απ: Παρανομίες Τραπεζών….
Αποστολή από: Ορφέας στις Φεβρουάριος 09, 2009, 12:16:20
    Καταχρηστικοί Όροι στις Τραπεζικές Συμβάσεις      
19.03.08  
Η έννοια των καταχρηστικών όρων στις καταναλωτικές συμβάσεις ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφοι 6-7 του Ν. 2251/94 (Προστασία Καταναλωτή). Στην μεν παράγραφο 6 τίθεται μια γενική ρήτρα και για να καταδειχθεί η καταχρηστικότητα πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται στην παράγραφο αυτή. Στη δε παράγραφο 7 ορίζονται ενδεικτικά περιπτώσεις γενικών όρων, που θεωρούνται καταχρηστικοί από το νόμο χωρίς άλλα προαπαιτούμενα. Ακόμα, οι άνω διατάξεις αποτελούν εξειδίκευση του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα. Η έννοια των καταχρηστικών όρων στις καταναλωτικές συμβάσεις ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφοι 6-7 του Ν. 2251/94 (Προστασία Καταναλωτή). Στην μεν παράγραφο 6 τίθεται μια γενική ρήτρα και για να καταδειχθεί η καταχρηστικότητα πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται στην παράγραφο αυτή. Στη δε παράγραφο 7 ορίζονται ενδεικτικά περιπτώσεις γενικών όρων, που θεωρούνται καταχρηστικοί από το νόμο χωρίς άλλα προαπαιτούμενα. Ακόμα, οι άνω διατάξεις αποτελούν εξειδίκευση του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα.
Αμέσως, τίθεται το ερώτημα αν ο Ν. 2251/94 εφαρμόζεται στις τραπεζικές συμβάσεις. Ο Ν. 2251/94 στο άρθρο 1, παράγραφος 4α ορίζει την έννοια του καταναλωτή, “Καταναλωτής είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο για το οποίο προορίζονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που προσφέρονται στην αγορά ή το οποίο κάνει χρήση τέτοιων προϊόντων ή υπηρεσιών εφόσον αποτελεί τον τελικό αποδέκτη τους”. Οι διατάξεις του νόμου αυτού είναι εφαρμοστέες και μάλιστα ευθέως, όταν πρόκειται για “τραπεζικές υπηρεσίες προς τους καταναλωτές”, δηλαδή ικανοποιούν προσωπικές ανάγκες τους και είναι σχετικά μικρού ύψους.
Κατά την ερμηνεία των Γενικών Όρων Συναλλαγών και συνακόλουθα την προστασία του Καταναλωτή, δύο είναι οι θεμελιώδεις αρχές:
Η αρχή της μη ουσιώδους διατάραξης της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων (αρθ. 2, παρ.6, Ν. 2251/94)
Η αρχή της διαφάνειας των όρων των συμβάσεων (αρθ. 2, παρ.1-3, Ν. 2251/94 και αρθ. 2, παρ.6-7, Ν. 2251/94).
Κατόπιν ασκήσεως συλλογικής αγωγής Ενώσεων Καταναλωτών, προσβλήθηκαν ως καταχρηστικοί Γενικοί Όροι Συναλλαγών, που εμπεριέχονται σε έντυπους, προδιατυπωμένους όρους συμβάσεων πιστωτικών καρτών και στεγαστικών δανείων.
Για τους όρους των πιστωτικών καρτών εκδόθηκαν η υπ’ αριθ. 1208/98 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ακολούθησε η υπ’ αριθ. 6291/2000 Απόφαση Εφετείου Αθηνών και τελικά η υπ’ αριθ. 1219/2001 του Αρείου Πάγου.
Οι αποφάσεις του Πρωτοδικείου και του Αρείου Πάγου εν πολλοίς ταυτίζονται, κατά την ερμηνεία των Γενικών Όρων Συναλλαγών, προκρίνοντας την προστασία του αδύναμου μέρους της σύμβασης, δηλαδή του Καταναλωτή.
Αντίθετα, η απόφαση του Εφετείου αξιολογεί την προστασία των Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων ως βαρύνουσα. Για τους όρους των στεγαστικών δανείων εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 1119/2002 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ακολούθησε η υπ’ αρ. 5253/2003 απόφαση του Εφετείου Αθηνών και, εντέλει, η υπ’ αρ. 430/2005 απόφαση του Αρείου Πάγου.
Στην περίπτωση των όρων των στεγαστικών δανείων όλες οι αποφάσεις, με επιμέρους διαφοροποιήσεις, στοχεύουν στην προστασία του καταναλωτή, χωρίς βέβαια να διαταράσσουν την εύρυθμη λειτουργία των τραπεζών. Στη συνέχεια θα ομαδοποιήσουμε τις τρεις κατηγορίες όρων και θα σχολιάσουμε τις δυο αποφάσεις του Αρείου Πάγου.
   Α. Μια πρώτη κατηγορία αφορά τους όρους οικονομικών επιβαρύνσεων:

Διαβάστε τη συνέχεια εδώ