Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΡΑΠΤΟΥ-ΣΤΕΡΓΙΟΥΛΑ ΣΚΙΑΓΡΑΦΕΙ ΤΟΝ ΜΙΜΗ ΠΛΕΣΣΑ
Μια πρόταση στον ΟΡ.ΦΕ.Ο.
Το τρίτο Σάββατο του Απριλίου η Ελασσόνα ταξίδεψε αλλά και γοητεύτηκε βαδίζοντας ανάμεσα στους μουσικούς διαδρόμους του κορυφαίου δημιουργού, του Μίμη Πλέσσα. Πλοηγός η Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αιγαίου η Ευαγγελία Ράπτου-Στεργιούλα που παρουσίασε την όμορφη εκδήλωση. Η κ. Ράπτου γνώριμος στην Πιερία από τα πολυποίκιλα σχόλια της για τις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Ολύμπου.
Τα παρακάτω είναι τα λόγια με τα οποία η Ευαγγελία Ράπτου-Στεργιούλα σκιαγράφησε και σχολίασε παρουσιάζοντας την βραδιά που ήταν αφιερωμένη στον σημαντικό Έλληνα μουσικοσυνθέτη.
«Δεν ξέρω πόσο πίσω στον χρόνο σας γυρίζω, γιατί αυτά που θα σας πω με παραμύθι μοιάζουν.
Mία φορά και έναν καιρό ήταν ένα αγόρι που το έλεγαν Μίμη. Ζούσε με την οικογένειά του και την αδερφούλα του Λουκία σ' ένα μεγάλο σπίτι. Όλοι αγαπούσαν τον μικρό Μίμη αλλά εκείνος υπεραγαπούσε τη γιαγιά Αθηνά που έμενε μαζί τους. Όταν κάποτε έφυγε από τη ζωή η γιαγιά, το σπίτι έπρεπε να ζήσει για έξι μήνες το πένθος. Σκεπασμένοι με άσπρα πανιά οι καθρέφτες, σφραγισμένο το ραδιόφωνο, κλειστό το πιάνο. Ένα πρωινό ο Μίμης πλησίασε το κλεισμένο πιάνο, το άνοιξε και άγγιξε τα πλήκτρα. Δεν χρειάστηκε πολλή ώρα για να καταλάβει πως όσο πήγαινε δεξιά ο ήχος γινόταν οξύτερος και όσο πήγαινε προς τα αριστερά γινόταν πιο βαρύς. Δεν έχανε την ευκαιρία να επαναλαμβάνει τη σκανταλιά και σύντομα ανακάλυψε ότι μπορούσε να παίζει ό, τι άκουγε. Μαγεμένος από την κατάκτηση, θυμήθηκε το παραμύθι του θείου Τάκη που ζούσε στην Ιταλία: ΝΤΟ - ΡΕ - ΜΙ - ΦΑ - - - ΣΟΛ - ΛΑ - ΣΙ – ΝΤΟ.
Και το παιδί μεγάλωσε, έγινες άνδρας μεγάλος και τρανός, έγινε σύμβολο ελληνικό, καλλιτεχνικός πρεσβευτής της χώρας μας σε όλη την οικουμένη».
Αυτά τα λόγια επέλεξα να καλωσορίσω τον εκλεκτό καλεσμένο της πόλης μου, της Ελασσόνας, το Σάββατο 18 Απριλίου 2015. Λόγια που αποτελούν την αρχή της παραμυθένιας –κρίνοντας από την έκβασή της- της καλλιτεχνικής ζωής μιας μεγάλης προσωπικότητας του ελληνικού πενταγράμμου, μιαν αρχή που αποτελεί αυτοβιογραφία, γραμμένη με το χρώμα της καρδιάς του, στην έκδοση ενός βιβλίου του, φιλοδοξώντας να γίνει ό,τι πιότερο αγάπησε, η μελωδία και η αρμονία, δώρο στους νέους και τις νέες που ευλαβικά υπηρετούν τη μουσική και γίνονται διάκονοι πιστοί. Ήταν κοντά μας ο Μίμης Πλέσσας.
Η έκπληξη στα μάτια του ήταν μεγάλη. Η χαρά ακόμα μεγαλύτερη. Μου την εξέφρασε και με νεύμα και με λόγια. Δεν είχα προλάβει να προχωρήσεις δυο τρεις αράδες στον λόγο μου και τον βλέπω να ενώνει τις παλάμες του, να αγγίζει μ’ αυτές το μέρος της καρδιά του και να διαγράφει με τα χείλη του «ευχαριστώ» εγκάρδιο. Ανταποκρίθηκα με χαμόγελο. Σε λίγο ο όλος ο κόσμος, που κατέκλεισε κυριολεκτικά το θέατρο, μόλις άκουσε το όνομα του καλεσμένου, ξέσπασε σε θερμά χειροκροτήματα. Εκείνος σηκώθηκε, γύρισε προς το κοινό, άνοιξε τα χέρια του διάπλατα και μοίρασε απλόχερα τη χαρά του και τα φιλιά του.
Στη συνέχεια απευθύνθηκα στον ίδια σε β’ πληθυντικό πρόσωπο: «Απ’ όλα τα μυστικά του κόσμου το μυστηριωδέστερο ήτανε πάντα η δημιουργία, θα γράψει ο Αυστριακός συγγραφέας Stefan Zweig, καθώς προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι το κάτι καινούργιο που γεννιέται μένει άφθαρτο και καταργεί τον χρόνο.
Και σεις, κύριε Πλέσσα, δημιουργήσατε ένα όνομα, μία ιστορία και μία τεράστια παρακαταθήκη στον πολιτισμό και τη μουσική παιδεία της χώρας μας.
Είστε ο άνθρωπος που με τις συνθέσεις και τα τραγούδια του γαλούχησε πολλές γενεές και μέχρι σήμερα συνεχίζετε να μεταλαμπαδεύετε τις μουσικές σας γνώσεις, να ανακαλύπτετε και να καθιερώνετε καλλιτέχνες. Αγγίζοντας τα πλήκτρα του πιάνου με τον δικό σας μοναδικό τρόπο, συνεχίζετε να συγκινείτε και να ταξιδεύετε μελωδικά το κοινό σας».
Λίγοι καλλιτέχνες έχουν τη δυνατότητα του Μίμη Πλέσσα, να υπερβαίνουν στερεότυπα και να αγγίζουν με τις δημιουργίες τους όλες τις γενιές και όλες τις μουσικές προτιμήσεις. Αθάνατα κομμάτια από τον Ελληνικό Κινηματογράφο που μας έκαναν να τραγουδήσουμε, να χαρούμε, να ερωτευθούμε, τραγούδια εμβληματικά που έχουν αγαπηθεί από όλες τις ηλικίες και έχουν τραγουδηθεί από όλους τους μεγάλους ερμηνευτές της ελληνικής σκηνής, μεγάλα λαϊκά τραγούδια που έχουν αφήσει εποχή, μοναδικές και πασίγνωστες μπαλάντες και πάντα μια δόση jazz που τόσο αγαπάει ο Μαέστρος. Ο Μίμης Πλέσσας, στα 90 του χρόνια σήμερα, ευτύχησε να δει τη μουσική του να αποτυπώνεται ανεξίτηλα στο μυαλό, τη μνήμη και τις καρδιές των Ελλήνων.
Είπε κάποτε: τα χέρια του πιανίστα όταν παίζουν pianisisimo μπορεί να ακουμπήσουν μια πεταλούδα και δε θα βγάλουν καν την πούδρα της, όταν όμως παίζουν fortissimo μπορούν να τρυπήσουν ένα φύλλο από ατσάλι». Ζήτησε ν α»χαϊδέψει» για λίγο τα πλήκτρα του πιάνου ερμηνεύοντας το «Ξημερώνει Κυριακή».
Ο συντοπίτης μου δημοσιογράφος Γιάννης Μουκίδης κατέγραψε τα λόγια του Μίμη Πλέσσα: «Παρακολουθώ με χαρά και συγκίνηση από κάτω αυτή την ιδιαίτερη βραδιά για μένα, με μια υπέροχη Φιλαρμονική με νεαρούς μουσικούς, με ένα ξεχωριστό μαέστρο και άνθρωπο. Για τα παιδιά αξίζει να κάνουμε τα πάντα, να τα αγκαλιάσουμε με όλη μας την αγάπη και να τα παραδώσουμε ένα καλύτερο κόσμο, γιατί το δικαιούνται και τους το χρωστάμε!».
Δυο ώρες αργότερα έκανε τον απολογισμό της βραδιάς. Προσέθεσε τις εντυπώσεις του, τα συναισθήματά του, τη φιλοξενία μας και εξέφρασε την σκέψη η εκδήλωση να επαναληφθεί στο Αρχαίο Θέατρο του Δίου. Αυτός είναι και ο κυριότερος λόγος που θέλησα μέσω του ΟΡΦΕΟ να μιλήσω για την εκδήλωση αυτή.
Τον μεγάλο της σύνθεσης δημιουργό τίμησε η Φιλαρμονική Ορχήστρα του Δήμου Ελασσόνας. Τα τραγούδια ερμήνευσαν οι σολίστ Μανώλης Χατζημανώλης και Ευλαμπία Ντούλα.
«Πέρασαν τόσα καλοκαίρια / βρέξαν τη στράτα μας φωτιές
μα αντηχούν τα μεσημέρια / τραγούδια που δεν ξέρουν εποχές».