Όπως προκύπτει από τη διευκρινιστική εγκύκλιο που έδωσε στη δημοσιότητα στις αρχές της εβδομάδας η διάδοχος του Χάρη Θεοχάρη στη Γενική Γραμματεία Εσόδων, Κατερίνα Σαββαϊδου, το εισόδημα που θα προέλθει από μια τέτοια δραστηριότητα θα φορολογηθεί (από του χρόνου) με συντελεστή 26% (ή και 33%), ανεξάρτητα από το αν το τελικό προϊόν διατεθεί στη λιανική αγορά ή το χονδρεμπόριο. Ο παραγωγός μπορεί να «σώσει» το 13%, δηλαδή το χαμηλό συντελεστή που αφορά στη φορολογία του αγροτικού εισοδήματος, μόνο εάν η επεξεργασία του προϊόντος του δεν πάει παραπέρα από το στάδιο της απλής συσκευασίας.
Έτσι, για παράδειγμα, ένας αγρότης που πουλάει σε ένα σούπερ-μάρκετ τις ντομάτες του συσκευασμένες σε ένα απλό δίχτυ ή καφάσι, θα φορολογηθεί για το εισόδημα που θα εισπράξει από την πώληση με συντελεστή 13%. Εάν, ωστόσο, ο ίδιος αποφασίσει να ρίξει στην αγορά (απευθείας στη λιανική ή και φασόν για λογαριασμό τρίτου) π.χ. αποφλειωμένα ντοματάκια ή ντοματοπελτέ σε βαζάκια, τότε ο συντελεστής διπλασιάζεται στο… 26%.
Ομοίως, ένας κτηνοτρόφος που δίνει το γάλα του σε μια γαλακτοβιομηχανία προς συσκευασία ή παραγωγή τυριού, θα φορολογηθεί για το εισόδημα που αποκτά με συντελεστή 13%. Στην περίπτωση, όμως, που διαθέτει ένα μικρό τυροκομείο ή μια υποτυπώδη μονάδα εμφιάλωσης, το εισόδημα από την πώληση των τελικών προϊόντων θα φορολογηθεί με 26%.
Στην πράξη, δηλαδή, η πρωτογενής μεταποίηση… τιμωρείται με διπλάσια φορολογία την ώρα που τόσο το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης όσο και η ίδια η Ε.Ε. «σπρώχνουν» προς την κατεύθυνση αυτή τους παραγωγούς.
Μάλιστα, παράγοντες της αγοράς εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους κατά πόσο αυτή η μεταχείριση είναι σύμφωνη με τις ντιρεκτίβες των Βρυξελλών που μιλούν για ενθάρρυνση και παροχή κινήτρων με σκοπό την ενθάρρυνση της διαφοροποίησης της αγροτικής παραγωγής.