Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2017

8ο μέρος σειράς άρθρων Αντώνη Ζαρκανέλα - ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ - ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ (1941)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Η ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΟΧΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ – ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΚΛΠ. (8)
                                                                                                                                                                        Αντώνη Ι. Ζαρκανέλα
π. Γενικού Διευθυντή Ανάπτυξης
της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης
.


Περίληψη Προηγούμενου: Πέραν των πολλών μικρών οργανώσεων συλλογής πληροφοριών, σαμποτάζ, μεταφοράς-φυγάδευσης  Βρετανών και Ελλήνων προς τη Μέση Ανατολή, από τις πρώτες ημέρες της Κατοχής έγιναν προσπάθειες, πριν εμφανιστούν καν οι μεγάλες οργανώσεις, δημιουργίας ένοπλων αντιστασιακών ομάδων. Η πρώτη ένοπλη οργάνωση ήταν η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ που δημιουργήθηκε από τον Ψαρρό στη Θεσσαλονίκη σε συνεργασία τότε με στελέχη του ΚΚΕ, χωρίς όμως αυτό να είναι εμφανές. Η συνεργασία αυτή όμως δεν είχε συνέχεια, κατέρρευσε ουσιαστικά μετά την επίθεση της Γερμανίας στη ΕΣΣΔ στις 21 Ιουνίου ΄41 και ιδιαίτερα μετά την ίδρυση του ΕΑΜ. Με στόχο την αντιμετώπιση της Βουλγάρικης Κατοχής, τον Ιούλιο του ΄43 στη Μακεδονία ιδρύεται από Έλληνες Αξιωματικούς η ΥΒΕ η οποία μετονομάστηκε αργότερα σε ΠΑΟ..

ΥΒΕ-Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδος/ΠΑΟ-Πανελλήνια Απελευθερωτι-κή Οργάνωσις : Η πρώτη Αντιστασιακή Οργάνωση στη Μακεδονία.  

          Αμέσως μετά την παραχώρηση της Ανατολικής Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης στους Βουλγάρους, μία ομάδα τεσσάρων αξιωματικών, οι ταγματάρχες Παπαθανασίου Ι., Ευάγγελος Δόρτας, Θ. Μπάρμπας και ο λοχαγός Σακελλαρίδης Α. κινητοποιήθηκαν, ιδιαίτερα μετά την ίδρυση της Βουλγαρικής Λέσχης Θεσσαλονίκης, τον Μάϊο του ΄41, και ίδρυσαν την οργάνωση «Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδος». Αν και στους σκοπούς της ίδρυσης δεν αναφερόταν ρητώς ο «ένοπλος αγώνας», εν τούτοις στη οργάνωση είχαν προσχωρήσει τα 9/10 των μονίμων αξιωματικών της Μακεδονίας και της Θράκης, μεγάλος αριθμός εφέδρων αξιωματικών, παλαιοί Μακεδονομάχοι, οπλαρχηγοί του Πόντου αλλά και μεγάλος αριθμός κομμουνιστών οι οποίοι όμως αποχώρησαν μετά την ίδρυση του ΕΑΜ. Οι φόβοι για τη Βουλγαρία επιβεβαιώθηκαν και ενισχύθηκαν από την εκδήλωση και αγριότητα της καταστολής της «Εξέγερσης της Δράμας» στα τέλη του Σεπτεμβρίου 1941. Στόχοι της ΥΒΕ ήταν η απόκρουση της βουλγαρικής προπαγάνδας, η αντίδραση σε κάθε προσπάθεια ή ενέργεια που αποσκοπούσε στην απόσπαση ελληνικών εδαφών και η προετοιμασία των Ελλήνων για επέκταση των ορίων της χώρας, διότι οι «Υπερασπιστές Βορείου Ελλάδος» είχαν την πεποίθηση ότι Γερμανοί, Ιταλοί, Βούλγαροι κ.ά., εν τέλει, θα ηττώντο, ενώ οι Έλληνες θα ήταν με την πλευρά των νικητών.
          Καθώς η ΥΒΕ από την ίδρυσή της δραστηριοποιείται στην παρακολούθηση της βουλγαρικής προπαγάνδας, συνδέθηκε με τη Γενική Επιθεώρηση Νομαρχιών της Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας της οποίας ο πρώτος Επιθεωρητής, Βασιλειάδης Γ., έθεσε ολόκληρη τη διοικητική μηχανή προς όφελος της οργάνωσης «για περισυλλογή οπλισμού», «..συγκέντρωση πληροφοριών», «..καθοδήγηση ένοπλων ομάδων..» αλλά και τη διάθεση χρημάτων για «..αγορά όπλων και πυρομαχικών» και τη φύλαξή τους σε διάφορα χωριά της Μακεδονίας. Η αγαστή αυτή σχέση της ΥΒΕ με την Γενική Επιθεώρηση Νομαρχιών Μακεδονίας συνεχίστηκε και μετά την ενίσχυση της από την κυβέρνηση Τσολάκογλου με Αξιωματικούς και την τοποθέτηση στη θέση αυτή του Επιτελάρχή του στο Γ΄ Σώμα Στρατού, Αντισυνταγματάρχη Ιππικού Αθαν. Χρυσοχόου. Παρόλα αυτά, οι σχέσεις μεταξύ Χρυσοχόου και στελεχών της ΥΒΕ υπήρξαν νεφελώδεις με αλληλοκατηγορίες. Η ΥΒΕ, όπως αναφέρεται στην πιο αξιόλογη και περιεκτική πηγή της ιστορίας της οργάνωσης (ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Π., 1988), κατηγορούσε τον Χρυσοχόου ότι είχε περιοριστεί μόνο σε μία αντιρουμανική και αντιβουλγαρική προσπάθεια με έντονο αντικομμουνιστικό χρώμα και χωρίς να πάρει θέση εναντίον των Γερμανών, χωρίς να έχει ποτέ ενταχθεί στην ΥΒΕ, παρόλη την επικρατούσα αντίληψη, γενικώς, αλλά και παρόλες τις κατηγορίες του ΕΑΜ/ΚΚΕ ότι ήταν αρχηγός της. Άλλα στελέχη της ΥΒΕ και ιδιαίτερα της ΠΑΟ, αργότερα, ενώ ομολογούν ότι ο Χρυσοχόου δεν ανήκε σε καμμιά εθνική οργάνωση, παρείχε διαρκώς την κάλυψη της υπηρεσίας του κάθε φορά που η οργάνωση προκαλούσε τις υποψίες των Γερμανών δικαιολογώντας τους ότι ήταν υφιστάμενοί του (ΠΑΠΑΠΟΛΥΒΙΟΥ, Π., 2001, σελ. 51). 
          Αργότερα, το καλοκαίρι του 1942 κατά τον Παπαθανασίου  ή τον Μάρτιο του 1943 κατά τον Χρυσοχόου, -που φαίνεται ως η πιθανότερη εκδοχή- η ΥΒΕ μετονομάστηκε σε ΠΑΟ (Πανελλήνια Απελευθερωτική Ένωση) για να δείξει ότι δεν ήταν μία τοπικιστική οργάνωση ή ότι δέχονταν μόνο αυτόχθονες Μακεδόνες αξιωματικούς, όπως την κατηγορούσε ο Χρυσοχόου, αλλά και για να υποδηλώσει την ανάγκη να προχωρήσει σε πιο δυναμικές εκδηλώσεις αντίστασης. Πάντως, το πιθανότερο είναι ότι η αλλαγή του ονόματος και των προσανατολισμών της οργάνωσης έγινε εν όψει της προσπάθειας επέκτασης, προς τα δυτικά, της βουλγαρικής κατοχής (ΠΑΠΑΠΟΛΥΒΙΟΥ, Π., 2001, σελ. 51) αλλά και των επίμονων πληροφοριών, το καλοκαίρι του1943, για μεταφορά του πολεμικού μετώπου από τη Βόρειο Αφρική στη Νότιο Ευρώπη (Ελλάδα ή Ιταλία). Σε κάθε περίπτωση, η διάρθρωση και οι στόχοι και της νέας οργάνωσης παρέμεναν, σε γενικές γραμμές, οι ίδιοι, τονίζοντας την αποφυγή εμπλοκής σε πολιτικά ή πολιτειακά ζητήματα υποσημειώνοντας όμως την ετοιμότητά της στην περίπτωση απόπειρας επιβολής μετά την απελευθέρωση διά της βίας μιας «δικτατορίας οποθενδήποτε προερχομένης». Προχώρησε λοιπόν στην οργάνωση ένοπλων τμημάτων σε ολόκληρη τη Μακεδονία, την κινητοποίηση και οργάνωση λαϊκών εκδηλώσεων εναντίον των κατακτητών και τη συνεργασία με άλλες αντιστασιακές οργανώσεις (ΕΔΕΣ, ΕΑΜ κλπ). Έτσι η ΠΑΟ αναπτύχθηκε σε όλους τους νομούς της Μακεδονίας. Ο κίνδυνος από την Βουλγαρία ήταν τόσο μεγάλος που ο ΕΑΜίτης ιστορικός Σόλων Γρηγοριάδης γράφει: «Για την εξουδετέρωσή του (κινδύνου) κινητοποιήθηκε το ελληνικό κράτος (Σημείωση Συγγραφέα: Η κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου) με τον εξαρθρωμένο του μηχανισμό και ιδρύθηκαν διάφορες οργανώσεις, αξιωματικών και άλλων πατριωτών (ΠΑΟ, ΥΒΕ κλπ)» (ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ, Σ., 2011(1973), τομ. 3, σελ. 143).
          Η ΠΑΟ δεν περιορίστηκε στη δημιουργία μόνον ένοπλων ομάδων αντίστασης αλλά οργάνωσε και εκδηλώσεις πολιτικής αντίδρασης με μεγάλη επιτυχία όπως εκείνη η εκδήλωση που έγινε κατά την επίσημη είσοδο του βουλγαρικού στρατού στη Θεσσαλονίκη, στις 10 Ιουλίου 1943. Την ημέρα εκείνη η πόλη έμοιαζε άδεια, υπακούοντας στην έκκληση της ΠΑΟ για διακοπή όλων των εργασιών (εμπορικών καταστημάτων και βιομηχανιών) και την παραμονή των κατοίκων στα σπίτια. Ιδιαίτερη απήχηση είχε η προκήρυξη της ΠΑΟ που καλούσε τον Λαό «να γυρίσει την πλάτη στα βουλγαρικά στρατεύματα», να μην έχει «..καμιά απολύτως δοσοληψία..» μαζί τους, απειλώντας ότι όποιος αναπτύξει την όποια σχέση με Βούλγαρο «..θα στιγματίζεται και θα τιμωρείται ως προδότης της πατρίδος». Αντίστοιχη πρωτοβουλία του ΚΚΕ/ΕΑΜ για την, από την πλευρά τους, πραγματοποίηση παλλαϊκού, μαζικού συλλαλητηρίου διαμαρτυρίας στη Θεσσαλονίκη για τον ίδιο σκοπό, απέτυχε παντελώς, σύμφωνα με διαπίστωση της ίδιας της καθοδήγησής τους (ΠΑΠΑΠΟΛΥΒΙΟΥ, Π., 2001, σελ. 77).  
            Αυτή η επιτυχημένη δραστηριοποίηση και ενεργοποίηση του λαϊκού παράγοντα από την ΠΑΟ στη Θεσσαλονίκη αλλά και σε ολόκληρο τον βορειοελλαδικό χώρο ανησύχησε ιδιαίτερα την ηγεσία του ΚΚΕ η οποία «έβλεπε» ότι αποκτούσε έναν αξιοπρόσεκτο και ανταγωνιστικό αντίπαλο. Αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με την Ιδιαίτερα αποτελεσματική δραστηριοποίηση της ΥΒΕ-ΠΑΟ στον «μυστικό πόλεμο», στη φυγάδευση συμμάχων και Ελλήνων στρατιωτικών μέσω Χαλκιδικής - Τουρκίας στην Μέση Ανατολή, πληρώνοντας βαρύ τίμημα, καθώς όλα σχεδόν τα μέλη των δικτύων εκείνων που εντοπίστηκαν οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα, ήταν στοιχεία που δεν πέρασαν απαρατήρητα. Οι σχέσεις της ΠΑΟ με το ΚΚΕ οξύνθηκαν πολύ, επειδή το ΚΚΕ δεν ανεχόταν την ύπαρξη αντίπαλου δέους, ιδιαίτερα την εποχή εκείνη (καλοκαίρι ΄43). Το αποτέλεσμα ήταν να προκληθούν έντονες αντιζηλίες από την πλευρά του ΕΑΜ/ΚΚΕ και να κατηγορήσουν την ΠΑΟ στους συμμάχους ισχυριζόμενοι ότι η οργάνωση αυτή ήταν συνεργαζόμενη με τον κατακτητή.

                                                                             (Συνεχίζεται)