Ιδιαίτερα υψηλός είναι ο αριθμός των
ανθρώπων που έχουν χάσει τουλάχιστον ένα δόντι κατά τη διάρκεια της ζωής τους
και, σύμφωνα με το
Αμερικανικό Κολλέγιο Προσθετολόγων, αναμένεται αύξηση των
περιστατικών τις προσεχείς δύο δεκαετίες. Αιτίες, στις δυτικές κοινωνίες, είναι
κυρίως η αύξηση του ποσοστού των ανθρώπων με διαβήτη, νόσος που αυξάνει τον
κίνδυνο για ανάπτυξη περιοδοντίτιδας που οδηγεί σε απώλεια των δοντιών, αλλά
και του υπερτασικού πληθυσμού (Journal
of Periodontology), ως αποτέλεσμα της μάστιγας της παχυσαρκίας.
Η απώλεια δοντιών προκύπτει επίσης λόγω
τερηδονισμού, ή μπορεί να είναι αποτέλεσμα τραυματισμού ή καρκίνου. Οι
επιπτώσεις, όμως πέρα από την εμφανή, την αισθητική, είναι πολλές και μπορεί να
οδηγήσουν σε περαιτέρω προβλήματα, τόσο στη στοματική κοιλότητα όσο και στο
σύνολο του οργανισμού.
«Τα δόντια μας στέκονται σε μια δυναμική
ισορροπία μεταξύ τους, μέσω των σημείων επαφής. Η απώλεια ενός ή
περισσότερων δοντιών μεταβάλλει αυτή την ισορροπία, γιατί χάνονται τα σημεία
επαφής, με αποτέλεσμα τα διπλανά δόντια και οι ανταγωνιστές (τα αντίστοιχα δόντια
της άλλης γνάθου) σταδιακά να μετακινούνται
σε αναζήτηση της επαφής τους. Επιπλέον, για όσο διάστημα αφήνεται
αθεράπευτη η βλάβη, η περιοχή επιβαρύνεται από την άθροιση υπολειμμάτων τροφών,
οδηγώντας έτσι σε ουλίτιδα ή περιοδοντίτιδα και σε εμφάνιση τερηδόνας», μας
εξηγεί ο χειρουργός οδοντίατρος Βασίλης
Ψυχογυιός.
«Η απώλεια ενός δοντιού οδηγεί επίσης σε
επιβάρυνση των εναπομεινάντων δοντιών, εμφανίζεται αποτριβή και ενδεχομένως να
προκύψουν κατάγματα, η μετακίνηση των δοντιών συνεχίζεται οδηγώντας σε υπερσύγκλειση και απώλεια της
κάθετης διάστασης, δηλαδή το ύψος της άρθρωσης μειώνεται, δημιουργώντας έναν
φαύλο κύκλο».
Άλλο ένα σοβαρό πρόβλημα που προκύπτει από
την απώλεια δοντιών, το οποίο έχει σημαντικές επιπτώσεις όχι μόνο τοπικά αλλά
και στο οργανισμό, είναι ότι η λειτουργία της
μάσησης δυσκολεύει -και στην
περίπτωση που απαιτηθούν (στον ίδιο ή σε δεύτερο χρόνο) και άλλες εξαγωγές αυτή
τελικά χάνεται. Οι παθόντες λανθασμένα πιστεύουν ότι μασάνε την τροφή τους. Δυστυχώς
όμως αυτό είναι μια ψευδαίσθηση, που οφείλεται στην ικανότητα του στόματος να
προσαρμόζεται κάθε φορά στα νέα του δεδομένα.
Εξαιτίας της ελλιπούς μάσησης είναι πολύ
πιθανό να προκύψουν βλάβες σε άλλα όργανα του σώματος, όπως στο στομάχι. Η
αμάσητη τροφή προκαλεί στομαχικές διαταραχές, όπως πόνο και ναυτία, και
δυσκολία στην πέψη.
Επιπλέον μπορεί να οδηγήσει σε παχυσαρκία.
Όπως ανακοινώθηκε στο 47ο ετήσιο συνέδριο της European Association for the
Study of Diabetes (EASD), η σωστή μάσηση της τροφής διεγείρει την απελευθέρωση
δύο εντερικών πεπτιδίων, που εξυπηρετούν τον περιορισμό της όρεξης και τη
μείωση της πρόσληψης τροφής.
Σε κάποιες περιπτώσεις εμφανίζονται
προβλήματα στην κροταφογναθική άρθρωση, όπως πόνος και κριγμός. Εάν χαθούν δε πρόσθια δόντια, τότε
δημιουργούνται επιπλέον αισθητικά προβλήματα, αλλά και δυσκολίες στην ομιλία, οπότε
ο ασθενής έχει έντονη ψυχολογική επιβάρυνση, την οποία συχνά βιώνει ακόμα κι
όταν η απώλεια αφορά δόντια στο πίσω μέρος του στόματος. Δεν είναι λίγοι οι ενήλικες που όταν χάνουν
ένα δόντι νοιώθουν νικημένοι από τον χρόνο…
Η αδιαφορία από πλευράς του ασθενή, η
αμέλεια, η κακή ψυχολογία εξαιτίας άλλων παραγόντων, αλλά και οικονομικοί λόγοι
είναι αιτίες που απομακρύνουν τον ασθενή από την αναζήτηση οδοντιατρικών
υπηρεσιών. Η επίπτωση, όμως, είναι ιδιαίτερα βαριά, καθώς συν τω χρόνω οι
βλάβες επιδεινώνονται και το κόστος της
θεραπείας αυξάνεται, όπως άλλωστε και ο
χρόνος ολοκλήρωσης της -που μπορεί να απαιτήσει μήνες.
Ο οδοντίατρος μπορεί να επανορθώσει, με
την υπομονή και τη συνεργασία του ασθενή, ακόμα και εξαιρετικά δύσκολα
περιστατικά, όπου έχει χαθεί μεγάλος αριθμός δοντιών, με full mouth
αποκαταστάσεις, μέσω της προσθετικής θεραπείας,
η οποία περιλαμβάνει την ακίνητη προσθετική (θήκες, γέφυρες), την κινητή
προσθετική (μερικές και ολικές οδοντοστοιχίες), τα εμφυτεύματα με προσθετική
επί αυτών, καθώς και συνδυασμούς όλων των παραπάνω, κατά περίπτωση.
Όπως σημειώνει ο κ. Ψυχογυιός, «το σχέδιο
θεραπείας είναι μοναδικό για κάθε ασθενή, το οποίο ολοκληρώνεται αφού προηγηθεί
μελέτη με εκμαγεία γύψου, ακτινογραφίες, ανάλυση της σύγκλεισης, κλινική
εξέταση και προπροσθετική θεραπεία. Τα αποτελέσματα είναι άριστα, στο βαθμό που είναι εφικτό και
αναλόγως της βλάβης που έχει προκύψει αλλά και της έκτασής της, την οικονομική
δυνατότητα του ασθενή, τον διαθέσιμο χρόνο του και φυσικά τους κανόνες της
οδοντιατρικής».
Η συντήρηση και η επίβλεψη μετά το τέλος
των οδοντιατρικών εργασιών είναι καθοριστικοί παράγοντες διατήρησής τους, χωρίς
να εξαιρούνται βεβαίως ο σωστός σχεδιασμός και κατασκευή τους. Δηλαδή, οι
συνήθειες του ασθενή μετά την ολοκλήρωση των εργασιών, η πιστή υπακοή στις
οδηγίες του οδοντιάτρου, η καλή, καθημερινή στοματική υγιεινή και οι τακτικές επισκέψεις στον
οδοντίατρο, μπορούν να διατηρήσουν το αποτέλεσμα αναλλοίωτο για πάρα πολλά
χρόνια, εξαιρουμένων βεβαίως κάποιων αστάθμητων παραγόντων.
«Τα δόντια μας στην ουσία δεν
αντικαθιστώνται, αλλά υποκαθίστανται με τρόπο βιολογικά, λειτουργικά αποδεκτό
από τη στοματική κοιλότητα, λαμβανομένου υπόψη και του αισθητικού παράγοντα.
Κύριο μέλημά μας, λοιπόν, πρέπει να είναι η πρόληψη, που περιλαμβάνει σωστό βούρτσισμα
δύο φορές ημερησίως και καθημερινή χρήση νήματος, τακτικές επισκέψεις στον
οδοντίατρο (για καθαρισμό, θεραπεία ουλίτιδα ή περιοδοντίτιδας όταν υφίστανται,
και σφραγίσματα όπου υπάρχουν τερηδονισμένα δόντια), η σωστή διατροφή, η
αποφυγή συνηθειών που βλάπτουν τα δόντια και η προστασία τους από ατυχήματα με
κάθε μέσο.
Όταν, όμως, προκύψει η ανάγκη εξαγωγής ή η
απώλειά τους δεν πρέπει να παραλείπεται η άμεση αντικατάστασή τους, κυρίως των
γομφίων, γιατί κλονίζεται η ισορροπία του στόματος και σταδιακά, μέσω κάποιων
γεγονότων ο ασθενής μπορεί να οδηγηθεί σε πλήρη απώλεια των δοντιών. Τοποθετώντας
ένα τεχνητό δόντι έγκαιρα γλυτώνουμε από ταλαιπωρία και περιττά έξοδα! Κι ας
μην ξεχνάμε ότι συνδυάζοντας την υγιεινή με την πρόληψη διατηρούμε ένα ωραίο
χαμόγελο, προστατεύοντας παράλληλα τη γενικότερη υγεία μας», καταλήγει ο κ.
Ψυχογυιός.