Κυριακή 20 Αυγούστου 2017

Δασικές πυρκαγιές: Πρόληψη, αντιμετώπιση και ευθύνες

Είναι δέκα μέρες τώρα που η επικαιρότητα κατακλύζεται από το θέμα των πυρκαγιών, που έχουν ξεσπάσει σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Δέκα μέρες
που η πυροσβεστική υπηρεσία, εθελοντές και κάτοικοι προσπαθούν να σβήσουν φωτιές και να προλάβουν – γιατί να εξαλείψουν είναι αργά πια – περαιτέρω καταστροφικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Δημοσιεύτηκε στο www.ert.gr
Το φαινόμενο δεν αφορά μόνο στη χώρα μας. Φωτιές και μάλιστα εκτεταμένες μαίνονται σε διάφορες χώρες του Ευρωπαϊκού νότου και στην Αμερική. Το θέμα δεν παρουσιάστηκε το παρόν καλοκαίρι. Σταθερά τα τελευταία χρόνια φωτιές καίνε τα Ελληνικά δάση, με τους φορείς της πολιτείας να περνούν από μία αρχική αμηχανία σε δηλώσεις που επιχειρούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να εξηγήσουν το φαινόμενο.
Τι συμβαίνει όμως πραγματικά με τις πυρκαγιές; Ποιες είναι οι αιτίες, ποια τα αποτελέσματα και, κυρίως γιατί δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν εύκολα και με επάρκεια;
Η κ. Αντιγόνη Καραδόντα, είναι δασοπόνος, πρόεδρος των Ελλήνων Δασοπόνων Δημοσίων Υπαλλήλων. Μιλώντας η ίδια στην εκπομπή «Δρομολόγιο Αντιθέσεων» της ΕΡΤ Λάρισας επεσήμανε καταρχήν ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να προλαβαίνουμε την πυρκαγιά στο αρχικό της στάδιο, καθότι σε περίπτωση που «ξεφύγει», η δυσκολία κατάσβεσής της είναι πολύ μεγαλύτερη και εξαρτάται ισχυρά από παράγοντες που δε μπορούμε να ελέγξουμε, όπως η ένταση και η κατεύθυνση του ανέμου, το ανάγλυφο του εδάφους, κλπ.
Η ίδια συμμετείχε σε κατάσβεση πολλών πυρκαγιών μέχρι το 1998. Σημειώνει ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στις αστικές πυρκαγιές και τις δασικές. Οι τελευταίες, εξαιτίας της καύσιμης ύλης, του ανάγλυφου του εδάφους, των καιρικών συνθηκών δεν είναι στατικές. «Τα τελευταία 19 χρόνια – λέει –  πολιτικές επιλογές οδήγησαν στη μεταφορά της δασοπυρόσβεσης στο Πυροσβεστικό Σώμα». Τονίζει, συνεπώς την ανάγκη, να αλλάξει η φιλοσοφία στην αντιμετώπιση της πυρκαγιάς και πάντως να στρέψουμε ως χώρα το βλέμα μας στην επιστήμη.
Μέχρι το 1998 η πρόληψη και η καταστολή των πυρκαγιών ανήκαν στις Δασικές Υπηρεσίες. Το 1998 οι αρμοδιότητες χωρίστηκαν. Η πρόληψη παρέμεινε στις δασικές υπηρεσίες και η καταστολή πέρασε ως αρμοδιότητα στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, η οποία είναι καθ’ ύλη αρμόδια για αστικές πυρκαγιές.
«Δεν ξέρω – τονίζει η κ. Καραδόντα – αν σήμερα ήταν η Δασική Υπηρεσία στη θέση της Πυροσβεστικής, πως θα ήταν η κατάσταση των πύρινων μετώπων, ξέρω όμως ότι υπάρχει διαφορετική φιλοσοφία, θεώρηση και αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Ξέρω ότι η γνώση του τοπογραφικού αναγλύφου, της επικρατούσας δασικής βλάστησης, των τοπικών καιρικών συνθηκών κ.α., είναι αυτά που συντελούν στο να αντιμετωπίσει κανείς κατά το δυνατόν, μια δασική πυρκαγιά. Έμαθα στον τόπο της πυρκαγιάς, ότι αν δεν «μπεις μέσα» και αντιμετωπίσεις από κοντά τη φωτιά, δεν μπορεί να υπάρξει αποτελεσματική αντιμετώπιση».
Αεροπυρόσβεση
Επιπλέον, η ίδια έθιξε και ένα άλλο κομμάτι της καταστολής, εκείνο της αεροπυρόσβεσης. Επεσήμανε δηλαδή ότι δεν είναι τόσο αποτελεσματική η αεροπυρόσβεση σε μία δασική πυρκαγιά, εάν δεν επιχειρήσουν και επίγειες δυνάμεις με χειρωνακτικά μέσα. «Δεν είναι δυνατό μόνο με τα αεροπλάνα να κατασβηστεί δασική πυρκαγιά. Πρέπει να μπει κόσμος να σκάψει, να θάψει, να χωρίσει το καμένο με το άκαυτο με επίγειο προσωπικό. Είναι σημαντικό να το καταλάβουμε. Οι πιλότοι μας που είναι άξιοι συγχαρητηρίων βοηθούν πολύ, αλλά δεν είναι μόνο αυτό». Ανέφερε μετ’ επιτάσεως την ανάγκη να αλλάξει η φιλοσοφία στην αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών, τονίζοντας ότι κάθε άλλο παρά παραγνωρίζει την προσφορά των πυροσβεστών.
Υποχρηματοδότηση
Με τον διαχωρισμό, πάντως των αρμοδιοτήτων της πρόληψης και της καταστολής, πέραν της ζημιάς που γίνεται στο περιβάλλον προκαλείται και οικονομική ζημιά στη χώρα και, προφανέστατη κοινωνική ζημιά, στις εκτάσεις που καίγονται. Σε ό,τι αφορά τον τομέα της πρόληψης, εκείνο που πρώτα τόνισε η κ. Καραδόντα είναι την υποχρηματοδότηση και, παράλληλα την σταθερή τα τελευταία χρόνια απαξίωση της Δασικής Υπηρεσίας, μέσω της οποίας (απαξίωσης) εξυπηρετούνται πολιτικές σκοπιμότητες. «Έχουμε – τόνισε – άλλη μία διεθνή πρωτοτυπία. Η χώρα μας έχει χωρίσει την πρόληψη από την καταστολή. Το δε κομμάτι της πρόληψης υποχρηματοδοτείται. Αν υποθέσουμε ότι δίνονται 100 εκατ. ευρώ (ως παράδειγμα) για την δασοπυρόσβεση, τα 10 δίνονται για την πρόληψη και τα 90 για την καταστολή. Άρα δεν μπορεί να υπάρξει πρόληψη. Αντιθέτως, υπάρχει μία σταθερή και συστηματική αποδυνάμωση της δασικής υπηρεσίας. Τη δεκαετία του ‘60 η δασική υπηρεσία συνέβαλε στην ανασυγκρότηση της ελληνικής υπαίθρου. Έργα, φράγματα, αναδασώσεις, έδιναν δουλειά σε κόσμο. Σήμερα απαξιώνεται τελείως και μόνο φέτος με τους δασικούς χάρτες είναι καλύτερα τα πράγματα».
Έκανε αναφορά επίσης και στο θέμα των αντιπυρικών ζωνών, λέγοντας ότι διεθνώς το επιστημονικά αποδεκτό ποσοστό για την ύπαρξη αντιπυρικών ζωνών είναι το 5% της έκτασης του δάσους. Η χώρα μας το ξεπερνά κατά πολύ. Επομένως, σύμφωνα με όσα δήλωσε η κ. Καραδόντα δεν είναι σωστό να ζητούμε και άλλους αντιπυρικούς δρόμους, καθώς δεν λειτουργούν πάντα ως μέσο αντιπυρικής προστασίας.
Εν κατακλείδι, επεσήμανε ότι σε κάθε περίπτωση το καμένο δάσος κηρύσσεται αναδασωτέο και θεωρητικά προστατεύεται από το Σύνταγμα και έκανε έκκληση να αλλαχθεί η φιλοσοφία στο θέμα των πυρκαγιών και να ακουστούν οι επιστημονικές αρχές. «Το δάσος – κατέληξε – δεν είναι δικό μας. Το έχουμε δανειστεί από τα παιδιά μας».
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο www.ert.gr
https://dasarxeio.com/2017/08/19/2122-2/