Ο καύσωνας που
πλήττει τη χώρα μας αυτές τις ημέρες προκαλεί δυσφορία στους υγιείς ανθρώπους,
πόσο μάλλον στους καρδιοπαθείς, για τους οποίους οι υπερβολικά ζεστές
ημέρες,
ιδιαίτερα όταν συνοδεύονται από υψηλή υγρασία, μπορεί να είναι απολύτως επικίνδυνες.
Η θερμοκρασία είναι
γνωστό ότι μεταφέρεται από τα θερμότερα αντικείμενα ή σημεία στα ψυχρότερα
(π.χ. από το σώμα στον δροσερότερο αέρα). Προκειμένου λοιπόν ο οργανισμός να
καταφέρει να μειώσει στα φυσιολογικά επίπεδα τη θερμοκρασία του, υποχρεώνει την
καρδιά να χτυπά ταχύτερα, ώστε να διοχετεύσει περισσότερο αίμα στο δέρμα απ’
όπου αυτή θα αποβληθεί. Όταν όμως η θερμοκρασία περιβάλλοντος είναι ίση ή
υψηλότερη από τη θερμοκρασία του σώματος η πτώση της με αυτόν τον τρόπο είναι
ανέφικτη, μας εξηγεί ο Πρόεδρος της Ένωσης Ελευθεροεπαγγελματιών Καρδιολόγων
Ελλάδος κ. Φώτιος Ν. Πατσουράκος.
Η μείωση της
θερμοκρασίας του σώματος γίνεται επίσης μέσω της εφίδρωσης και εξάτμισης του
παραγόμενου ιδρώτα. Ο μηχανισμός αυτός είναι αποδοτικός όταν η υγρασία
περιβάλλοντος είναι χαμηλή, ωστόσο σε περιοχές ή ημέρες που επικρατεί υψηλή
υγρασία η εξάτμιση εμποδίζεται. Και αυτός ο τρόπος μείωσης της θερμοκρασίας
καταπονεί την καρδιά καθώς απαιτεί την αύξηση των καρδιακών παλμών.
Σε συνθήκες
υπερβολικής ζέστης ο οργανισμός της πλειονότητας των ανθρώπων μπορεί να ανταποκριθεί
επαρκώς. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τους καρδιοπαθείς, τους ηλικιωμένους και
τους παχύσαρκους, καθώς αυτές οι κατηγορίες ανθρώπων δεν ανταποκρίνονται αρκετά
γρήγορα στις μεταβολές θερμοκρασίας, κινδυνεύοντας έτσι να υποστούν θερμοπληξία,
η οποία είναι επικίνδυνη ακόμα και για την ίδια τη ζωή τους. Γι’ αυτό «όσοι
παρουσιάζουν συμπτώματα όπως πονοκέφαλο, ναυτία ή τάση προς έμετο, κόπωση ή
σύγχυση, πρέπει να μεταβούν ή μεταφερθούν σε δροσερό, κατά προτίμηση
κλιματιζόμενο χώρο, και να ενυδατωθούν επαρκώς με άφθονο νερό. Εάν τα
συμπτώματα δεν υποχωρήσουν πρέπει να αναζητήσουν αμέσως ιατρική φροντίδα στο
πλησιέστερο νοσοκομείο ή κέντρο υγείας», συμβουλεύει ο κ. Πατσουράκος.
Ειδικότερα, η καρδιά των
ανθρώπων που έχουν υποστεί καρδιακή προσβολή ενδεχομένως να αδυνατεί να στείλει
αρκετή ποσότητα αίματος προς το δέρμα ώστε να πέσει η θερμοκρασία του σώματος.
Συνεπώς οι ασθενείς αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο να πάθουν θερμοπληξία. Το
ίδιο συμβαίνει και στα άτομα που παρουσιάζουν στένωση αρτηριών, που λαμβάνουν
συγκεκριμένες κατηγορίες φαρμάκων, όπως β-αναστολείς, οι οποίοι επιβραδύνουν
τον καρδιακό παλμό και συνεπώς την κυκλοφορία του αίματος και την ικανότητα του
σώματος να μειώσει τη θερμοκρασία.
Ιδιαίτερης προσοχής
χρήζουν και τα άτομα που λαμβάνουν φάρμακα που επηρεάζουν την ικανότητα
εφίδρωσης ή υποφέρουν από παθήσεις που εμποδίζουν την ικανότητα του εγκεφάλου
να στείλει σήμα για ενυδάτωση.
Για τα άτομα με
καρδιακή ανεπάρκεια ο καύσωνας είναι επίσης επικίνδυνος, καθώς η ανάγκη για
αύξηση των παλμών και εφίδρωσης (με την οποία αποβάλλονται πολύτιμα μέταλλα
όπως κάλλιο και νάτριο που ο οργανισμός προσπαθεί να αντιμετωπίσει με έκκριση
ορμονών ώστε να συγκρατήσει το νερό) μπορεί δυνητικά να προκαλέσει επικίνδυνα
προβλήματα, όπως πτώση της αρτηριακής πίεσης, με κίνδυνο λιποθυμικού
επεισοδίου.
Προκειμένου λοιπόν να
αποφευχθούν δυσάρεστες εκπλήξεις τις προσεχείς ημέρες, οι έχοντες προβλήματα με
την καρδιά τους θα πρέπει να φροντίσουν να πράττουν τα δέοντα ώστε να
διατηρήσουν τη θερμοκρασία του σώματός τους σε φυσιολογικά επίπεδα. «Κατ’ αρχάς
πρέπει να αναβάλλουν οποιαδήποτε σωματική δραστηριότητα σε εξωτερικούς χώρους,
μέχρι να δροσίσει. Την ανάγκη αυτή ενισχύει και το γεγονός ότι συχνά κατά τις
ημέρες του καύσωνα παρατηρείται μείωση των ανέμων που οδηγεί σε αύξηση της
ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Εάν όμως είναι απαραίτητη κάποια μετακίνηση, πρέπει να
επιλέγουν ώρες που η θερμοκρασία δεν είναι τόσο υψηλή και να προτιμούν ανοικτόχρωμα και ελαφρά ρούχα με ανοικτό λαιμό και
να χρησιμοποιούν καπέλο ή ομπρέλα. Να επιλέγουν να παραμένουν σε κλιματιζόμενους
χώρους και να μην αρκούνται στη λειτουργία ανεμιστήρα, διότι αυτός απλά
κυκλοφορεί τον ζεστό αέρα, χωρίς να μειώνει τη θερμοκρασία. Τα δροσερά ντους ή
μπάνια βοηθούν σημαντικά. Το ίδιο και η τοποθέτηση πάγου στα πιο ζεστά σημεία
του σώματος, π.χ. στις κλειδώσεις. Τα κρύα ντους θα πρέπει να αποφεύγονται, καθώς
το σώμα δεν μπορεί να προσαρμοστεί γρήγορα στις αλλαγές της θερμοκρασίας»,
τονίζει ο κ. Πατσουράκος.
Η διατήρηση ενός
ενυδατωμένου οργανισμού είναι ο δεύτερος στόχος. «Αρκετά συχνά οι άνθρωποι δεν
νοιώθουν δίψα και έτσι δεν αντιλαμβάνονται ότι αφυδατώνονται. Οπότε, για να
είναι σίγουροι ότι παραμένουν ενυδατωμένοι τις ημέρες του καύσωνα πρέπει να
πίνουν 1 ποτήρι νερό ή φυσικό χυμό περίπου κάθε μία ώρα. Προσεκτικοί, ωστόσο, θα
πρέπει να είναι οι διαβητικοί και οι πάσχοντες από συμφορητική καρδιακή
ανεπάρκεια, οι οποίοι θα πρέπει να συμβουλεύονται το γιατρό τους. Καλό είναι να
αποφεύγεται η κατανάλωση αλκοόλ και καφέ, επειδή προκαλούν αφυδάτωση. Τα
γεύματα πρέπει να είναι μικρά, ελαφρά και δροσερά, με προτίμηση στις σαλάτες
και τα φρούτα τα οποία έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε υγρά και προσφέρουν
επιπλέον ενυδάτωση».
Τη συμβουλή του
θεράποντος καρδιολόγου θα πρέπει να λαμβάνουν και όσοι βρίσκονται σε αγωγή με
αγγειοδιασταλτικά ή διουρητικά φάρμακα, καθώς ενδέχεται να απαιτείται η
προσαρμογή της δοσολογίας τους όχι μόνο κατά τη διάρκεια του καύσωνα, αλλά
γενικά για όλο το καλοκαίρι. Σε καμία περίπτωση οι ασθενείς δεν πρέπει να
διακόπτουν ή να αλλάζουν την φαρμακευτική αγωγή κατά βούληση ή κατ’ εκτίμηση.
Εν κατακλείδι, με το
πέρασμα των ετών τα προβλήματα της θερμικής καταπόνησης γίνονται εντονότερα και
η ικανότητα του οργανισμού να τα αντιμετωπίσει φθίνει. Όταν στη φυσιολογική
εξέλιξη προστίθενται και καρδιαγγειακά νοσήματα τότε η ανάγκη για προστασία
γίνεται εντονότερη.