Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

Ο συνταγματισμός ως ιστορικό πρόσχημα και πολιτική πρόταση διαρκείας

Ο ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΣΜΟΣ ΩΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΡΟΣΧΗΜΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ

Στέργιος Π. Ζυγούρας
  1. Το πολιτικό “ρίγος” μιας πανεπιστημιακής παράδοσης και η χιμαιρική της επίδραση
Η παραδοχή του Αντώνη Μανιτάκη ότι οι παραδόσεις του Συνταγματικού δικαίου από τον Αριστόβουλο Μάνεση συνιστούσαν ταυτόχρονα νομική επιστήμη και πολιτική θέση, θέτει άμεσα ένα ζήτημα: πώς επηρέαζε και ανατροφοδοτούσε η μια την άλλη; Ο Α. Μανιτάκης αναφέρει ότι η διδασκαλία του Α. Μάνεση στην δεκαετία του 1960 προκαλούσε ρίγη στους πρωτοετείς φοιτητές. Προφανώς αυτά ήταν πολιτικά και όχι επιστημονικά, παρότι η σχέση των δυο είναι, ως ένα σημείο, προφανής. Το παρόν άρθρο απαντά στο αντίστοιχο του Α. Μανιτάκη με τίτλο “Η λαϊκή κυριαρχία ως λαϊκή εντολή και η διδασκαλία του Μάνεση” που δημοσιεύτηκε στην διαδικτυακή σελίδα constitutionalism.gr και στην κατηγορία “συνταγματισμός”. Κρίνει τον συνταγματισμό ως ιστορικό θέμα και, ιδιαίτερα, ως παράμετρο της ιδρυτικής πράξης του ελληνικού κράτους. Έμμεσα, θίγει και το θέμα “η ταυτότητα της Ελληνικής Επανάστασης”.
Ο Α. Μανιτάκης είναι ιδιαίτερα ειλικρινής. Δέχεται ότι “ο συνταγματικός δημοκρατικός λόγος του Μάνεση, ήταν συγχρονισμένος με τα δημοκρατικά, λαϊκά, αιτήματα της εποχής του” και συμπύκνωνε το καυτό πολιτικό ερώτημα της μεταπολεμικής Ελλάδας:“ποιος κυβερνά τον τόπο, ο βασιλιάς ή ο λαός;. Το αν το ερώτημα αυτό αποτελούσε επαναχρησιμοποίηση ενός προηγηθέντος λαϊκισμού, το αν δηλαδή ήταν παραπλανητικό, αν το χρησιμοποιούσαν κάποιοι ως πρόσχημα, προκειμένου να πετύχουν μέσω των πολιτειακών εξελίξεων έναν μη κατονομαζόμενο στόχο, θεωρείται ανύπαρκτο θέμα, άρα δεν εξετάζεται. Εξίσου αυτονόητη θεωρείται και η αναγωγή της “συνταγματικότητας” του 20ου αι. σε ταξικό ζήτημα, εφόσον αυτήν την ταξικότητα υπονοεί ο όρος “λαϊκό αίτημα”. Με τον τρόπο αυτό ορίζεται ο εξής αυτοματισμός: αν η λαϊκή τάξη, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας καθορίσει ή ελέγξει την εκτελεστική εξουσία και εξασφαλίσει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, τότε θα αποφύγει de facto την κοινωνική αδικία / καταπίεση που υφίσταται από μια αριστοκρατική ελίτ, η οποία συστηματικά -λόγω κοινωνικής θέσης- δρα εναντίον της. Και μόνον αυτή η έμμεση αναφορά, αποδίδει στο Σύνταγμα μια τεχνική ιδιότητα. Θεωρεί το Σύνταγμα και την ψήφο ως ανασταλτικούς παράγοντες της άνισης κατανομής του πλούτου. Φυσικά, ένα Σύνταγμα και μια λαϊκή ψήφος θεωρείται ότι εξασφαλίζουν κάτι περισσότερο σημαντικό όπως η “φυσική ανθρώπινη ελευθερία”, όμως το ζήτημα που ήδη εμφανίζεται, είναι ότι αυτή η έμμεση αναφορά θεωρεί πρωτογενή πηγή δικαιοσύνης την ανθρώπινη σκέψη / πράξη ενός όντος που αποτελεί τυχαία εμφάνιση και απροσδόκητη συνάθροιση κυττάρων. Στην εντός Συντάγματος προβλεπόμενη σχέση μεταξύ ελευθερίας και κατανομής των μέσων προς επιβίωση υποκρύπτεται ο λαϊκισμός. Η κατανομή του πλούτου επισκιάζει, τελικά, ως έμμεσο αίτημα και διαρκές υλιστικό ζητούμενο, οποιοδήποτε άλλο, κεντρικό ζήτημα προτάσσεται στον καταστατικό χάρτη: ελευθερία συνείδησης, οντολογική πίστη, σχέση κράτους-εκκλησίας. Αυτά τα ολίγα, αρχικά, ως προς το Σύνταγμα που, θεωρητικά, έρχεται να προφυλάξει και να ανυψώσει τον άνθρωπο, ουσιαστικά, έρχεται να επανακαθορίσει την οντολογική του πεποίθηση, επειδή υπόρρητα προωθεί έναν στόχο βασισμένο στο αξίωμα “η πίστη στον Θεό δημιουργούσε κοινωνίες και κράτη που αναγκαστικά αποτύγχαναν στην ισονομία και στην δικαιοσύνη”.


Διαβάστε τη συνέχεια εδώ