Δευτέρα 11 Ιουλίου 2016

Παρέμβαση ΠτΔ Π.Παυλοπουλου κατα του Βερολινου

Να σωθεί η Ευρώπη, ζήτησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με μία εκπληκτική ανάλυση, που συγκλόνισε όσους παρευρέθησαν στην αναγόρευση του σε επίτιμο διδάκτορα της σχολής οργάνωσης και διοίκησης επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών

Ιστορική παρέμβαση με πρωτοφανή τεκμηρίωση που ειναι βέβαιον πως θα υιοθετηθεί από την πλειοψηφία των κρατών της ευρωζώνης, αφού για πρώτη φορά καταρρίπτονται με τέτοιον τρόπο  βασικές αιτιάσεις του Βερολίνου.

Την παραθέτουμε αυτούσια.
ΘΕΜΑ: Τα όρια παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μέσω του προγράμματος αγοράς ομολόγων ΟΜΤ κατά την πρόσφατη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας

Εισαγωγή: Η δημοκρατική αρχή ως όριο δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Η απόφαση του δεύτερου τμήματος του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας (BVerfG) της 21ης Ιουνίου 2016 στην υπόθεση του προγράμματος αγοράς ομολόγων ΟΜΤ («Outright Monetary Transactions» – «Οριστικές Νομισματικές Συναλλαγές») της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) συνιστά την ιστορικώς πρώτη απόφαση του BVerfG που εκδίδεται ύστερα από υποβολή προδικαστικού ερωτήματός του στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ). Από πλευράς τόσο σημασίας όσο και δογματικής θεμελίωσης, αποτελεί συνέχεια των βασικών αποφάσεων των ετών 1993 και 2009, με τις οποίες κρίθηκε η συνταγματική νομιμότητα των Συνθηκών του Μάαστριχτ και της Λισσαβώνας αντιστοίχως και τέθηκαν οι προϋποθέσεις συμμετοχής της Γερμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Κοινή «δογματική» βάση των τριών αποφάσεων είναι τα συνταγματικά όρια που τίθενται από την δημοκρατική αρχή και την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας στην διαδικασία ευρωπαϊκής ενοποίησης: Όπως γίνεται παγίως δεκτό, οι αρχές της δοτής αρμοδιότητας των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της -εξ αυτής προκύπτουσας- επικουρικότητας σχετίζονται αμέσως και με την δημοκρατική αρχή, ώστε η παράβασή τους να μην αντίκειται μόνο στις Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και στο γερμανικό Σύνταγμα, επέκεινα δε και στα Συντάγματα των λοιπών κρατών-μελών. Πράγμα που σημαίνει ότι, κατά την κρατούσα και στον χώρο της συνταγματικής δικαιοσύνης των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέσης, έως ότου η τελευταία αποκτήσει ενιαίο συνταγματικό θεμέλιο, ως αφετηρία αλλά και ως αποτέλεσμα της θεσμικής και πολιτικής της ενοποίησης, το Σύνταγμα κάθε κράτους-μέλους υπέρκειται του ευρωπαϊκού δικαίου –πρωτογενούς και παραγώγου- βεβαίως ως προς τα κάθε είδους όργανα του οικείου κράτους. Είναι δε εντελώς διαφορετικό το ζήτημα της αντίστοιχης τοποθέτησης των αρμόδιων ευρωπαϊκών οργάνων –πρωτίστως δε των δικαιοδοτικών- δοθέντος ότι νομιμοποιούνται να στηρίζονται στην υπεροχή του ευρωπαϊκού δικαίου, αφού απ’ αυτό αντλούν την δική τους θεσμική –κατ’ επέκταση δε και πολιτική- νομιμοποίηση άσκησης των κατά περίπτωση αρμοδιοτήτων τους. Συνακόλουθα, πράξεις των οργάνων της ΕΕ που υπερβαίνουν τις αρμοδιότητες, οι οποίες τους έχουν απονεμηθεί από τα κράτη-μέλη, κρίνονται νομικώς μη δεσμευτικές ως αντισυνταγματικές ελλείψει επαρκούς δημοκρατικής νομιμοποίησης, καθώς λειτουργούν ως αντιποίηση των αρμοδιοτήτων των δημοκρατικά αμέσως νομιμοποιημένων Εθνικών Κοινοβουλίων, εν όψει και του ότι οι πολίτες δεν μπορούν με την ψήφο τους να ελέγξουν εξίσου αποτελεσματικά την δράση των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με βάση την σκέψη αυτή το BVerfG επιφυλάχθηκε, κατά την πάγια νομολογία του, ν’ ασκεί το ίδιο τον έλεγχο των πράξεων των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την υπέρβαση των ορίων της αρμοδιότητάς τους (έλεγχος «ultra vires»), περιορίζοντας πάντως τον έλεγχό του μόνο σ’ έλεγχο καταφανούς παράβασης των Συνθηκών. Στο πλαίσιο αυτό, το BVerfG ήλεγξε εν προκειμένω αν δια του προγράμματος ΟΜΤ η ΕΚΤ προβαίνει σ’ έμμεση χρηματοδότηση κρατών-μελών κατά παράβαση των Συνθηκών καθώς και αν υπερβαίνει τις αρμοδιότητές της λόγω αντιποίησης της εξουσίας άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής του Γερμανικού Κοινοβουλίου.

I. Το προδικαστικό ερώτημα: Η σύμφωνη με το ευρωπαϊκό δίκαιο ερμηνεία του προγράμματος ΟΜΤ της ΕΚΤ
Το ιστορικό της υποβολής του ως άνω προδικαστικού ερωτήματος έχει ως εξής:

Α. Οι στόχοι του προγράμματος OMT της ΕΚΤ