Η δίκαιη μοιρασιά
και η φαγωμένη πίτα
Του Στέργιου Καστόρη
βουλευτή Πιερίας του ΣΥΡΙΖΑ
Κληθήκαμε πρόσφατα στη Βουλή να λύσουμε μια εξαιρετικά δύσκολη
εξίσωση: την οικονομική βιωσιμότητα
του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης.
Γιατί ήταν εξαιρετικά δύσκολη; Γιατί απλούστατα η πίτα είναι
φαγωμένη (ασφαλιστικά ταμεία με μηδέν αποθεματικά) και τα υλικά, για να
φτιαχτεί καινούργια, κατεστραμμένα: περί τα 3 εκατομμύρια συνταξιούχοι, μια
στρατιά 1,5 εκατομμυρίου ανέργων, το 20% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού στη
μαύρη και αδήλωτη εργασία -συνολικά δηλαδή το 45% του πληθυσμού εκτός
ασφαλιστικού συστήματος-, ένας μεγάλος
αριθμός εργαζομένων με μισθούς κουτσουρεμένους, άλλοι με μερική κι άλλοι με
εποχική απασχόληση, επαγγελματίες με χαμηλούς τζίρους.
Τι προσπάθησε να πετύχει η κυβέρνηση; Να μην προχωρήσει σε οριζόντιες
περικοπές, όπως απαιτούσαν οι δανειστές (προφανώς κακο-μαθημένοι από την
πρόθυμη αποδοχή και των πιο ακραίων απαιτήσεών τους από τις προηγούμενες
κυβερνήσεις) και να κατανείμει με τον δικαιότερο δυνατό τρόπο τους αυστηρά
περιορισμένους σήμερα (όχι με ευθύνη της) διαθέσιμους πόρους.
Σαφώς και δεν αισθανόμαστε περήφανοι, ως αριστεροί, που βρεθήκαμε σ’ αυτή τη θέση, να προσπαθούμε δηλαδή, με
νύχια και με δόντια, να διατηρήσουμε τις χαμηλές συντάξεις που έχουν ήδη
περικοπεί 11 φορές τα τελευταία 5 χρόνια.
Σαφώς και κατανοούμε τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους που
ανέβηκαν στα κάγκελα, διαμαρτυρόμενοι γιατί τόσα χρόνια πλήρωναν τις
εισφορές τους περιμένοντας ανταπόδοση.
Δε μπορούμε όμως με τίποτα να χωνέψουμε
να ανεβαίνουν στα κάγκελα και οι θύτες τους. Αυτοί που τους καταλήστεψαν τις εισφορές και βγαίνουν σήμερα χωρίς
ντροπή να ζητάνε και τα ρέστα.
Θα μπορούσαμε ίσως να τους κατανοήσουμε
αν είχαν μετανοήσει. Για τη
λεηλασία των αποθεματικών των ταμείων (13 δισ. εξαφανίστηκαν μόνο από το περιβόητο PSI, που αν τα είχαμε
σήμερα δεν θα μιλούσαμε για ασφαλιστικό πρόβλημα), για τις μειώσεις των μισθών,
για την εκτόξευση της ανεργίας, της μαύρης και της ανασφάλιστης εργασίας.
Αλλά δεν έχουν μετανιώσει. Γιατί απλά
αυτές ήταν και είναι οι ιδεολογικοπολιτικές τους επιλογές. Πολιτικές με ταξικό πρόσημο την
υπεράσπιση των ισχυρών έναντι των αδυνάμων. Το διατυμπανίζουν και σήμερα σε
κάθε ευκαιρία.
Την ώρα που χτυπούν την πλάτη των
χαμηλοσυνταξιούχων, που οι ίδιοι δημιούργησαν, των ανέργων που οι ίδιοι
δημιούργησαν, των φτωχών αγροτών που οι ίδιοι δημιούργησαν, των μισθωτών των
400 ευρώ που οι ίδιοι δημιούργησαν, προτείνουν ως λύση του προβλήματος της
κοινωνικής ασφάλισης (που οι ίδιοι δημιούργησαν) την ιδιωτική ασφάλιση. Σα να
λένε: «Δεν έχετε ψωμί να φάτε, φάτε παντεσπάνι»!
Μόνο που, όσο κι αν φωνασκούν, οι ίδιοι και τα Μέσα τους, όσο κι αν
παραπληροφορούν, όσο κι αν ψεύδονται, όσο κι αν τρομοκρατούν, δεν πρόκειται να
πείσουν την συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων, τα ασθενέστερα κοινωνικά
στρώματα, τα χαμηλά και μεσαία στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, που έχουν
σήμερα δίπλα τους μια κυβέρνηση αποφασισμένη
να υπερασπιστεί τα συμφέροντά τους, αποφασισμένη να εφαρμόσει όρους
κοινωνικής δικαιοσύνης, ακόμη και κάτω από αυτές τις δύσκολες συνθήκες, της
ασφυκτικής πίεσης των δανειστών και των οικονομικών μεγεθών.
Αυτό δείχνει το νέο ασφαλιστικό που
ψηφίσαμε: την αποφασιστικότητα να εφαρμοστεί η ισότητα και η ισονομία μεταξύ των
πολιτών, (με τη σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών με τις καθαρές αποδοχές /
εισόδημα του κάθε ασφαλισμένου και να εξασφαλιστεί, με την «εθνική σύνταξη», ότι
κάθε Έλληνας πολίτης θα έχει δικαίωμα σε σύνταξη.
Είναι αυτό που θα θέλαμε; Ως εργαλείο για την εφαρμογή μιας άλλης,
δίκαιης πολιτικής, είναι. Τα νούμερα είναι αυτά που μας στενοχωρούν. Γι’ αυτά
όμως θα φροντίσουμε από δω και πέρα. Κάθε μέρα.
Για να βγούμε από τη μνημονιακή λαίλαπα
με την κοινωνία όρθια. Γι’ αυτό
βάλαμε, ναι, νερό στο κρασί μας, κάναμε υποχωρήσεις. Όχι για να κρατήσουμε τις
καρέκλες μας, όπως λέει η αξιωματική αντιπολίτευση, κρίνοντας εξ ιδίων τα
αλλότρια.