Η συνάδελφος Ευγενία Πρίφτη, μέλος της Αντεπίθεσης των Εργαζομένων, απολύθηκε
εκδικητικά το Δεκέμβρη του 2014 από το μπαρ «Ποτοπωλείον» επειδή διεκδικούσε τα δεδουλευμένα και τα ένσημα που της χρωστούσε ο εργοδότης της.
εκδικητικά το Δεκέμβρη του 2014 από το μπαρ «Ποτοπωλείον» επειδή διεκδικούσε τα δεδουλευμένα και τα ένσημα που της χρωστούσε ο εργοδότης της.
Εκτός από την προσφυγή της στην Επιθεώρηση Εργασίας και στα δικαστήρια, αποφάσισε μαζί με την επιτροπή αλληλεγγύης που συγκροτήθηκε, να διεκδικήσει την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων της και με κινητοποιήσεις έξω από το κατάστημα. Ο εργοδότης σε μία προσπάθεια φίμωσης της δράσης της συναδέλφου και της επιτροπής, κατέθεσε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση σε βάρος της.
Η μήνυση εκδικάστηκε στις 30 Σεπτέμβρη και η ακροαματική διαδικασία ήταν μία καλοπαιγμένη φαρσοκωμωδία, προφανώς σε βάρος της συναδέλφου. Ενώ επιβεβαιώθηκε από όλους τους μάρτυρες (υπεράσπισης και κατηγορίας), αλλά και από το ίδιο το αφεντικό, πως στο κατάστημα εργάζονταν ανασφάλιστοι εργαζόμενοι, πως δεν πληρώνονταν η υπερεργασία, οι αργίες και τα επιδόματα και πως ο εργοδότης συμπεριφέρονταν με προσβλητικό και απαξιωτικό τρόπο στους εργαζόμενους, η έδρα του δικαστηρίου ζητούσε συνεχώς εξηγήσεις για το λόγο που χρησιμοποιούνταν η λέξη «κάτεργο» για το κατάστημα στην ανακοίνωση που μοίραζε η επιτροπή κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων. Ένα μεγάλο μέρος της διαδικασίας αναλώθηκε γύρω από το αν οι κινητοποιήσεις έξω από το κατάστημα «υπερέβαιναν τα όρια», ενώ αυτές αποτελούν κατοχυρωμένη συνδικαλιστική ελευθερία και χρόνια πρακτική του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος. Η διαδικασία κορυφώθηκε με την αισχρή αγόρευση του δικηγόρου του εργοδότη που αφού πρώτα εξαπέλυσε επίθεση ενάντια στα σωματεία και στους συνδικαλιστές, δεν παρέλειψε να κατηγορήσει τη σ. Ευγενία ως «αχάριστη» αφού «ο εργοδότης της έδινε ψωμί να φάει» και εκείνη τόλμησε «να στραφεί εναντίον του». Η έδρα προχώρησε στην καταδίκη της συναδέλφου για δυσφήμιση που «έπληξε την προσωπικότητα του εργοδότη και την κερδοφορία της επιχείρησής του»!
Η σκανδαλώδης αυτή απόφαση είναι μία προσπάθεια κατάργησης των συνδικαλιστικών ελευθεριών, ποινικοποίησης και απαγόρευσης των εργατικών διεκδικήσεων και αγώνων. Δεν μας εκπλήσσει όμως, καθώς είναι προϊόν της εποχής που διανύουμε, της χούντας των Μνημονίων, της Τρόικας, της δικτατορίας των δανειστών – τοκογλύφων, των τραπεζιτών και των εργοδοτών, που έχουν την πλήρη ανοχή των νεομνημονιακών της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Της εποχής όπου μοναδικό και απόλυτο κριτήριο για την οικονομία και την κοινωνία είναι η διαφύλαξη των κερδών των επιχειρήσεων. Της εποχής του παραλογισμού, όπου το δικαίωμα της διαμαρτυρίας, της διεκδίκησης, της υπεράσπισης του δίκιου σου, της εργασίας και των δικαιωμάτων σου, της ζωής και της αξιοπρέπειάς σου χαρακτηρίζονται «εκβιασμός», «συκοφαντία» ή «συντεχνία».
Δεν τρομοκρατούμαστε από τις καταφανώς άδικες αποφάσεις των δικαστηρίων, δεν υποχωρούμε! Νόμος είναι το δίκιο μας! Ο μόνος τρόπος για να το επιβάλουμε είναι μέσα από την ενότητα και την αλληλεγγύη μας, μέσα από την οργάνωση και τους σκληρούς και αποφασιστικούς αγώνες μας.
Αντεπίθεση των Εργαζόμενων