Κυριακή 19 Ιουλίου 2015

Θα ήταν καλύτερο για την ελληνική γεωργία ένα Grexit;

Δεν είναι λίγες οι φωνές που πιστεύουν ότι η χώρα μπορεί να κάνει επανεκκίνηση μακριά από το ευρώ στηριζόμενη στον αγροκτηνοτροφικό τομέα. Το WE ρώτησε τον πλέον ειδικό για αυτό το σενάριο
"Να φύγουμε. Να πάμε στην δραχμή και να ξαναχτίσουμε την γεωργία μας". H φράση αυτή επαναλήφθηκε πολλές φορές τις δύο τελευταίες εβδομάδες από διάφορους διαύλους, ακόμη και μέσα από τα σχόλια του news247.gr. Για το λόγο αυτό απευθυνθήκαμε στον πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο  της foodstandard κ. Στέλιο Δρυ (σ.σ. για την αποφυγή παρεξηγήσεων πρόκειται για απλή συνωνυμία με τον παλιό υπουργό Γεωργίας του ΠΑΣΟΚ). Η foodstandard είναι η κορυφαία ελληνική εταιρεία παροχής υπηρεσιών στον ευρύτερο αγροτικό και αγροδιατροφικό κλάδο συνεργαζόμενη με φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης (μεταξύ των οποίων η Περιφέρεια Κρήτης και Βορείου Αιγαίου και ο Δήμος Αθηναίων) γεωργικές οργανώσεις και συνεταιρισμούς ( π.χ. ΠΑΣΕΓΕΣ, ΠΕΜΕΤΕ,  ΕΑΣ Νάξου, ΕΑΣ Σητείας) και εταιρείες.
Ας ξεκινήσουμε από τα πιο πρόσφατα, ποια είναι τα σημαντικότερα προβλήματα που έχουν προκύψει στον τομέα μας από την επιβολή του capital control; Σε τι ύψος υπολογίζεται το κόστος για την γεωργία και την κτηνοτροφία;
Το capital control έχει τις ίδιες καταστροφικές συνέπειες σε όλους σχεδόν τους κλάδους και κατ’ επέκταση και στον αγροτικό. Το μέγεθος αυτών των συνεπειών εξαρτάται από τη διάρκεια και την ισχύ του. Για παράδειγμα, στο χώρο μας, εάν δεν είμαστε σε θέση να εισάγουμε ζωοτροφές που έχουμε αρνητικό ισοζύγιο 2:1, το ζωικό μας κεφάλαιο πολύ απλά θα αποβιώσει! Υπολογίζεται οτι μια αγελάδα χρειάζεται κατά μέσο όρο 5 ευρώ/ημέρα για διατροφή, χωρίς εναλλακτικούς τρόπους σίτισης.
Γενικά μιλώντας πάντως, επειδή η γεωργία και η κτηνοτροφία συγκεντρώνει το 50% της αξίας των εξαγωγών και παράλληλα αποτελεί παραγωγό τροφίμων, υφίσταται τις ίδιες συνέπειες με όλη την υπόλοιπη αγορά όπως έλλειψη ρευστότητας και μη εύρυθμη λειτουργία.
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια παρότρυνση για επιστροφή από τα αστικά κέντρα στην επαρχία και στην ενασχόληση, κυρίως νέων ανθρώπων, με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Έχετε εικόνα για τι αριθμό μιλάμε και πόσοι από αυτούς καταφέρνουν να πετύχουν στην νέα τους δραστηριότητα και αν όχι ποια είναι τα πιο συνήθη λάθη τους;
Παρά την ελκυστικότητα της ζωής στη φύση που γοητεύει τον αστικό πληθυσμό και συνήθως προκύπτει από τις εμπειρίες 15μερων διακοπών σε κάποια επαρχία, το αγροτικό επάγγελμα είναι ιδιαίτερα απαιτητικό και δύσκολο. Προϋποθέτει ιδιαίτερη ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων (πχ. τρακτέρ, γεωτρήσεις), εργασία υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες, βαθιά γνώση σε θέματα σποράς, άρδευσης, συγκομιδής, ψεκασμού, αντιμετώπισης ασθενειών κ.λπ. Η δε κτηνοτροφία απαιτεί ενασχόληση 7x24x365.
Αυτό που είδαμε πρακτικά τα τελευταία χρόνια είναι μια αύξηση νέων αγροτών της τάξης των 5-6.000 στους υφιστάμενους 300.000 με κύριο χαρακτηριστικό οτι αυτοί που τελικά ασχολήθηκαν σοβαρά με το χώρο διέθεταν πραγματική παιδεία. 
Σε ποια προϊόντα είναι αυτάρκης η ελληνική παραγωγή; Πέρα από το τελικό προϊόν πόσο αυτάρκεις είμαστε σε εφόδια για την διαδικασία της παραγωγής και της τυποποίησης;

Το ισοζύγιο ελληνικών γεωργικών προϊόντων είναι αρνητικό με μέσο όρο 3 δις ευρώ κάθε χρόνο. Από το 2008, παρατηρείται τάση βελτίωσης, απέχουμε ωστόσο πολύ από το επιθυμητό αποτέλεσμα. Συγκεκριμένα, εισάγουμε προϊόντα ύψους 6 δις ευρώ περίπου και εξάγουμε 4,5 δις. Ευρώ. Ενδεικτικές είναι οι τεράστιες εισαγωγές σε κρέας (κυρίως μοσχαρίσιο), αλλά και βασικά λαχανικά όπως οι πατάτες που μόνο 1 στις 5 είναι ελληνικές ή οι ντομάτες που 2 στις 5 είναι εγχώριας παραγωγής. Όσον αφορά στα εφόδια (πχ. φυτοφάρμακα και λιπάσματα), κατά 90% είναι εισαγόμενα. Αντίστοιχα στο 70% ανέρχονται οι εισαγωγές σε σπόρους και ζωοτροφές και πάνω από 80% στα υλικά συσκευασίας.

 
Το ενδεχόμενο ενός grexit έφθασε πολύ κοντά την περασμένη εβδομάδα, τι θα σήμαινε αυτό για την γεωργία και την κτηνοτροφία της χώρας μας, και πόσος καιρός θα απαιτούνταν για να φτάσει στα σημερινά επίπεδα;
Οι συνέπειες ενός τέτοιου ενδεχόμενου γίνονται κατανοητές από τον τρόπο που λειτουργεί ο αγροτικός χώρος. Ως άμεσα συνδεδεμένος με τις συνθήκες που επικρατούν σε παγκόσμιο επίπεδο υφίσταται τις “γενικές” επιπτώσεις, μαζί ωστόσο με τις “ειδικές” που σχετίζονται με τις ιδιαιτερότητες του κλάδου.
Οι “γενικές” συνδέονται με την ήδη υπάρχουσα έλλειψη ρευστότητας. Ειδικά για τον αγροτικό τομέα, τα επακόλουθα θα ήταν καταστροφικά, καθώς σε πρωτογενές επίπεδο έχει την ιδιαιτερότητα οτι παράγει σε ετήσια βάση, εμπορεύσιμο προϊόν. Αυτό σημαίνει οτι για να παραχθεί και να εμπορευτεί οτιδήποτε, απαιτούνται εισροές (λιπάσματα, φάρμακα, ενέργεια, εργατικά), ενώ η πώληση κατά κανόνα γίνεται με πίστωση. Ως κατεξοχήν παραγωγικός, ο αγροτικός τομέας λειτουργεί με αυξημένα καθημερινά έξοδα, σε απρόβλεπτες καταστάσεις όπως πχ. καιρικές συνθήκες ή φυσικές καταστροφές, που επιτάσσουν αντιμετώπιση κατά περίπτωση. 
Όσον αφορά στις “ειδικές” συνέπειες, σε μεγάλο βαθμό πηγάζουν από το γεγονός οτι η ελληνική παραγωγική γεωργία δεν έχει προσαρμοστεί σε συλλογικό μοντέλο ώστε να μειώσει τις εισροές της και να διαπραγματευτεί καλύτερες τιμές για τα προϊόντα της. 
Σε αυτό να συνυπολογιστεί οτι οι τράπεζες για λόγους αντασφάλισης, παραγώγων και συμβολαίων, δεν δέχονται σαν υποθήκη το ίδιο το προϊόν ως αξία, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες, αλλά μόνο τις εγκαταστάσεις, με αρνητικά για το αγροτικό εισόδημα αποτελέσματα. Στην ουσία, ο χρηματοοικονομικός τομέας δεν συμμετέχει στην παραγωγή και το εμπόριο αγροτικών προϊόντων, πλην ελάχιστων περιπτώσεων όπως η συμβολαιακή γεωργία. 
Όσον αφορά στον θεσμό των κοινοτικών επιδοτήσεων τόσο του Πυλώνα Ι, όσο και του Πυλώνα ΙΙ, να σημειώσουμε οτι λειτουργεί με το καθεστώς της αναπλήρωσης των πόρων. Αυτό σημαίνει οτι πρώτα βάζει τα χρήματα ο δικαιούχος και στη συνέχεια τα αναπληρώνει η Κοινότητα. Σε ασφυκτικές ωστόσο συνθήκες ρευστότητας, οι επιπτώσεις είναι καταστροφικές, καθώς δεν υπάρχει η δυνατότητα αποπληρωμής ώστε να λειτουργήσει ο θεσμός της αναπλήρωσης.
Για την σημερινή εικόνα της γεωργίας και της κτηνοτροφίας στην χώρα μας κύριος υπεύθυνος είναι η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσο σε επίπεδο ποσοστώσεων όσο και σε επίπεδο επιδοτήσεων. Σωστό ή λάθος;
Κατά καιρούς ακούμε διάφορά “αστεία”. Συζητάμε οτι η ΕΕ είναι “κακή” επειδή μας παρέχει χωρίς αντάλλαγμα €2,5 δις/χρόνο που ισούται με το 3% του ΑΕΠ και αντίστοιχα το 56% του εισοδήματος των αγροτών και δεν κοιτάμε τον τρόπο με τον οποίο εμείς τα διαχειριζόμαστε και τους προσδίδουμε την πρέπουσα αξία.
Αξίζει δε να υπενθυμίσουμε οτι από τότε που μπήκαμε στην ΕΟΚ, στη χώρα μας έχουν εισρεύσει περίπου €100 δις.
Πως διαμορφώνεται το πλαίσιο στον χώρο σας μετά και από την τελευταία συμφωνία;
Ακολουθούμε τον γενικό κανόνα. Ως γνωστόν, ο αγροδιατροφικός τομέας είναι αυτός που σε τέτοιου είδους κρίσεις αντέχει περισσότερο και ανακάμπτει γρηγορότερα. Και αυτό γιατί είναι κατεξοχήν παραγωγικός σε όρους πραγματικής οικονομίας.
Ποια είναι τα βήματα που πρέπει να γίνουν ώστε ο γεωργοκτηνοτροφικός τομέας να αποτελέσει έναν ισχυρό πυλώνα ανάπτυξης της χώρας τις επόμενες δεκαετίες;
Καταρχήν πρέπει να αυτο-οργανωθεί και να μεγεθυνθεί όπως τα παλαιότερα χρόνια που έφτανε το 30% του ΑΕΠ. Παράλληλα, να συνδεθεί με την εστίαση και τον τουρισμό ώστε να ενοποιηθούν οι τρεις από τους βασικότερους πυλώνες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Η χώρα μας λόγω περιορισμένης έκτασης, πρέπει να κατευθύνει την παραγωγή της σε προϊόντα προστιθέμενης αξίας, ποιοτικά και πιστοποιημένα και μόνο εκεί που έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα όπως πχ. φέτα, αιγοπρόβατα, φρούτα, ελιές, λάδι, σκληρό στάρι, ψάρια.
Έτσι, δημιουργώντας χρήμα, μπορούμε να προμηθευόμαστε τα απαραίτητα βασικά τρόφιμα από την παγκόσμια αγορά σε χαμηλότερες τιμές.
Φωτογραφίες: Sooc.gr

http://news247.gr/