Ευτυχώς, η Χαλκιδική έχει πόδια που χωρίζονται από θάλασσα, γιατί αλλιώς υπήρχε κίνδυνος να συναντηθούν εκεί οι δύο κόσμοι που ανηφόρησαν προς τα βόρεια το
Σαββατοκύριακο. Στο ένα πόδι η γιορτή για τα 40 χρόνια της Ν.Δ., στο άλλο πόδι η μεγάλη συναυλία για μια εξόρυξη που δεν θα γίνει ποτέ. Στο ένα πόδι ήταν αυτοί που κόβουν τα δέντρα, στο άλλο πόδι εκείνοι που σώζουν τα δέντρα. Αυτή είναι η μάχη κι από αυτήν θα κριθούν σχεδόν τα πάντα.
Στο ένα πόδι της Χαλκιδικής είχαν μαζευτεί βασιλιάδες, πρίγκιπες, βαρόνοι, δελφίνοι και φεουδάρχες. Χαμογελούσαν ο ένας στον άλλο, επαινούσαν ο ένας τον άλλο, χειροκροτούσαν ο ένας τον άλλο. Χειροκροτούσαν δυνατά για να μην ακούγεται η υπόκωφη βοή του μίσους και της απέχθειας που απλωνόταν στην αίθουσα του ξενοδοχείου. Οι βαρόνοι μισούν ο ένας τον άλλον, περιφρονούν ο ένας τον άλλον κι όμως σφίγγουν τα δόντια για να μείνουν όσο περισσότερο γίνεται στην εξουσία. Μόλις χαθεί η εξουσία, τα στόματα θα ανοίξουν διάπλατα, οι έπαινοι θα γίνουν καρφιά, τα χειροκροτήματα άσεμνες χειρονομίες και τα φιλιά δαγκωματιές στον λαιμό.
Στο ένα πόδι της Χαλκιδικής είχαν μαζευτεί αυτοί που κόβουν τα δέντρα. Τα έκοβαν τα δέντρα από παλιά, από τότε που ο γενάρχης τους τσιμέντωσε την πόλη που θα μπορούσε να γίνει η ομορφότερη του κόσμου. Κι όσα δέντρα δεν έκοψε ο γενάρχης, τα έβαλε να ψηφίσουν για να παραμείνει στην εξουσία, μέχρι να φύγει με πλαστό διαβατήριο. Έφυγε ο γενάρχης και οι επίγονοι συνέχισαν να κόβουν τα δέντρα. Αυτό ήξεραν να κάνουν, αυτό έκαναν. Μέχρι που φτάσαμε στους σημερινούς επιγόνους, στους σαμαράδες. Αυτοί δεν κόβουν απλώς τα δέντρα, αυτοί πουλάνε και τη γη που τα λιπαίνει και το νερό που τα ποτίζει. Να μείνει μόνο η στάχτη για να κυλιόνται σ' αυτήν βασιλιάδες και γελωτοποιοί, να μαυρίζουν οι φάτσες και οι ψυχές τους.
Στο άλλο πόδι της Χαλκιδικής χιλιάδες άνθρωποι γλένταγαν με τον Παπακωνσταντίνου, τον Μάλαμα, τον Αγγελάκα, τον Αλκίνοο, τον Αποστολάκη, τον Παυλίδη, τον Χαρούλη. Γλένταγαν και δυνάμωναν, σαν μετάγγιση αίματος ήταν γι' αυτούς τα λόγια και οι λέξεις. Να έχουν αίμα για να αντέχουν τα κυνήγια, το ξύλο, τις φυλακές, τα ΜΑΤ, τα δακρυγόνα - αυτοί που κόβουν τα δέντρα ζητάνε το αίμα εκείνων που σώζουν τα δέντρα, έτσι γίνεται πάντα. Γλένταγαν και δυνάμωναν, γλένταγαν και έκλαιγαν, τους άκουγα στις ανταποκρίσεις που έστελναν τα ραδιόφωνα. Έκλαιγαν για τα δέντρα που έχουν ήδη χαθεί, για το βουνό που ισοπεδώθηκε για να γίνει δρόμος διάβασης των θηρίων.
Αυτή είναι η μάχη. Προς το παρόν κερδίζουν οι δεντροφάγοι, οι μέρες τους όμως λιγοστεύουν ταχύτατα. Κι όσο λιγοστεύουν οι μέρες των δεντροφάγων, τόσο ανασαίνουν τα δέντρα. Και οι άνθρωποι.
Σαββατοκύριακο. Στο ένα πόδι η γιορτή για τα 40 χρόνια της Ν.Δ., στο άλλο πόδι η μεγάλη συναυλία για μια εξόρυξη που δεν θα γίνει ποτέ. Στο ένα πόδι ήταν αυτοί που κόβουν τα δέντρα, στο άλλο πόδι εκείνοι που σώζουν τα δέντρα. Αυτή είναι η μάχη κι από αυτήν θα κριθούν σχεδόν τα πάντα.
Στο ένα πόδι της Χαλκιδικής είχαν μαζευτεί βασιλιάδες, πρίγκιπες, βαρόνοι, δελφίνοι και φεουδάρχες. Χαμογελούσαν ο ένας στον άλλο, επαινούσαν ο ένας τον άλλο, χειροκροτούσαν ο ένας τον άλλο. Χειροκροτούσαν δυνατά για να μην ακούγεται η υπόκωφη βοή του μίσους και της απέχθειας που απλωνόταν στην αίθουσα του ξενοδοχείου. Οι βαρόνοι μισούν ο ένας τον άλλον, περιφρονούν ο ένας τον άλλον κι όμως σφίγγουν τα δόντια για να μείνουν όσο περισσότερο γίνεται στην εξουσία. Μόλις χαθεί η εξουσία, τα στόματα θα ανοίξουν διάπλατα, οι έπαινοι θα γίνουν καρφιά, τα χειροκροτήματα άσεμνες χειρονομίες και τα φιλιά δαγκωματιές στον λαιμό.
Στο ένα πόδι της Χαλκιδικής είχαν μαζευτεί αυτοί που κόβουν τα δέντρα. Τα έκοβαν τα δέντρα από παλιά, από τότε που ο γενάρχης τους τσιμέντωσε την πόλη που θα μπορούσε να γίνει η ομορφότερη του κόσμου. Κι όσα δέντρα δεν έκοψε ο γενάρχης, τα έβαλε να ψηφίσουν για να παραμείνει στην εξουσία, μέχρι να φύγει με πλαστό διαβατήριο. Έφυγε ο γενάρχης και οι επίγονοι συνέχισαν να κόβουν τα δέντρα. Αυτό ήξεραν να κάνουν, αυτό έκαναν. Μέχρι που φτάσαμε στους σημερινούς επιγόνους, στους σαμαράδες. Αυτοί δεν κόβουν απλώς τα δέντρα, αυτοί πουλάνε και τη γη που τα λιπαίνει και το νερό που τα ποτίζει. Να μείνει μόνο η στάχτη για να κυλιόνται σ' αυτήν βασιλιάδες και γελωτοποιοί, να μαυρίζουν οι φάτσες και οι ψυχές τους.
Στο άλλο πόδι της Χαλκιδικής χιλιάδες άνθρωποι γλένταγαν με τον Παπακωνσταντίνου, τον Μάλαμα, τον Αγγελάκα, τον Αλκίνοο, τον Αποστολάκη, τον Παυλίδη, τον Χαρούλη. Γλένταγαν και δυνάμωναν, σαν μετάγγιση αίματος ήταν γι' αυτούς τα λόγια και οι λέξεις. Να έχουν αίμα για να αντέχουν τα κυνήγια, το ξύλο, τις φυλακές, τα ΜΑΤ, τα δακρυγόνα - αυτοί που κόβουν τα δέντρα ζητάνε το αίμα εκείνων που σώζουν τα δέντρα, έτσι γίνεται πάντα. Γλένταγαν και δυνάμωναν, γλένταγαν και έκλαιγαν, τους άκουγα στις ανταποκρίσεις που έστελναν τα ραδιόφωνα. Έκλαιγαν για τα δέντρα που έχουν ήδη χαθεί, για το βουνό που ισοπεδώθηκε για να γίνει δρόμος διάβασης των θηρίων.
Αυτή είναι η μάχη. Προς το παρόν κερδίζουν οι δεντροφάγοι, οι μέρες τους όμως λιγοστεύουν ταχύτατα. Κι όσο λιγοστεύουν οι μέρες των δεντροφάγων, τόσο ανασαίνουν τα δέντρα. Και οι άνθρωποι.
Από την ΑΥΓΗ
Πηγή: http://anemosantistasis.blogspot.com