Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

Ανάδειξη της σημασίας της καπνοκαλλιέργειας για την Π.Ε. Πιερίας, σε κλιμάκιο Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Μεταποιητών Καπνού και Πανευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Καπνοπαραγωγών

Μας το έστειλε η Π.Ε.ΠΙΕΡΙΑΣ..... Ευχαριστούμε πάρα πολύ 
 Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Μεταποιητών Καπνού μαζί με την  Πανευρωπαϊκή Ομοσπονδία Καπνοπαραγωγών (UNITAB), στο πλαίσιο κοινής δράσης σε πανευρωπαϊκό  επίπεδο για την ανάδειξη της σημασίας της καπνοκαλλιέργειας και γενικότερα του
καπνού στην οικονομία και τη διατήρηση του κοινωνικού ιστού στις διάφορες περιοχές, αλλά και στην κουλτούρα και τον πολιτισμό τους, επέλεξε το Δήμο Δίου Ολύμπου σα χαρακτηριστικό παράδειγμα τοπικής κοινωνίας στην οποία η παραγωγή καπνού συνεισφέρει σημαντικά στην οικονομική ζωή των κατοίκων του.

Για το λόγο αυτό, κλιμάκιο των ανωτέρω μαζί με στελέχη της εταιρίας οικονομολογικών μελετών «NOMISMA  επισκέφτηκαν  τη Διεύθυνση  Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Π.Ε.Πιερίας προκειμένου να καταγράψει τις απόψεις και τις εμπειρίες της Π.Ε. Πιερίας για τη διαχρονική σημασία της καπνοκαλλιέργειας στην ευρύτερη περιοχή.

Η συνάντηση έγινε στη Διεύθυνση  Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Π.Ε.Πιερίας παρουσία του Περιφερειακού Συμβούλου της Π.Ε.Πιερίας, κ. Δημήτρη Τσιμήτρη και του Επιστημονικού Συνεργάτη της Π.Ε.Πιερίας, κ. Δημήτρη Ρουκά. Ο αρμόδιος γεωπόνος για θέματα καπνού της Διεύθυνσης  Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Π.Ε.Πιερίας, κ.  Γεώργιος Κούκουλης ανέπτυξε αναλυτικά και με στοιχεία τη διαχρονική σημασία του καπνού στην επιβίωση, απασχόληση και ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας, ενώ η Προϊσταμένη Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Π.Ε.Πιερίας, κ. Ευδοκία Κίτσιου με σαφήνεια και λιτότητα αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα συνέχισης της καπνοκαλλιέργειας στην περιοχή μας και στη στήριξη της Περιφερειακής Ενότητας και της Αντιπεριφερειάρχη Πιερίας, κ. Σοφίας  Μαυρίδου προς την κατεύθυνση αυτή.


«Η Περιφερειακή Ενότητα Πιερίας με την αμέριστη συμπαράσταση της Αντιπεριφερειάρχη Πιερίας στέκεται στο πλευρό των καπνοπαραγωγών μέσω  της αρμόδιας Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και των αρμόδιων υπαλλήλων της, παρά την αφαίρεση σημαντικών αρμοδιοτήτων από αυτή τα τελευταία χρόνια. Η  καπνοκαλλιέργεια αξιοποιεί ως επί το πλείστον φτωχά ορεινά και ημιορεινά εδάφη, φτωχά σε οργανική ουσία, πολλές φορές μη αρδεύσιμα, απαιτεί μικρή επένδυση κεφαλαίου, ιδιαίτερα κρίσιμου στην σημερινή εποχή, προσφέρει σημαντικό οικονομικό εισόδημα σε σύγκριση με άλλες καλλιέργειες,  συμβάλλει σημαντικά στη μείωση της ανεργίας και την αύξηση της απασχόλησης, όσο καμία άλλη μεγάλη καλλιέργεια, ενώ ο παραγόμενος καπνός είναι ιδιαίτερα επιζητούμενος από το καπνεμπόριο.
Την ίδια ώρα,  οι παραγωγοί μας έχουν τη γνώση και την εμπειρία παραγωγής ποιοτικών καπνών και διαθέτουν προς τούτο όλο τον απαραίτητο μηχανολογικό εξοπλισμό» επεσήμανε η Προϊσταμένη Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Π.Ε.Πιερίας.


Η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Π.Ε.Πιερίας  θεωρεί ότι η εν λόγω καλλιέργεια θα πρέπει όχι μόνο να συνεχιστεί, αλλά και να ενισχυθεί για την διασφάλιση της  ευημερίας και της ανάπτυξης όλης της περιοχής. Δεσμεύεται,  δε,  ότι προς αυτή την κατεύθυνση θα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια και στήριξη.


«Η σημασία της καπνοκαλλιέργειας  για την περιοχή μας είναι πολυσήμαντη και πολυεπίπεδη. Είναι πρωτίστως οικονομική, καθ’ όσον αποτελεί καθοριστικό μέσο επιβίωσης για χιλιάδες αγροτικές οικογένειες και αποτελεί κινητήρια δύναμη ανάπτυξης του Νομού. Συγκρατεί τον αγροτικό πληθυσμό στις εστίες του κι έτσι εξασφαλίζει τη συνοχή του κοινωνικού ιστού, αποτρέπει τη μετανάστευση και την ερήμωση της υπαίθρου και διατηρεί την πολιτιστική παράδοση και ταυτότητα της τοπικής κοινωνίας. Τέλος, λόγω της σημαντικής ανθρώπινης εργασίας που απαιτεί, μειώνει την ανεργία και αυξάνει την απασχόληση όλων των εμπλεκομένων τόσο στην καλλιέργεια όσο και στη μεταποίηση και εμπορία των παραγόμενων καπνών» ανέφερε ο Γεωπόνος της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας της Π.Ε.Πιερίας,  κ. Γεώργιος Κούκουλης.


Για την καλύτερη κατανόηση και εκτίμηση των ανωτέρω, κρίνεται σκόπιμο να διακριθεί η εξέλιξη της καπνοκαλλιέργειας μέχρι σήμερα σε τέσσερις χρονικές περιόδους.

Α΄ Περίοδος, μέχρι την ένταξη της Ελλάδος στην ΕΟΚ

Η ποικιλία «Σαμψούς» (τύπος Σ 53), που εισήχθηκε στην περιοχή μας από τους πόντιους πρόσφυγες της περιοχής Σαμψούντος, με το πέρασμα των χρόνων επεκράτησε και εκτόπισε τις μέχρι τότε καλλιεργούμενες ποικιλίες καπνού. Η παραγωγή της, μικρή στην αρχή, αυξήθηκε σταδιακά και λίγο πριν την ένταξή μας στην ΕΟΚ έφτασε τα 9-10 εκατομμύρια κιλά. Οι τιμές, ως επί το πλείστον χαμηλές, κυμάνθηκαν το 1980 στα 0,6 €/κιλό. Οι όποιες επιδοτήσεις έως τότε δίδονταν από το ελληνικό κράτος.

Β΄ Περίοδος 1981-1992

Με την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και με την ισχύ του Κ.Κ 727/70, ο οποίος προέβλεπε εγγύηση όλης της παραγωγής και παρέμβαση για τα εναπομείναντα καπνά, η παραγωγή εκτινάχτηκε και έφτασε το 1987 στα 19 εκατομ. κιλά. Η Μέση εμπορική τιμή το 1992 κυμάνθηκε στα 0,92 €/κιλό.

Γ΄ Περίοδος 1993-2005

Από το 1993, ως συνέπεια του Κ.Κ 2075/92, που καθιέρωσε τις ποσοστώσεις, η παραγωγή καπνού μειώθηκε και σταθεροποιήθηκε στα 15 εκατομ. κιλά. Η Μέση τιμή αυξήθηκε κατά την περίοδο αυτή κατά 155% και έφτασε τα 2,35 €/κιλό. Οι εισροές από την καπνοκαλλιέργεια έφτασαν τα 80 εκατομ. ευρώ, από τα οποία  50 εκατομ. ήταν οι επιδοτήσεις και τα 30 εκατομ. η εμπορική αξία των πωληθέντων καπνών. Αποτελούσαν το 40-50% του συνολικού ακαθάριστου φυτικού αγροτικού εισοδήματος του Νομού.

Δ΄ Περίοδος 2006-2012

Με τη ψήφιση του Κ.Κ 1782/2003 (πρώτη εφαρμογή το 2006) που προέβλεπε την κατά 40-100% αποδεσμευμένη ενίσχυση, και την επιλογή της χώρας μας για την εφαρμογή στον καπνό του ανώτερου προβλεπόμενου ποσοστού (100%), η καπνοκαλλιέργειας  δέχθηκε ισχυρό σοκ και εξαφανίστηκε από πολλές περιοχές της χώρας . Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η  συνολική παραγωγή μειώθηκε από τα 110-120 εκατομ.  στα 20-25 εκατομ. κιλά. Στην περιοχή μας, ο αντίκτυπος των παραπάνω αποφάσεων ήταν η σημαντική μείωση κατά 50% περίπου όλων των μεγεθών της καπνοκαλλιέργειας πλην της εμπορικής τιμής. Πιο συγκεκριμένα, οι ενεργοί παραγωγοί μειώθηκαν στους 3000 από 6300 που ήταν πριν (μείωση κατά 52%), τα καλλιεργούμενα στρέμματα μειώθηκαν στα 40-42.000 από 78.000 στρ. (μείωση κατά 47%), ενώ η παραγόμενη ποσότητα μειώθηκε κατά 50% από τα 15 εκατομ. στα 7,5 εκατομ. κιλά περίπου. Αντίθετα, η Μέση εμπορική τιμή, κατά την περίοδο αυτή, αυξήθηκε κατά 70% και κυμάνθηκε από το 2,35€ στα 4€/κιλό. Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος που οι εισροές από την καπνοκαλλιέργειας διατηρήθηκαν έστω στα επίπεδα του 2005 (80 εκατομ. ευρώ), με δεδομένο βέβαια ότι οι επιδοτήσεις των 50 εκατομ. ευρώ συνεχίστηκαν να καταβάλλονται σε όλους τους παραγωγούς ενεργούς και μη, με την μορφή πλέον της ενιαίας ενίσχυσης.

Για να εκτιμηθεί καλύτερα η αξία και η συμβολή της καπνοκαλλιέργειας στην οικονομική ζωή του τόπου, θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι καλλιεργούμενες με καπνό εκτάσεις (40-42.000 στρ.) αποτελούν το 7,5% της συνολικής καλλιεργήσιμης έκτασης (440.000 στρ. περίπου), ενώ μόνο το ακαθάριστο εισόδημα από την πώληση των καπνών αποτελεί το 25-30% του συνολικού ακαθάριστου φυτικού αγροτικού εισοδήματος του Νομού μας (100-120 εκατομ. ευρώ).

Συμβολή της καπνοκαλλιέργειας στην απασχόληση

Έχει υπολογιστεί ότι η ανθρώπινη εργασία συμμετέχει κατά 50% περίπου στο συνολικό κόστος παραγωγής καπνού, το οποίο εκτιμάται κατά μ.ό. στα 3€/κιλό. Επομένως το 1,5 €/κιλό καπνού αφορά την αμοιβή της εργασίας. Με βάση τα δεδομένα αυτά, υπολογίζεται ότι για κάθε 1000 κιλά παραγόμενων καπνών απαιτούνται 75 ημερομίσθια και άρα για την παραγωγή των 7,5 εκατομ. κιλών καπνών έγιναν 600.000,   ημερομίσθια, ενώ από τη  μείωση της παραγωγής κατά 7,5 εκατομ. κιλά σε σύγκριση με το 2005, όπως προαναφέρθηκε, χάθηκαν άλλα τόσα (600.000) ημερομίσθια.